«Δυστυχώς η Πολιτεία και τα συνδικαλιστικά όργανα των ναυτικών μας δεν έχουν εκμεταλλευθεί τη δυναμική της ελληνόκτητης ναυτιλίας να προσφέρει νέες θέσεις εργασίας σε άνεργους συμπολίτες μας, οι οποίοι στερούνται άλλων εργασιακών ευκαιριών λόγω της οικονομικής κρίσης που βιώνει η χώρα μας. Θα πρέπει όμως να γίνει κατανοητό ότι για να παραμείνει η ελληνόκτητη ναυτιλία στρατηγικός πυλώνας και μοχλός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα πρέπει να είναι ανταγωνιστική. Επομένως, και η ναυτολόγηση ελληνικών κατώτερων πληρωμάτων είναι εφικτή μόνο με όρους σύμφωνους με τα νομίμως κρατούντα στην παγκόσμια αγορά ναυτιλιακής εργασίας».
Αυτό επεσήμανε κατά την Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση των μελών της Ενώσεως Ελλήνων Εφοπλιστών, ο Πρόεδρος κ. Θεόδωρος Βενιάμης ο οποίος, αναφέρθηκε λεπτομερώς στις εξελίξεις που σημειώθηκαν στην ποντοπόρο ναυτιλία τον περασμένο χρόνο, καθώς και στα πεπραγμένα του αντιπροσωπευτικού συλλογικού οργάνου του ελληνικού εφοπλισμού.
Και πρόσθεσε: «Θέλω όμως να ελπίζω ότι θα ξεπεραστούν, έστω και καθυστερημένα, ανεδαφικά συνδικαλιστικά προσκόμματα που εμποδίζουν τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, σε μια χώρα που η ανεργία κλονίζει τους ιστούς της κοινωνίας μας».
Ο κ. Βενιάμης υπογράμμισε ότι η ελληνική ναυτιλία διατήρησε την πρωτοκαθεδρία της, συνεχίζοντας να κατέχει εντυπωσιακά ποσοστά πλοιοκτησίας στην παγκόσμια ναυτιλιακή σκηνή: Ελέγχουμε το 20% περίπου της παγκόσμιας χωρητικότητας σε dwt με 4.600 πλοία και ειδικότερα το 28% στον τομέα των δεξαμενοπλοίων, το 22% στα bulk carriers, το 16% στα πλοία μεταφοράς χημικών και προϊόντων πετρελαίου, το 15% στα LNG / LPG, το 13% στα ψυγεία και το 9% στα containers.
Αναφερόμενος στις προοπτικές του κλάδου της ναυτιλίας, ο κ. Βενιάμης υπογράμμισε ότι το 2016 ήταν μια κακή χρονιά, αλλά το 2017 διαφαίνεται πιο υποσχόμενο.
Οπως είπε, παραμένει το πρόβλημα της υπερπροσφοράς χωρητικότητας και η ανισορροπία με τη ζήτηση καθώς και οι δυσκολίες χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα λόγω και των επερχόμενων αλλαγών που επιβάλλει η Σύμβαση της Βασιλείας 3 και 4. Η αναμενόμενη όμως αύξηση, αν και μικρή, του παγκόσμιου εμπορίου, σε συνδυασμό, με τη συνεχιζόμενη τάση για διάλυση πλοίων, και τις αναπροσαρμογές στα προγράμματα ναυπηγήσεων, δηλαδή, τη μείωση των νέων παραγγελιών, την ακύρωση ορισμένων και την καθυστέρηση παραλαβής νεότευκτων, δημιουργεί προσδοκίες για μία καλύτερη πορεία της ναυλαγοράς και για καλύτερες αξίες των πλοίων.