Το «φιλότιμο» είναι μια από τις λέξεις που αποδεικνύουν ότι η ελληνική γλώσσα είναι τόσο μοναδική που πολλές φορές τείνει να γίνει μέχρι και αμετάφραστη.
Η επίσημη αλλά παράλληλα ανεπαρκής μετάφραση της λέξης είναι «η αγάπη για την τιμή». Παρότι αυτός ο ορισμός δίνει μια κατεύθυνση σε κάποιον ξένο προκειμένου να καταλάβει την σημασία της λέξης, δεν περικλείει επακριβώς όλο το νόημα της.
Το BBC έκανε ένα μεγάλο αφιέρωμα στην ρίζα και στην σημασία αυτής της λέξης και υπογράμμισε τα συμπεράσματα που οι υπόλοιποι μπορούν να βγάλουν, ακούγοντας ντόπιους Έλληνες να περιγράφουν τι σημαίνει η λέξη «φιλότιμο» για τους ίδιους.
Το ενδιαφέρον της υπόθεσης έγκειται στο γεγονός ότι οι περισσότεροι Έλληνες που ρωτήθηκαν έδωσαν μια εντελώς δικιά τους ερμηνεία στην λέξη. Πράγμα που σηματοδοτεί το πολυδιάστατο νόημα του «φιλότιμου».
Η Πηνελόπη Καλαφάτη είπε πως το φιλότιμο είναι «να κάνεις το σωστό», ενώ ο Νικόλας Παπανικολάου εξήγησε ότι γι’αυτόν σημαίνει «να αγαπάς και να τιμάς τον Θεό και την κοινωνία».
Ο ηθοποιός Κωστής Θωμόπουλος όρισε το φιλότιμο ως μια «προσπάθεια προς την τελειότητα», ενώ η Τατιάνα Παπαδοπούλου είπε πως είναι «να βγεις από την ζώνη ασφαλείας και άνεσης και να βοηθήσεις κάποιον που το έχει ανάγκη».
Όπως είναι κατανοητό, είναι εμφανές ότι όχι μόνο η λέξη παραμένει αμετάφραστη προς τις ξένες γλώσσες, αλλά ακόμη και οι ίδιοι οι Έλληνες δυσκολεύονται να συμφωνήσουν σε έναν ενιαίο ορισμό.
«Η μυθολογία που συνοδεύει αυτήν την αόριστη έννοια δεν έχει προηγούμενο. Πράγματι, η λέξη είναι αδύνατο να μεταφραστεί με ακρίβεια σε οποιαδήποτε γλώσσα», εξηγεί ο Βασίλειος Π. Βερτουδάκης, λέκτορας της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο ίδιος έπειτα συμπλήρωσε: «Πάντως, το φιλότιμο αποτελεί δομικό στοιχείο της ελληνικής ιδιοσυγκρασίας, ειδικά αν συμμεριστούμε την στάση της Ελλάδας σε σχέση με αυτό που αποκαλούμε Δύση».
Ο Βερτουδάκης προσπάθησε να διεισδύσει πιο βαθιά στην γλωσσολογική προέλευση της αμφιλεγόμενης αυτής λέξης και είπε πως η λέξη προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «φιλοτιμία» και η πρώτη της γραπτή αναφορά μπορεί να βρεθεί στα γραπτά του λυρικού ποιητή Πίνδαρου.
Ο φιλόλογος εξηγεί πως με τα χρόνια η λέξη άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο οι περισσότεροι άνθρωποι την εκλάμβαναν και σημειώνει πως κάπου κατά τον 15ο αιώνα μ.Χ. η έννοια αναζωογονήθηκε και απέκτησε μεγάλη σημασία καθώς οι Οθωμανοί είχαν αποκόψει τους Έλληνες από την επικοινωνία που έως τότε είχαν με την Δύση.
«Οι υποταγμένοι Έλληνες άρχισαν να δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα σε έννοιες όπως αυτή της υπερηφάνειας, της τοπικής κοινότητας και των διαπροσωπικών σχέσεων. Αντί να αναπτύξουν μια θεσμική συνείδηση όπως συνέβη στη Δυτική Ευρώπη, οι ελληνικές κοινότητες διαποτίστηκαν από το φιλότιμο, το οποίο δεν ήρθε ως αποτέλεσμα του νόμου ή της λογικής αλλά από το έντονο συναίσθημα και ως έναν βαθμό από την οικειότητα».
Ο Γερμανός Andreas Deffner με την σειρά του λέει με λυρικό τρόπο πως το φιλότιμο έτσι όπως αυτός το εκλαμβάνεται είναι «δυο τρεις θετικές σκέψεις, ένα λίτρο όρεξη για ζωή, 500 γραμμάρια φιλοξενίας, 10 σταγόνες συμπάθειας, μια ουγκιά υπερηφάνειας, αξιοπρέπεια και η εσωτερική μας φωνή».