Η δήλωση του Γιάννη Μπουτάρη περί της ενδεχόμενης μετονομασίας των αεροδρομίου και των ΚΤΕΛ της Θεσσαλονίκης, για να μη νομίζουν οι τουρίστες ότι «προσγειώνονται στα Σκόπια», συνοδευόμενη από την τολμηρή ομολογία ότι «τη μάχη του ονόματος τη χάσαμε», ήταν ένα ακόμα επεισόδιο στον ταραγμένο πολιτικό βίο ενός από τους πιο εκκεντρικούς δημόσιους άνδρες της χώρας.
Εκκεντρικούς, όχι με την συνήθη έννοια του πολιτικού ή του δημόσιου προσώπου που προσπαθεί με το ζόρι να τραβήξει τα φώτα της δημοσιότητας επάνω του, αλλά περισσότερο επειδή το καταφέρνει αυτό με δηλώσεις και στάσεις αιρετικές που διαταράσσουν τη συμβατικότητα, χωρίς να τον απασχολούν οι συνέπειες.
Κι αν θεωρεί κανείς λίγο πριν μπει στο 77ο έτος της ηλικίας του ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης δεν έχει πια κάτι να φοβάται και μπορεί να λέει και μια κουβέντα παραπάνω, τότε μάλλον δεν έχει παρακολουθήσει την πορεία του. Αν πάλι προσπαθήσει να τα αποδώσει όλα αυτά στη συμπεριφορά ενός «γραφικού», που φοράει σκουλαρίκι και προκαλεί τον κοινό τόπο, μάλλον δεν έχει εκτιμήσει σωστά τι έχει καταφέρει στη ζωή του, και ιδιαίτερα την πολιτική, ο Γιάννης Μπουτάρης. Και μάλιστα σχεδόν μόνος του, χωρίς την υποστήριξη μεγάλων κομμάτων και μηχανισμών.
Καταγωγής βλαχικής και «σλαβομακεδονικής» ο Γιάννης Μπουτάρης, υπήρξε τα τελευταία 20 χρόνια κατεξοχήν ο άνθρωπος που συγκρούστηκε με τον εγγενή «επαρχιωτισμό» της συμπρωτεύουσας. Μιας πόλης που από το 1986 είχε βυθιστεί σε μια συντηρητική δίνη, μέσα στην οποία τον τόνο έδιναν οι παραεκκλησιαστικές οργανώσεις, η σκληρή λαϊκή δεξιά, αλλά και η εσωστρεφής γκρίνια για τη θέση της Θεσσαλονίκης απέναντι στην Αθήνα. Κοιτάζοντας κανείς του πολιτικούς άνδρες που αναδείχθηκαν σε αυτήν την πόλη όλα αυτά τα χρόνια, δε μπορεί σίγουρα να νιώσει ότι ξεχείλιζαν χάρισμα ή ευρωπαϊκό αέρα. Ο Παναγιώτης Ψωμιάδης υπήρξε για μια δεκαετία τουλάχιστον η κορυφαία πολιτική φιγούρα της πόλης, κερδίζοντας με άνεση όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις με τεράστια ποσοστά -πριν ξεκινήσει νέα καριέρα στη διαφήμιση αποκριάτικων στολών. Ο μακαρίτης Κωνσταντίνος Κοσμόπουλος και ο καταδικασθείς Βασίλης Παπαγεωργόπουλος, μονοπώλησαν τη δημαρχία της πόλης για περισσότερα από 20 χρόνια. Σε όλο αυτό το διάστημα, κάθε προσπάθεια να αναδειχθεί ένα εναλλακτικό πρόσωπο της Θεσσαλονίκης έπεφτε στο κενό ή διάγε βίο σύντομο.
