Με την τοποθέτηση ότι «σήμερα γίνεται, σχεδόν καθολικώς, δεκτό ότι το σύστημα -θεσμικό και πολιτικό- της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας συνιστά τον πιο πρόσφορο και πιο αποτελεσματικό τρόπο δημοκρατικής διακυβέρνησης» ξεκίνησε την ομιλία του στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος κατά τη λήξη των εργασιών της διεθνούς ημερίδας με θέμα “The Future of Global Law”.
Συνεχίζοντας, ο ΠτΔ, σημείωσε: «Το σπουδαιότερο σημείο υπεροχής του εντοπίζεται στο ότι η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία, ως σύστημα διακυβέρνησης το οποίο συνδυάζεται, κατ΄ ανάγκην, με το σύστημα της ελεύθερης οικονομίας της αγοράς, που προϋποθέτει τον ελεύθερο και υγιή ανταγωνισμό ως προς το, lato sensu, επιχειρείν, εμφανίζεται η πιο κατάλληλη και “φιλική”, έναντι του ανθρώπου, θεσμικώς οργανωμένη διαδικασία άσκησης της εξουσίας, στην όλη προσπάθειά του να υπερασπισθεί την αξία του και ν΄ αναπτύξει ελευθέρως την προσωπικότητά του, ιδίως στο πλαίσιο άσκησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων του. Κατ΄ εξοχήν δε ως το σύστημα που, στην κατά τ΄ ανωτέρω προσπάθεια του ανθρώπου, τον εξοπλίζει με τ΄ απαραίτητα μέσα αποτελεσματικής άμυνας κατά των φαινομένων της κρατικής αυθαιρεσίας αλλά και κατά της εκ μέρους των λοιπών μελών του κοινωνικού συνόλου εξίσου αυθαίρετης άσκησης των κάθε είδους δικαιωμάτων. Πρόκειται για μέσα θεσμικώς καθορισμένα και οργανωμένα, τα οποία καθιστά απολύτως διακριτά, από άλλα παρεμφερή μέσα, η υπεροχή τους εκείνη που οφείλεται στην καταγωγή της δημοκρατικής τους νομιμοποίησης».
Αναφερόμενος στα χαρακτηριστικά, θεσμικά και πολιτικά, της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, ο κ. Παυλόπουλος τόνισε: «Η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία προϋποθέτει ότι κατά την λειτουργία των πολιτειακών οργάνων, που συγκροτούνται από εκλεγμένους εκπροσώπους, ισχύουν οι κανόνες της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας. Μιας πλειοψηφίας η οποία βεβαίως και αποφασίζει, με αντίστοιχη υποχρέωση της μειοψηφίας να σέβεται τον πλειοψηφικό κανόνα εν ονόματι της δημοκρατικής Αρχής. Αλλά και μιας μειοψηφίας, η οποία έχει στη διάθεσή της θεσμοθετημένα μέσα ελέγχου της πλειοψηφίας, κατά την λήψη και εφαρμογή των αποφάσεών της, πράγμα που αποκλείει την παντοδυναμία και, κατ΄ επέκταση, την αυθαιρεσία της πλειοψηφίας, ιδίως μετά την λήψη των αποφάσεων εκ μέρους της… η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία θωρακίζει τον ανθρωπο, κατά την άσκηση των θεσμικώς οργανωμένων δικαιωμάτων του, έναντι της κρατικής αυθαιρεσίας μέσω των θεσμών του κράτους δικαίου. Το οποίο, κατά την σύγχρονη εκδοχή του διεθνώς, συνίσταται στον συνδυασμό αφενός κανόνων δικαίου, οι οποίοι διέπουν την εν γένει δομή και δράση των κρατικών οργάνων, συνθέτοντας έτσι την πεμπτουσία της, lato sensu, αρχής της νομιμότητας. Και, αφετέρου, αποτελεσματικών κυρώσεων εναντίων των κρατικών οργάνων -και όχι μόνο- σύμφωνα με την περί τριτενέργειας των δικαιωμάτων θεωρία και πράξη σε περίπτωση που αυτά παραβιάζουν τους ως άνω κανόνες δικαίου».
