…και όχι μόνο για τα δημοσιονομικά;
Σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, σε κάθε δημόσια συζήτηση, το ίδιο σκηνικό: δημοσιονομικοί δείκτες, ελλείμματα, πλεονάσματα, φορολογικά μέτρα, επιδόματα και φτου κι απ’ την αρχή ελλείματα, πλεονάσματα, κ.ο.κ. Μια κουβέντα με όρους λογιστικούς, βραχυπρόθεσμους, με το βλέμμα στις επόμενες εκλογές και όχι στις επόμενες γενιές.
Σε έναν κόσμο γεμάτο αβεβαιότητες – από την κλιματική κρίση μέχρι τις γεωπολιτικές αναταράξεις – η Ελλάδα καλείται να επανασχεδιάσει την οικονομική της στρατηγική. Πέρα από το μοντέλο του μαζικού τουρισμού και των υπηρεσιών, η ανάγκη για αυτάρκεια στα βασικά αγαθά και για στροφή στην οικονομία της γνώσης καθίστανται πλέον ζωτικής σημασίας.
Η μεγάλη απουσία από αυτή τη συζήτηση είναι δύο τομείς θεμελιώδεις για το μέλλον της χώρας: Ο πρωτογενής και ο τεταρτογενής τομέας. Δηλαδή η παραγωγή αγαθών και η ψηφιακή οικονομία και έρευνα/Καινοτομία.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι όλα τα κόμματα – είτε αυτοπροσδιορίζονται ως προοδευτικά, είτε ως συντηρητικά – αντιμετωπίζουν την οικονομία ως διαχείριση ταμείου και όχι ως στρατηγική για ένα νέο, σύγχρονο μοντέλο ανάπτυξης.
Η αποσιώπηση του πρωτογενούς τομέα
Στη χώρα του ήλιου, της ελιάς και της θάλασσας, η γεωργία, η κτηνοτροφία και η αλιεία γίνονται διαρκώς περιθωριακές στο δημόσιο λόγο. Και όταν αναφέρονται, είναι συνήθως με όρους επιδοτήσεων, αποζημιώσεων ή φορολογικών διευκολύνσεων.
Η γεωργία, η κτηνοτροφία και η αλιεία αποτέλεσαν επί δεκαετίες τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Σήμερα, πέρα από την παραδοσιακή σημασία τους, αποκτούν μια νέα στρατηγική διάσταση: την εξασφάλιση διατροφικής επάρκειας σε συνθήκες διεθνών αναταραχών και την αξιοποίηση των μοναδικών ελληνικών ποιοτικών πλεονεκτημάτων.
Όραμα και στρατηγική για την παραγωγή και τη γνώση ζητούν οι πολίτες, όχι άλλες διαχειρίσεις.
Γι αυτό και ο πρωτογενής τομέας δεν είναι φιλανθρωπία. Είναι στρατηγικός τομέας:
- για την αυτάρκεια σε συνθήκες διεθνούς αναταραχής,
- για την ανθεκτικότητα της οικονομίας,
- για την αναζωογόνηση της υπαίθρου.
Χωρίς δικά μας τρόφιμα, χωρίς δικές μας πρώτες ύλες, παραμένουμε ευάλωτοι σε κάθε κρίση. Η πρόσφατη εμπειρία της πανδημίας και των πολέμων στην ευρύτερη “γειτονιά” μας το απέδειξε με σκληρό τρόπο.
Το μοντέλο του μέλλοντος δεν είναι οι μεγάλες εντατικές καλλιέργειες χαμηλής ποιότητας, αλλά οι επώνυμες, βιολογικές και υψηλής προστιθέμενης αξίας παραγωγές. Η στροφή στην τυποποίηση, στην πιστοποίηση και στην έξυπνη αγροτεχνολογία (agri-tech) μπορεί να πολλαπλασιάσει τα έσοδα και να ξαναδώσει ζωή στην ελληνική ύπαιθρο.
Η δημιουργία αγροτικών συνεργατικών σχημάτων, η χρήση αισθητήρων, drones και τεχνητής νοημοσύνης στην καλλιέργεια, αλλά και η επένδυση στη γεωργία ακριβείας μπορούν να μεταμορφώσουν ένα τομέα που μέχρι πρόσφατα θεωρείτο ξεπερασμένος.
Αλλά στα προγράμματα των κομμάτων, τα ουσιαστικά μέτρα για έξυπνη γεωργία, για σύγχρονες αγροτικές υποδομές, για συνεργατικά σχήματα παραγωγών, για νέες τεχνολογίες στον αγροτικό τομέα, είναι ελάχιστα έως ανύπαρκτα. Περισσότερο ευχολόγια παρά ρεαλιστικές, εφαρμόσιμες προτάσεις.
«Αν δεν επενδύσουμε στην αυτάρκεια και στη γνώση, η Ελλάδα θα παραμένει εγκλωβισμένη στην ανάγκη και στην εξάρτηση.»
Ο τεταρτογενής τομέας: Ο μεγάλο άγνωστος
Η οικονομία της γνώσης — δηλαδή ο τεταρτογενής τομέας — είναι η οικονομία που δημιουργεί πλούτο από την πληροφορία, την τεχνολογία, την καινοτομία. Είναι η βάση πάνω στην οποία αναπτύχθηκαν όλες οι δυναμικές χώρες του 21ου αιώνα.
