Την επόμενη εβδομάδα το οικονομικό επιτελείο θα αποστείλει το κείμενο στους θεσμούς στο οποίο θα περιγράφεται ο κορμός επί του οποίου θα επιχειρηθεί να δομηθεί σε συμφωνία με τους θεσμούς και τις τράπεζες, το διάδοχο σχήμα του νόμου Κατσέλη. Αυτό είναι το μεγαλύτερο αγκάθι στις διαπραγματεύσεις αλλά όχι το μοναδικό.
Σύμφωνα με το euro2day.gr η κυβέρνηση αναγκάστηκε να εξαλείψει από το προσκήνιο τουλάχιστον μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο της εκταμίευσης της δόσης των 644 εκατ. ευρώ στο Eurogroup της 11ης Μαρτίου, τη ρύθμιση χρεών σε έως 120 δόσεις για την εφορία και στέλνει μηνύματα ότι το διάδοχο πλαίσιο του νόμου Κατσέλη θα έχει «περίμετρο» τόση όση προσδιορίζεται από το διαθέσιμο ποσό επιδότησης των 150 εκατ. ευρώ. Επιπρόσθετα διευκρινίζεται ότι η επιδότηση στεγαστικού δανείου δεν θα αφορά τους πάντες (δεν θα μπορούσε άλλωστε), αφού εκτός από το ύψος των οφειλών που απομένουν προς πληρωμή, θα συνεξετάζονται το ύψος της εμπορικής αξίας της πρώτης κατοικίας, περιουσιακά και εισοδηματικά κριτήρια.
Προς αύξηση 8% του κατώτατου μισθού – Από πότε θα ισχύσει
Κρίσιμες «λεπτομέρειες» μένει να διευθετηθούν και στο θέμα των αυξήσεων του κατώτατου μισθού.
Κυβερνητική πηγή ανέφερε χθες ότι οι θεσμοί δεν εξετάζουν το ύψος των αυξήσεων αλλά κατά πόσο τηρήθηκε η προβλεπόμενη από το νόμο διαδικασία αναπροσαρμογής του. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι οι θεσμοί δεν είδαν με καλό μάτι αυξήσεις που θα υπερβαίνουν το 5% κινούμενες περισσότερο προς το 10%, όπως φέρεται να σχεδιάζει η κυβέρνηση, αλλά δεν πρόκειται να τις μπλοκάρουν. Το ζητούμενο είναι τώρα «τι θα γράψουν στην έκθεσή τους» όπως ανέφερε πηγή με γνώση των διεργασιών. Οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό θα ανακοινωθούν την ερχόμενη εβδομάδα.
Η πρώτη επίσημη «αντίδραση» της Κομισιόν, ήταν μάλλον χλιαρή. Σε ανακοίνωση η οποία εκδόθηκε μετά την ολοκλήρωση των συνομιλιών στην Αθήνα έγινε μια απλή καταγραφή των κεφαλαίων που εξετάστηκαν χωρίς αιχμές. Το μόνο το οποίο επιβεβαιώνει επί της ουσίας η Κομισιόν είναι πως υπάρχει ακόμα δουλειά να γίνει, με τη διατύπωση «ο στενός διάλογος για τις προκλήσεις και τις προτεραιότητες της οικονομικής πολιτικής θα συνεχιστεί».
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο από την πλευρά του πάντως, χωρίς να λέει να μην αυξηθεί ο κατώτατος μισθός ή να μην καταργηθεί ο υποκατώτατος σημειώνει πως για να διατηρηθούν οι ωφέλειες σε όρους ανταγωνιστικότητας οι οποίες κατακτήθηκαν δύσκολα, θα πρέπει να υπάρξουν παράλληλες μεταρρυθμίσεις με έμφαση στην αύξηση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας. «Εν μέσω αυξημένων μισθολογικών πιέσεων, για να διατηρηθούν οι ωφέλειες σε ανταγωνιστικότητα που επιτεύχθηκαν δύσκολα, η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει να προωθεί την μεταρρυθμιστική της ατζέντα. Η αναπτυξιακή στρατηγική των αρχών συμπεριλαμβάνει αξιέπαινους στόχους υψηλού επιπέδου, αλλά περαιτέρω μέτρα θα χρειαστούν για την επίτευξή τους. Στην αγορά εργασίας, η περισσότερη ευελιξία θα βοηθούσε την άμβλυνση τυχόν αρνητικών επιδράσεων στην ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση από μισθολογικές πιέσεις οι οποίες υπερβαίνουν την αύξηση της παραγωγικότητας και από την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού».
Κατά τα λοιπά το ΔΝΤ στη δική του εκτεταμένη ανακοίνωση περιγράφει ένα περιβάλλον αυξανόμενων κινδύνων για την ελληνική οικονομία και χωρίς να φέρνει την… καταστροφή, εστιάζει την προσοχή στην μεταρρυθμιστική κόπωση στο πλαίσιο ενός έτους εκλογών, ζητά προληπτική δράση για τη διαχείριση δημοσιονομικών κινδύνων που σχετίζονται με δικαστικές αποφάσεις, επιμένει στην εφαρμογή της προνομοθετημένης μείωσης του αφορολογήτου το 2020, ώστε να μειωθούν οι φόροι για νοικοκυριά και επιχειρήσεις και τονίζει την ανάγκη ταχύτερης μείωσης των κόκκινων δανείων όπως άλλωστε και την ανάγκη προσεκτικών κινήσεων ώστε ενδεχόμενη χρήση κρατικών εγγυήσεων να μην επηρεάσει τους ισολογισμούς των τραπεζών και του κράτους.
Μετά την ολοκλήρωση των συζητήσεων στην Αθήνα, ο διάλογος με τους θεσμούς παραμένει ενεργός για τα εκκρεμή 16 μεταμνημονιακά «προαπαιτούμενα», την κάλυψη των καθυστερήσεων και τις τελικές αποφάσεις για το διάδοχο σχήμα του νόμου Κατσέλη.
Για να εξασφαλίσει μια θετική έκθεση στις 27 Φεβρουαρίου από την Κομισιόν, η ελληνική κυβέρνηση τις επόμενες εβδομάδες θα πρέπει να δώσει «ρέστα» στην εξόφληση ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του δημοσίου, όπου διαπιστώθηκε πως δεν τηρήθηκε η δέσμευση για μηδενισμό τους στα τέλη του 2018.
Θα πρέπει επίσης να δώσει δείγματα προσήλωσης στο πλάνο αποκρατικοποιήσεων όπου καταγράφονται σημαντικές αρρυθμίες και να στείλει σινιάλα προσήλωσης στο πλάνο μεταρρυθμίσεων.
Κυβερνητικές πηγές όμως διαβεβαιώνουν πως η δόση των 644 εκατ. ευρώ δεν κινδυνεύει.
ΠΗΓΗ: euro2day.gr