Του Αντώνη Παπαγιαννίδη
Τέσσερεις αρκετά παραδοσιακοί νομικοί, της ακαδημαϊκής κοινότητας, προσήλθαν στην παρουσίαση – στην αντίστοιχα παραδοσιακή, θα έλεγε κανείς, αίθουσα της Παλιάς Βουλής όπου επί δεκαετίες και μέχρι το 1935 ησκείτο το κοινοβουλευτικό έργο – ενός σημαντικού έργου. Με αντικείμενο το νομικό καθεστώς και τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ προσώπων στην Ελλάδα του 2024. Δουλειά του μαχητικού (σε περισσότερα του ενός πεδία των δικαιωμάτων: προστασία ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων, μη-συμμετοχή στην διδασκαλία των Θρησκευτικών στο σχολείο, κυρίως όμως όλο το φάσμα διεκδίκησης – η ουσιαστική λέξη! – των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ+ προσώπων) δικηγόρου Βασίλη Σωτηρόπουλου, το απειλητικό αυτό βιβλίο ως έκ των σχεδόν 1200 σελίδων του δεν αποτελεί μόνο ένα χρήσιμο compendium. Ολης της νομικής ύλης, με ερμηνευτική διάθεση, μαζί και με αδημοσίευτες δικαστικές αποφάσεις αλλά και με διεθνείς αναφορές. Αποτελεί και ένα σημείο αγκύρωσης για την καθόλου συζήτηση όπως αυτή θα εξελιχθεί στην συνέχεια: είδαμε άλλωστε πόσο ρηχή είναι η κατοχύρωση των δικαιωμάτων τώρα-τώρα, που η Κυβέρνηση εκείνη η οποία νομοθέτησε «στην κόψη» τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και (περιορισμένα) την γονεϊκότητα, αισθάνεται την πολιτική έλξη της αντι-woke άμπωτης. Και επανατοποθετείται.
Να συμπληρώσουμε με μια παρατήρηση: στο κοινό της Παλιάς Βουλής είδαμε νομικούς, είδαμε και πολιτικούς όπως η Ρένα Δούρου πλην σε μικρό αριθμό, είδαμε και εκπροσώπους αυτού που λέμε «κοινωνία των πολιτών» πλην κυρίως της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. όμως το μάτι μας δεν έπιασε εκτεταμένο μηντιακό ενδιαφέρον. Ας έχει καταγραφεί κι αυτό…
Μια ματιά, τώρα, στις συνεισφορές των πανεπιστημιακών στην συζήτηση. Ο Σπύρος Βλαχόπουλος, από τον χώρο του Δημοσίου Δικαίου/συνταγματολόγος (αλλά και με ρόλο στις διαδικασίες της «καλής νομοθέτησης»…) εξήγησε το πώς η κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα, μεταλλασσόμενη, οδηγεί και σε επαναπροσεγγίσεις των θεμάτων που χειρίζεται (ή: επιχειρεί να χειρισθεί) το δίκαιο. Ακόμη και χωρίς την παρέμβαση του νομοθέτη – ακόμη περισσότερο του συνταγματικού νομοθέτη – το δίκαιο εξελίσσεται , η ερμηνεία φροντίζει γι αυτό. Αλλά και το κοινωνικό έδαφος ωριμάζει για μεταβολή με νομοθετική παρέμβαση: το πεδίο των δικαιωμάτων και ελευθεριών των ΛΟΑΤΚΙ+ προσώπων το κατέδειξε αυτό με την πρόσφατη νομοθετική παρέμβαση. Πέρα και πάνω απ’ όλα, πάντως, «η δικαιωματική προσέγγιση, οφείλει να υπερασπίζεται τα δικαιώματα ως θέσεις αρχής»: αυτό ακούγεται αυτονόητο, όμως με την πολιτικο-κοινωνική εξέλιξη της τελευταίας περιόδου δεν είναι – καθόλου!
Η Μαρία Γαβουνέλη, κι αυτή καθηγήτρια Νομικής Αθηνών αλλά και πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (τελευταίως δραστηριοποιούμενη και στο ΕΛΙΑΜΕΠ, συνεπώς με πρόσθετη ματιά εξωστρέφειας) προσέγγισε το θέμα των ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιωμάτων υπό το πρίσμα της ισότητας, του «πας άνθρωπος» της Χάρτας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών. Εξήγησε όμως και πώς η ισότητα, όσο κι αν διακηρύσσεται από τα νομικά κείμενα, τις διεθνείς συμβάσεις, το Σύνταγμα, τους νόμους, κοκ χρειάζεται προπάντων να υλοποιηθεί στην πράξη. Εκεί έρχεται στην μέση η ευθύνη των Δικαστηρίων, η όποια συνεισφορά της Διοίκησης, η επιμέλεια των δικηγόρων (και, εκεί, συναρθρώνεται η προσφορά ενός έργου όπως του Σωτηρόπουλου).
