Μέσα στον Οκτώβριο θα κατατεθεί στη Βουλή ο νέος νόμος για τον μηχανισμό εξωδικαστικής αναδιάρθρωσης επιχειρηματικών δανείων, ο οποίος θα αφορά όλες τις επιχειρήσεις και όλα τα χρέη προς τράπεζες, Δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία και λοιπούς ιδιώτες πιστωτές, ενώ από την ερχόμενη εβδομάδα θα μπορούν οι επενδυτές να καταθέτουν αιτήσεις για ένταξη στον αναπτυξιακό νόμο, όπως γνωστοποίησε ο υπουργός Οικονομίας Γιώργος Σταθάκης.
Μιλώντας σε εκδήλωση του Τμήματος Οικονομικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ την Τρίτη, ο υπουργός ανέφερε ακόμη ότι ετοιμάζεται με την αρχή Δημοσίων Εσόδων και τη γενική γραμματεία Εμπορίου, λύση και για το κλείσιμο μίας επιχείρησης. «Κι αυτό θα απελευθερώσει και τις τράπεζες διότι κάποιες εταιρείες θα διαγράφονται ως μη λειτουργούσες» είπε ο υπουργός.
Ακόμη ο κ. Σταθάκης ανέφερε ότι ετοιμάζεται από το υπουργείο Δικαιοσύνης σχέδιο νόμου που θα αφορά στο επάγγελμα του «διαχειριστή πτωχεύσεων».
Σχετικά με το ενδεχόμενο μετεξέλιξης του ΕΤΕΑΝ σε αναπτυξιακή τράπεζα, ο υπουργός ανέφερε ότι υπάρχουν νομικά εμπόδια στην Ε.Ε. για τη δημιουργία αναπτυξιακής τράπεζας. Ωστόσο, όπως είπε, θα αναβαθμιστεί ο ρόλος του τόσο ως προς τις εγγυοδοσίες, όσο και ως προς τις χρηματοδοτήσεις, με την ενσωμάτωση του ΤΑΝΕΟ στο ΕΤΕΑΝ.
Από το ΕΤΕΑΝ και τις συμφωνίες με τις διεθνείς τράπεζες, θα πέσουν στην αγορά 2,5 με 3 δισ. ετησίως, είπε ο κ. Σταθάκης, υπενθυμίζοντας ότι κονδύλια θα διατεθούν επίσης μέσω του ΕΣΠΑ και του «πακέτου Γιούνκερ».
Εξωδικαστικός μηχανισμός
Όπως προβλέπει ο εξωδικαστικός μηχανισμός και σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, κάθε ενδιαφερόμενος επιχειρηματίας θα μπορεί να υποβάλει την αίτησή του, μέσω ειδικά διαμορφωμένων προτύπων, που θα βρίσκει στην ιστοσελίδα της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους. Θα του υποδεικνύονται τα έγγραφα που οφείλει να προσκομίσει (πάντα ηλεκτρονικά) και θα έχει την ευκαιρία να αξιολογήσει την περίπτωση του δανείου του, μέσω προτυποποιημένων μελετών βιωσιμότητας.
Αφού κατατεθεί η αίτηση για αναδιάρθρωση, θα την αναλαμβάνει ένας συντονιστής από το Μητρώο Διαμεσολαβητών του υπουργείου Δικαιοσύνης. Ενώπιον του, θα διεξάγονται οργανωμένα διαπραγματεύσεις μεταξύ της επιχείρησης και όλων των πιστωτών, συμπεριλαμβανομένων του Δημοσίου και των ασφαλιστικών ταμείων, στο βαθμό που υπάρχουν σχετικά χρέη. Στο τραπέζι θα κάθονται και εκπρόσωποι των εργαζομένων και των προμηθευτών, εφ’ όσον υπάρχουν οφειλές και προς εκείνους.
Κάθε περίπτωση θα εξετάζεται στη βάση διαφανών και αποδεκτών από όλους κριτηρίων. Η βιωσιμότητα των μικρότερων επιχειρήσεων θα κρίνεται με βάση ένα αυτοματοποιημένο σύστημα ανάλυσης, ενώ οι μεγαλύτερες θα αξιολογούνται από ανεξάρτητο εκτιμητή. Εάν η διαδικασία καταλήξει σε συμφωνία των πιστωτών και του οφειλέτη, η υπόθεση θα παραπέμπεται σε δικαστή προς επικύρωση. Για να συμβεί αυτό, αρκεί να συναινέσουν οι εκπρόσωποι των πιστωτών για το 60% της οφειλής και στη συνέχεια, η δικαστική απόφαση, θα επιβάλλει και στο υπόλοιπο 40% να συμμορφωθεί.