Την περίοδο εκείνη ο Γιάννης Μπουτάρης πάλευε και νικούσε τον αλκοολισμό (κάτι για το οποίο μίλησε ανοιχτά ο ίδιος), πριν ιδρύσει, το 2002, την «Πρωτοβουλία για τη Θεσσαλονίκη», μια κίνηση που μιλούσε ανοιχτά για την ανάγκη να αλλάξει άρδην η φυσιογνωμία της πόλης. Γνωστός ως οινοπαραγωγός, θα εκλεγεί δημοτικός σύμβουλος με το ΚΚΕ (!) δύο φορές, χωρίς ποτέ να προσχωρήσει στις ιδέες του. Θα υποστηρίξει για λίγο τον Γιώργο Παπανδρέου, στην αρχή της προεδρίας του στο ΠΑΣΟΚ, όταν υποστήριζε διάφορες φιλελεύθερες ιδέες, θα προσχωρήσει αργότερα στην αμιγώς φιλελεύθερη «Δράση». Το βάρος όμως πέφτει στη Θεσσαλονίκη. Το 2006, ως ανεξάρτητος υποψήφιος, ξεπερνά το 15%. Το 2010, εκμεταλλευόμενος και τα σκάνδαλα της περιόδου Παπαγεωργόπουλου, παίρνει μια οριακή νίκη με ποσοστό 50,1%, αποσπώντας τον δήμο από τη δεξιά για πρώτη φορά μετά από 24 χρόνια. 4 χρόνια μετά, ο θρίαμβός του είναι αναμφισβήτητος, με ποσοστό 58%.
Είναι δύσκολο να προσδιορίσει κανείς τον Μπουτάρη πολιτικά. Ορισμένες ιδέες του είναι αριστερές. Άλλες, όπως η ιδιωτικοποίηση των πανεπιστημίων ή η επέκταση των τραπεζοκαθισμάτων, δείχνουν μάλλον δεξιές, νεο-φιλελεύθερες. Και ορισμένες φορές, η στάση του προσομοιάζει με αυτή ενός ήπιου σοσιαλδημοκράτη. Το βέβαιο είναι ότι ο Γιάννης Μπουτάρης είναι ένας «μοντερνιστής», ένας «liberal» όπως λένε στην Αμερική. Οι ιδέες του επιχειρούν συνήθως να αντιπαραβάλουν την κοινή λογική σε αυτό που ο ίδιος θεωρεί κατά συνθήκη ψεύδος. Μερικές από αυτές δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητες. Όπως αυτή για την απόδοση τιμών στην εβραϊκή παράδοση της πόλης, ενδεχόμενο που έμοιαζε πολύ μακρινό με τις παλιές διοικήσεις του δήμου. Το ίδιο και με τη μετατροπή του σπιτιού που γεννήθηκε ο Κεμάλ σε μουσείο. Λίγα χρόνια πριν, δεν είχε διαστάσει να πει ότι η Θεσσαλονίκη δεν αντέχει πολλές ομάδες και ότι πρέπει να μείνει μία σε κάθε άθλημα: ο ΠΑΟΚ στο ποδόσφαιρο, ο Άρης στο μπάσκετ και ο Ηρακλής στο βόλεϊ. Μια δήλωση που είχε φέρει απέναντί του τους οπαδούς και των τριών ομάδων.
Κι όμως είναι αδύνατο να μην παραδεχθείς ότι ο Μπουτάρης έχει αλλάξει τη φυσιογνωμία της Θεσσαλονίκης, προβάλοντας την πλευρά της που διαχωρίζεται από το συντηρητικό της πρόσωπο και η οποία παρέμενε παραγκωνισμένη για χρόνια. Για κάποιους το κάνει καλώς, για κάποιους κακώς. Για κάποιους το κάνει καλά, για κάποιους κακά.
Ένα είναι σίγουρο: Τον Μπουτάρη μπορείς να τον αγαπάς. Μπορείς να τον μισείς. Αλλά δεν μπορείς να τον αγνοήσεις.
Πηγή: neaselida.gr