Η προσέγγιση της Ελένης Τροβά, με παρελθόν μαχόμενης δικηγορίας αλλά ήδη καθηγήτριας Πολιτιστικών Αγαθών στο Διεθνές Πανεπιστήμιο, πήγε την συζήτηση κατά κάποιον τρόπο ακόμη παραπέρα. Θυμίζοντας, για παράδειγμα, ότι στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου θύματα υπήρξαν και πολλοί άνθρωποι «με διαφορετικούς σεξουαλικούς προσανατολισμούς». πλην το θέμα δεν προσεγγίσθηκε («δεν είχε νομική αποτύπωση πουθενά»). Επισκέφθηκε λοιπόν το ζήτημα των δικαιωμάτων και ελευθεριών των ΛΟΑΤΚΙ+ προσώπων «ως κοινωνική/πολιτιστική κατάκτηση, συνεπώς ως πολιτιστικό δικαίωμα».
Στην τοποθέτησή της η Ελ. Τροβά περιέλαβε και ένα θέμα που ανακίνησε στην δική του εισήγηση ο καθηγητής Αστικού Δικονομικού Δικαίου Νικόλαος Κατηφόρης – ο τεχνικότερος των παρεμβαινόντων. Το πώς δικάζεται σήμερα το αίτημα για μεταβολή της καταχώρισης φύλου. Ο Ν. Κατηφόρης έκανε ήδη την θεμελιώδη παρατήρηση ότι ο νομοθέτης εν προκειμένω κάνει αναφορά στην «δήλωση του επιθυμητού φύλου», πράγμα που αποτελεί στρέβλωση της πραγματικότητας καθώς «ο αιτών/η αιτούσα δεν επιθυμεί το φύλο – το βιώνει! Αν κάτι επιθυμεί, είναι η μεταβολή (της καταχώρισης)». Για τον Ν. Κατηφόρη, είναι δείγμα της ευαισθησίας που επιδεικνύει στις υποθέσεις αυτές η Δικαιοσύνη το ότι οι υποθέσεις μεταβολής καταχώρισης ακολουθούν την εκούσια δικαιοδοσία, δικάζονται κεκλεισμένων, ενώ στο πινάκιο της αίθουσας καταγράφονται μόνον τα αρχικά των αιτούντων.
Η τοποθέτηση αυτή βρήκε αντίθετη την Ελένη Τροβά, αλλά και προκάλεσε παρεμβάσεις από το ακροατήριο: αφενός υποστηρίχθηκε ότι η ωρίμανση των πνευμάτων έχει προχωρήσει τόσο, ώστε θάπρεπε οι υποθέσεις αυτές να δικάζονται όπως και όλες οι άλλες της εκουσίας. αφετέρου όμως διατυπώθηκε και η άποψη ότι θα μπορούσε/θα όφειλε μια τέτοια υπόθεση που αφορά την προσωπική κατάσταση να μην αγγίζεται καν από την Δικαιοσύνη. Να γίνεται απλώς με δήλωση βούλησης ενώπιον συμβολαιογράφου (όπως ήδη συμβαίνει με τα διαζύγια), με υποχρεωτικότητα για την Διοίκηση/τον ληξίαρχο.
Η σχετική συζήτηση προκάλεσε αρκετή συμμετοχή του ακροατηρίου, μάλιστα με ένα στοιχείο έντασης. Το ίδιο συνέβη και με τις αναφορές στα διλήμματα γύρω από τις πρακτικές φυλομετάβασης και τις υποτιθέμενες θεραπευτικές επεμβάσεις, υπό ένα πρίσμα απαγόρευσής τους ή πάντως ελέγχου τους…
Ο ίδιος ο Βασίλης Σωτηρόπουλος, ο οποίος διευκρίνισε ότι αυτή του η ογκώδης εργασία διεκπεραιώθηκε μέσα σε μια διετία αλλ’ κυρίως αντιπροσωπεύει μιαν ανάγκη να βοηθηθεί η κατανόηση του θέματος από τον νομικό κόσμο, καθώς και η πληρέστερη ευαισθητοποίηση ενός ευρύτερου κοινού για τα ουσιαστικά προβλήματα που παραμένουν, επεσήμανε στους παρευρισκόμενους ότι στα έδρανα της αίθουσας που επελέγη για την παρουσίαση συνεδρίαζαν και ψήφιζαν/νομοθετούσαν επί περισσότερο από μισόν αιώνα «καθορίζοντας την μοίρα του Ελληνικού Κράτους» άνθρωποι που θεωρούσαν εύλογο να ποινικοποιούνται ως «παρά φύσιν ασέλγεια» όχι μόνο η ομοερωτική σχέση αλλ’ «ο,τιδήποτε κάποιος δικαστής μπορούσε να εκλάβει ως «παρα φύσιν ασέλγεια»». Χρήσιμο ώστε να συνειδητοποιήσει κανείς πόση σημασία έχει η ωρίμανση των κοινωνικών αντιλήψεων και καταστάσεων.
Αλλά και τι σημασία έχει η εγρήγορση για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων. Που σε τελευταία ανάλυση έχουν ως περιβάλλουσα την διεκδίκηση του δικαιώματος στην αξιοπρέπεια….
[Αναδημοσίευση από το www.economia.gr]