Ζητήματα αναφορικά με τις τυπικές αλλά και τις ουσιαστικές προϋποθέσεις του νόμου για την χορήγηση τακτικής άδειας στον καταδικασθέντα για συμμετοχή στη 17Ν, Δημήτρη Κουφοντίνα, θίγει στο σκεπτικό του ο Άρειος Πάγος, στέλνοντας την υπόθεση πίσω στο Βόλο για επανεξέταση. Σύμφωνα με το υπ’ αριθμ. 1001/2019 βούλευμα, που εξέδωσε το Ανώτατο Δικαστήριο υιοθετώντας την κρίσης της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, Ξένης Δημητρίου, οι πολυισοβίτες έχουν τα ίδια δικαιώματα με τους ισοβίτες αναφορικά με τη χορήγηση αδειών.
«Η θέση του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου, η οποία φαίνεται να εδράζεται στη γραμματική διατύπωση του άρθρου 55 παρ. 1 του Σωφρονιστικού Κώδικα, είναι εσφαλμένη σύμφωνα και με τα όσα αρχικώς εξετέθησαν στις αρχικές σκέψεις της παρούσης αποφάσεως, καθώς πρέπει να σημειωθεί ότι ο νομοθέτης, στο αφηρημένο επίπεδο της κατάστρωση διάταξης νόμου, χρησιμοποιεί πάντοτε τον ενικό αριθμό, χωρίς αυτό να υποδηλώνει ότι η εφαρμογή του εξαντλείται στην άπαξ πραγμάτωση του σχετικού κανόνα» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, οι ανώτατοι δικαστές διευκρινίζουν στο βούλευμά τους ότι και η κρίση του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών του Βόλου αναφορικά με τις ουσιαστικές προϋποθέσεις πάσχει, χαρακτηρίζοντάς την αντιφατική. Όπως επισημαίνεται, «το συμβούλιο προχώρησε στην εξέταση των ουσιαστικών προϋποθέσεων και δέχθηκε ότι δεν συνέτρεχαν ούτε αυτές, στηριζόμενο κυρίως στο ότι ο κρατούμενος δήλωσε ενώπιον του αυτολεξεί, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: «Να πιάσουμε το κόκκινο νήμα της αντίστασης (…) αμφισβήτησα ένοπλα το κρατικό μονοπώλιο (της βίας), γι’ αυτό καταδικάστηκα…». Το συμβούλιο εν προκειμένω δέχεται, αφενός μεν ότι στην έννοια του σωφρονισμού δεν περιλαμβάνεται η καθοιονδήποτε τρόπο ιδεολογική μεταστροφή του κατάδικου, στη συνέχεια όμως, αντιφατικά δέχεται ότι ο κρατούμενος δεν είναι πρόθυμος να αλλάξει στάση ζωής και να μεταμεληθεί αλλά εμμένει στην άποψη του περί ένοπλος ανατροπής του κρατικού μονοπωλίου της βίας και άρα καθιστά εναργές ότι, ευκαιρίας δοθείσης, δεν αποκλείεται να τελέσει και νέες αξιόποινες πράξεις ιδιαίτερες απαξίας».
Και συνεχίζουν οι αρεοπαγίτες τονίζοντας πως «το προσβαλλόμενο βούλευμα δέχεται ότι ο κρατούμενος δεν έχει τιμωρηθεί πειθαρχικά κατά τη διάρκεια της κράτησης του, έχει δείξει καλή διαγωγή, έχει λάβει έξι τακτικές άδειες, των οποίων έκανε καλή χρήση, αλλά δεν περιλαμβάνει περιστατικά κακής χρήσης κατά τη διάρκεια των αδειών αυτών, περιοριζόμενο στην παραδοχή ότι κατά τη διάρκεια της προηγούμενης άδειας του έκανε αμέριμνος περίπατο στο κέντρο της Αθήνας και μάλιστα επέτρεψε να ληφθούν και να δημοσιευθούν φωτογραφίες του, σε σημεία πλησίον εκείνων που δολοφονήθηκαν συγκεκριμένα θύματα του συμπεριφορά όλως προκλητική, που καταδεικνύει έμπρακτα πέραν πάσης αμφιβολίας την έλλειψη σεβασμού στην μνήμη των θυμάτων».
Τέλος, στο βούλευμα του Αρείου Πάγου τονίζεται ότι σε κάθε περίπτωση κακώς το δικαστικό συμβούλιο του Βόλου ασχολήθηκε με τις ουσιαστικές προϋποθέσεις, αφού έκρινε ότι δεν συντρέχουν οι τυπικές. Σύμφωνα με του αρεοπαγίτες, «θα έπρεπε, αφ’ ότου δέχθηκε πως, κατά την νομική του άποψη, δεν συνέτρεχε η πλήρωση της τυπικής προϋποθέσεως για χορήγηση τακτικής άδειας, να δεχθεί την προσφυγή του εισαγγελέως και να απορρίψει τύποις την από 30.4.2019 αίτηση του ως άνω κρατούμενου, και, αφού δεν συνέτρεχε, κατά την άποψή του, η τυπική προϋπόθεση, να μην προχωρήσει στην εξέταση των ουσιαστικών και υποθέσεων της χορήγησης τακτικής άδειας».