Σε μία άνευ προηγουμένου διελκυστίνδα σχετικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και κατά συνέπεια τις ίδιες τις δυνατότητες εφαρμογής και επιτυχίας του ελληνικού προγράμματος έχουν περιέλθει οι σχέσεις μεταξύ των Θεσμών, καθώς ο ένας επιρρίπτει ευθύνες στον άλλο και όλοι μαζί, λιγότερο ή περισσότερο, στην Αθήνα.
Πρόκειται, ουσιαστικά, για ένα blame game με φόντο τρία βασικά ορόσημα:
- Τις Γερμανικές εκλογές, στις οποίες ο Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε θέλει να προσέλθει το κόμμα του με λυμένα τα χέρια, είτε δια της παραμονής του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, είτε δια της υποταγής της Αθήνας σε ένα νέο πακέτο σκληρών μέτρων,
- Την τελική απόφαση του ΔΝΤ, αρχής γενομένης από τη συνεδρίαση του Εκτελεσιτκού Συμβουλίου του στις 6 Φεβρουαρίου και,
- Την απόφαση της ΕΚΤ σχετικά με το εάν θα εντάξει ή όχι και πότε την ελληνική οικονομία στο σύστημα ποσοτικής χαλάρωσης.
Στο πλαίσιο αυτό και μετά τη δημοσιοποίηση της έκθεσης του ΔΝΤ, ο ESM που ελέγχεται από τον Σόϊμπλε απαντά: «Το ελληνικό χρέος είναι διαχειρίσιμο, αν οι συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις εφαρμοστούν πλήρως».
Διαβάστε: Τι αναφέρει η έκθεση βιωσιμότητας του ΔΝΤ και τι προτείνει για το ελληνικό πρόγραμμα- Ποια μέτρα και μεταρρυθμίσεις απαιτεί η Κριστίν Λαγκάρντ- Σε συμπληγάδες η αξιολόγηση
WSJ: Τι προβλέπει έγγραφο του ESM για το ελληνικό χρέος
Συγκεκριμένα, εκπρόσωπος του ESM, επισημαίνει ότι λόγω της συζήτησης που έχει γίνει σχετικά με το ελληνικό χρέος, μετά τη διαρροή της έκθεσης του ΔΝΤ, ο ESM δίνει στη δημοσιότητα τις εξής γενικές παρατηρήσεις για το χρέος της Ελλάδας:
«Πιστεύουμε ότι το ελληνικό χρέος είναι διαχειρίσιμο, αν οι συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις εφαρμοστούν πλήρως, χάρη στους εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους δανεισμού από τον ESM μακροπρόθεσμα, αλλά και στα βραχυπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνσή του, τα οποία υιοθετήθηκαν πρόσφατα».
«Η Ελλάδα και οι ευρωπαίοι συμφώνησαν σε μια φιλόδοξη δημοσιονομική πορεία κατά τη διάρκεια του προγράμματος, η οποία είναι αξιόπιστη και στηρίζεται από τα μέτρα έκτακτης ανάγκης, σε περίπτωση απρόβλεπτων γεγονότων».
«Το περασμένο έτος, η δημοσιονομική απόδοση της Ελλάδας ήταν καλύτερη από το αναμενόμενο».
«Η Ευρώπη έχει ξεκάθαρα δεσμευτεί να στηρίξει την Ελλάδα με επιπλέον ελάφρυνση χρέους, μετά τη λήξη του προγράμματος του ESM, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό θα είναι αναγκαίο και ότι η Ελλάδα θα έχει εφαρμόσει όλες τις συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις του προγράμματος».
«Ως εκ τούτου, δεν βλέπουμε κανένα λόγο για κινδυνολογία γύρω από την αξιολόγηση της κατάστασης του χρέους στην Ελλάδα».
Η απάντηση του ESM έρχεται μετά την δημοσιοποίηση εμπιστευτικής έκθεσης του ΔΝΤ, που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο συμμετχοής του στο ελληνικό πρόγραμμα.
Στην εμπιστευτική έκθεση, 38 σελίδων, αποσπάσματα από την οποία παρουσιάζει σήμερα η εφημερίδα «Καθημερινή» το ΔΝΤ θέτει σειρά νέων όρων για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα. Η έκθεση αυτή, μαζί με την έτερη έκθεση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, θα παρουσιαστούν στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΝΤ, κατά τη συνεδρίαση της 6ης Φεβρουαρίου. Και, όπως σημειώνεται στο σχετικό ρεπορτάζ, «οι δύο εκθέσεις σε συνδυασμό, θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό τη στάση που θα κρατήσει το ΔΝΤ στις διαπραγματεύσεις του με την ελληνική κυβέρνηση για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και τη συμφωνία για το νέο πρόγραμμα».
Διατύπωση που εκ των πραγμάτων αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο συμμετοχής του διεθνούς οργανισμού στο ελληνικό πρόγραμμα και ενώ ήδη τίθεται το ερώτημα αν οι εκθέσεις αυτές αποτελούν προαναγγελία, προετοιμασία εξόδου από το πρόγραμμα. Αλλά και για το γνωστό «αγκάθι» του πρωτογενούς πλεονάσματος, επισημαίνεται επί λέξει: «Είναι αμφίβολο κατά πόσο η Ελλάδα μπορεί να κάνει ιστορικό ρεκόρ καταφέρνοντας να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% -4,5%».
Η εμπιστευτική έκθεση του ΔΝΤ έχει ήδη περιέλθει σε γνώση των ευρωπαϊκών θεσμών -δημοσιεύεται, άλλωστε, σε ανταπόκριση από τις Βρυξέλλες- και θέτει, όπως αναφέρεται στο σχετικό δημοσίευμα, «μια ευρύτερη ατζέντα μεταρρυθμίσεων», πέρα, δηλαδή, από το ασφαλιστικό και το αφορολόγητο, σε τομείς όπως οι αγορές, τα εργασιακά, αλλά και ο τραπεζικός τομέας («κόκκινα» δάνεια, θεσμικό πλαίσιο για πτωχεύσεις, ορισμός διοικήσεων τραπεζών).
Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, «βάρος πρέπει να δοθεί στην κοινωνική δικαιοσύνη του προγράμματος», ενώ αναγνωρίζονται και λάθη κατά τα προηγούμενα έτη: «Ένα λιγότερο φιλόδοξο πρόγραμμα, με λιγότερο θετικές προβλέψεις για την οικονομία, που θα απαιτούσε περισσότερη χρηματοδότηση και μεγαλύτερη ελάφρυνση του χρέους θα είχε μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας».
Οι συντάκτες της έκθεσης δεν αποφεύγουν, τέλος, να κάνουν σχολιασμό της πολιτικής κατάστασης, καθώς «ενώ είχε συντελεστεί πρόοδος στα δύο πρώτα χρόνια του προγράμματος (2012- 2014), αυτό ναυάγησε εξαιτίας των αρνητικών πολιτικών εξελίξεων».
Πηγή ethnos.gr