Κι όμως: στην Ελλάδα του σήμερα, η έρευνα, η τεχνητή νοημοσύνη, οι νεοφυείς επιχειρήσεις, η ψηφιακή καινοτομία αντιμετωπίζονται ως δευτερεύοντα θέματα παρά τα “παχιά λόγια” κυβερνητικών ή αντιπολιτευόμενων παραγόντων.
Δεν υπάρχει μακρόπνοο σχέδιο για το πώς η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει κέντρο τεχνολογίας στα Βαλκάνια ή τη Μεσόγειο.
Τα προγράμματα των κομμάτων περιορίζονται σε γενικόλογες εξαγγελίες (“στήριξη της έρευνας”, “ενίσχυση των startups”), χωρίς συγκεκριμένα μέτρα:
- για σύνδεση πανεπιστημίων-κοινωνίας-αγοράς,
- για επενδύσεις σε clusters και hubs καινοτομίας,
- για φορολογικά κίνητρα σε εταιρείες υψηλής τεχνολογίας,
- για προσέλκυση ταλέντων του εξωτερικού.
«Η παραγωγή και η καινοτομία δεν είναι απλώς προτεραιότητες — είναι όροι εθνικής επιβίωσης.»
Μια κουλτούρα που πρέπει να αλλάξει
Η κυρίαρχη κουλτούρα της ελληνικής πολιτικής τάξης εξακολουθεί να βλέπει την οικονομία ως προϋπολογισμούς και επιδόματα, όχι ως παραγωγή πλούτου και προστιθέμενη αξία.
Αν δεν υπάρξει συνειδητή στρατηγική για την παραγωγική ανασυγκρότηση και την καινοτομική ώθηση:
Θα συνεχίσουμε να εξαρτόμαστε από δανεικά και επιδοτήσεις. Θα βλέπουμε τα καλύτερα μυαλά μας να φεύγουν. Θα παραμένουμε κολλημένοι σε έναν φαύλο κύκλο στασιμότητας και ανασφάλειας.
Ένα Δίπολο για το Μέλλον: Αυτάρκεια ΚΑΙ Καινοτομία
Η Ελλάδα δεν πρέπει να διαλέξει ανάμεσα στον πρωτογενή και στον τεταρτογενή τομέα. Χρειάζεται και τους δύο.
Ο πρώτος θα εξασφαλίσει διατροφική αυτάρκεια, οικονομική ανθεκτικότητα και νέα ζωή στην ελληνική ύπαιθρο.
Ο δεύτερος θα δώσει δυναμισμό, εξωστρέφεια και ανταγωνιστικότητα στην οικονομία του μέλλοντος.
Χωρίς ένα ισχυρό παραγωγικό υπόβαθρο, κινδυνεύουμε να εξαρτόμαστε από άλλους.
Χωρίς καινοτομία και γνώση, κινδυνεύουμε να μείνουμε στο περιθώριο του 21ου αιώνα.
Η ευκαιρία είναι μπροστά μας. Το αν θα την αρπάξουμε, είναι πολιτική και κοινωνική απόφαση.
«Η χώρα χρειάζεται λιγότερους διαχειριστές και περισσότερους οικοδόμους του μέλλοντος.»
Η ατζέντα που λείπει
Η ατζέντα της επόμενης δεκαετίας πρέπει να έχει στον πυρήνα της δύο μεγάλες προτεραιότητες:
Αυτάρκεια στην παραγωγή. Ανάπτυξη της καινοτομίας.
Και αυτό απαιτεί πολιτικά σχέδια που δεν θα εξαντλούνται στα “πόσα θα πάρει ο καθένας”, αλλά θα απαντούν στο “πώς θα δημιουργήσουμε περισσότερο και καλύτερο πλούτο για όλους”.
Γιατί οι πολίτες που αναζητούν ουσιαστικές προτάσεις, λύσεις για την παραγωγική αναγέννηση, όραμα για ένα καλύτερο αύριο για τους ίδιους και τα παιδιά τους, δεν αρκούνται πια στα ωραία λόγια και στις λογιστικές πράξεις.
Βλέπουν τη γύμνια των πολιτικών αφηγημάτων.
Βλέπουν ότι κανείς δεν μιλά με σοβαρότητα για την αυτάρκεια της χώρας ή για τη στροφή στην οικονομία της γνώσης.
Βλέπουν την αμηχανία μπροστά στα πραγματικά μεγάλα διακυβεύματα του 21ου αιώνα.
Η απουσία στρατηγικής στον πρωτογενή και στον τεταρτογενή τομέα δεν είναι τεχνική αδυναμία. Είναι πολιτική αποτυχία. Και όσο παραμένει, θα αποξενώνει όλο και περισσότερους Έλληνες από τα κόμματα που κάποτε φιλοδοξούσαν να εκφράσουν τη δημιουργική και παραγωγική Ελλάδα.
Το ερώτημα δεν είναι μόνο ποιος θα κυβερνήσει. Το ερώτημα είναι ποιος θα χτίσει τη νέα Ελλάδα που αξίζει να ζήσεις και να ελπίζεις.
Η Ελλάδα δεν μπορεί να περιμένει άλλο. Το ερώτημα είναι: ποιο κόμμα – ποια ηγεσία – θα τολμήσει να θέσει επιτέλους τα πραγματικά θέματα στο τραπέζι;