Ως προς το περιεχόμενο των λύσεων δεν θα υπάρχουν περιορισμοί: θα μπορεί να αφορούν πολυετείς επιμηκύνσεις της περιόδου αποπληρωμής, διαγραφές μέρους των οφειλών και άλλους τρόπους που περιλαμβάνει ο Κώδικας Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο επιχειρηματίας ή οι μέτοχοι θα υποχρεούνται να χρηματοδοτούν την εταιρεία. Σε διαφορετική περίπτωση θα απομακρύνονται και θα ορίζονται ως μέτοχοι οι δανειστές, που θα αναζητούν επενδυτή. Ο μηχανισμός αναδιάρθρωσης είναι έτσι δομημένος ώστε να αποκλείει επιχειρήσεις που δεν αποπληρώνουν χρέη κατ’ επιλογή τους (κακοπληρωτές) και να επικεντρώνεται στην διάσωση κατά τα άλλα υγιών επιχειρήσεων. Για να διασφαλιστεί αυτό, θα αξιοποιείται και κάθε άλλο διαθέσιμο στοιχείο για την περιουσιακή κατάσταση των ιδιοκτητών της επιχείρησης (δηλώσεις στην εφορία, καταθέσεις σε τράπεζες κ.λπ.)
Υπάρχουν, επίσης, προβλέψεις για την ελάφρυνση νοικοκυριών και επιχειρήσεων από τη φορολόγηση της ωφέλειας που προκύπτει από τις διαγραφές τραπεζικών χρεών. Παράλληλα, προωθείται σειρά παρεμβάσεων στο δικαστικό σύστημα, για να διασφαλιστεί η επιτάχυνση των σχετικών διαδικασιών. Στο πλαίσιο αυτό έχουν ενισχυθεί τα δικαστήρια, δημιουργούνται ειδικευμένα δικαστήρια για υποθέσεις υπερχρέωσης ή αδυναμίας αποπληρωμής χρεών και προωθούνται αλλαγές στον πτωχευτικό κώδικα.
Ακόμη, το πλαίσιο προβλέπει διαφάνεια στην ταυτότητα των μετόχων, υποβολή των βασικών αρχών της στρατηγικής τους, του επιχειρησιακού πλάνου και της μεθοδολογίας διεκδίκησης των δανείων (με έμφαση στην αναδιάρθρωση) κ.α. Επιτροπή των υπουργείων θα γνωμοδοτεί επί των αιτήσεων αδειοδότησης και το μητρώο των αδειοδοτούμενων θα δημοσιεύεται στο site της ΤτΕ. Τα μη πιστωτικά ιδρύματα που θα αποκτήσουν δάνεια θα είναι Α.Ε. που θα εδρεύουν στην Ελλάδα ή που θα έχουν έδρα στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο. Όσον αφορά όσους αποκτούν δάνεια από τρίτες χώρες, δεν θα έχουν έδρα σε κράτος που έχει προνομιακό φορολογικό καθεστώς ή σε μη συνεργάσιμο κράτος.
Τι ισχύει για την πρώτη κατοικία
Ο κ. Σταθάκης υπενθύμισε ότι μέχρι το 2018 δεν επιτρέπεται η μεταβίβαση δανείων που συνδέονται με πρώτη κατοικία:
- ανεξαρτήτως κατηγορίας, δηλαδή όχι μόνο τα στεγαστικά δάνεια αλλά και τα καταναλωτικά δάνεια, τα επισκευαστικά δάνεια, τα δάνεια ελεύθερων επαγγελματιών, εμπόρων, αγροτών, καθώς και τα δάνεια μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που έχουν διασφάλιση σε πρώτη κατοικία,
- με αντικειμενική αξία μέχρι 140.000 ευρώ (άνω του 90% του συνόλου στεγαστικών δανείων πρώτης κατοικίας).
Προστασία και για όσα μεταβιβαστούν
Για τους δανειολήπτες που τα δάνειά τους θα μεταβιβαστούν σε μη τραπεζικές εταιρείες, ο κ. Σταθάκης επέμεινε ότι η ελληνική κυβέρνηση πέτυχε να μην υπάρξει καμία ουσιαστική διαφορά, καθώς το πλαίσιο προστασίας είναι το ακριβώς το ίδιο με αυτό που ισχύει για τις τράπεζες (ν. Κατσέλη, Κώδικας Δεοντολογίας κ.λπ.), ενώ δεν θα μπορούν σε καμία περίπτωση να επιδεινώνονται οι όροι του δανείου. Υπάρχει, επίσης, ειδική πρόνοια για συμβάσεις με μεταβλητό επιτόκιο, όπως πρόσθεσε.
Εξήγησε επιπλέον ότι πριν από τη μεταβίβαση μη εξυπηρετούμενων δανείων, οι τράπεζες οφείλουν να έχουν κάνει πρόσφατη εμπεριστατωμένη και ουσιαστική πρόταση ρύθμισης στους δανειολήπτες, ενώ οφείλουν να επιδεικνύουν αυξημένη ευαισθησία για τις ευπαθείς ομάδες. Μετά τη μεταβίβαση των δανείων, οι μη τραπεζικές εταιρείες θα πρέπει να ακολουθήσουν εκ νέου τη διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας και να κάνουν πρόταση ρύθμισης.