Αναλύοντας τις αρχές της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, ο Προκόπης Παυλόπουλος τόνισε στην ομιλία του: «Στο σύστημα της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, κυρίως λόγω της πεμπτουσίας του κράτους δικαίου και της αρχής της νομιμότητας, κορυφαίο ρόλο ως προς την θεσμική και πολιτική υπεροχή του διαδραματίζει ο κανόνας δικαίου. Και τούτο διότι αυτός ο κανόνας δικαίου έλκει, κατ΄ αποτέλεσμα, την καταγωγή του από την εφαρμογή της Δημοκρατικής Αρχής, με την έννοια ότι προκύπτει μέσ΄ από τα δεδομένα της κοινωνικής και οικονομικής πραγματικότητας, την οποία διαμορφώνουν με την δράση τους τα μέλη του in concreto κοινωνικού συνόλου, που διέπει ο κανόνας δικαίου. Η παραγωγή του όμως, ακριβώς λόγω της επιρροής της Δημοκρατικής Αρχής στο σύστημα της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, γίνεται με δημοκρατικώς θεσμοθετημένα μέσα, γεγονός το οποίο επιτρέπει στον κανόνα δικαίου ν΄ αποτελεί πραγματικό ανάχωμα εναντίον κάθε μορφής αυθαιρεσίας, ιδίως δε εναντίον της κρατικής αυθαιρεσίας, υφ΄ οιανδήποτε μορφή και αν εμφανίζεται. Τα όσα ήδη εκτέθηκαν αποδεικνύουν ότι καίριας σημασίας για τον κανόνα δικαίου, ο οποίος στο σύστημα της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας συνθέτει την βασική αντηρίδα του κράτους δικαίου και της αρχής της νομιμότητας, είναι η σύνδεσή του με την κοινωνικοοικονομική υποδομή, εκ της οποίας προκύπτει με δημοκρατικώς, όπως ήδη τονίσθηκε, θεσμοθετημένες διαδικασίες. Την, σχεδόν καθολικώς σήμερα αποδεκτή, θέση ως προς την καθοριστική επιρροή της κοινωνικοοικονομικής πραγματικότητας, ως υποδομής, στη ρυθμιστική υπόσταση του κανόνα δικαίου -και, συγκεκριμένα, στη διαμόρφωση και πρωτίστως στην εφαρμογή τού κανόνα δικαίου κατά το κανονιστικό του περιεχόμενο- δεν αρνούνται πλέον ούτε οι ακραιφνείς εκπρόσωποι του νομικού θετικισμού, έστω και αν επικεντρώνουν, τουλάχιστον κατά κανόνα, την ουσία αυτής της επιρροής κυρίως στις κάθε φορά κρατούσες αρχές και αξίες, που κυριαρχούν στο πεδίο του in concreto κοινωνικού συνόλου, εντός του οποίου εφαρμόζεται ο κανόνας δικαίου».
Η ανάλυση της κοινωνικοοικονομικής υποδομής, από την οποία παράγεται ο κανόνας δικαίου, οδηγεί και στη διάκριση των διαπλαστικών πηγών του δικαίου σε:
α) Πρωτογενείς: Πρόκειται για τα δεδομένα της κοινωνικής και οικονομικής πραγματικότητας, που συντρέχουν κατά την περίοδο θέσπισης του κανόνα δικαίου. Δεδομένα, τα οποία διαμορφώνονται φυσικά και μέσ΄ από την γενικότερη επιστημονική εξέλιξη, ιδίως δε εκείνη που σχετίζεται με την πρόοδο της τεχνολογίας. Και τούτο διότι η τελευταία επιδρά ευθέως, και μάλιστα με οιονεί γεωμετρική πρόοδο επιρροής, στην δημιουργία και συνεχή μεταβολή της κοινωνικοοικονομικής πραγματικότητας.
β) Δευτερογενείς: Πρόκειται για τα, lato sensu, ιστορικά δρώμενα, τα οποία συνδέονται, αναποσπάστως, με την κοινωνικοοικονομική υποδομή του κανόνα δικαίου. Με την έννοια ότι και διαμορφώνονται μέσ΄ από αυτόν αλλά και τον επηρεάζουν με την σειρά τους. Τέτοια ιστορικά δρώμενα συνιστούν, κατά κύριο λόγο, αφενός οι πολιτικές αποφάσεις των φορέων λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Και, αφετέρου, οι ιδεολογικές και φιλοσοφικές θεωρήσεις που επικρατούν κάθε φορά επιδρώντας, αμέσως ή εμμέσως, πάνω στις ως άνω πολιτικές αποφάσεις.
Ο ΠτΔ έκανε ειδική αναφορά στο λόγο του και για «το φαινόμενο της σταδιακής αποδυνάμωσης των κανονιστικών θεσμικών βάσεων της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας» λέγοντας: «Ο σπουδαιότερος κίνδυνος διάβρωσης των θεσμικών και πολιτικών αντηρίδων της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας προέρχεται από την -εξαιτίας της γενικευμένης οικονομικής παγκοσμιοποίησης και της υπέρ αυτής, σχεδόν αποκλειστικώς, χρησιμοποίησης της τεχνολογίας- αποδυνάμωση του κανόνα δικαίου, της αρχής της νομιμότητας και, εν τέλει, του κράτους δικαίου in globo. Ήτοι της αποδυνάμωσης εκείνων των μέσων κανονιστικής ρύθμισης της κοινωνικής ζωής -σε κάθε κράτος in concreto αλλά και σ’ ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο- τα οποία θωρακίζονται με το τεκμήριο της δημοκρατικής νομιμοποίησης, αμέσως ή εμμέσως. Αυτή είναι, σε γενικές τουλάχιστον γραμμές, η διακινδύνευση, η οποία τείνει να πλήξει καιρίως τους θεσμούς της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, δια της επικυριαρχίας του “οικονομικού” επί του “θεσμικού”».
Καταλήγοντας την ομιλία του ο ΠτΔ συνόψισε τα ακόλουθα: «Τα προμνημονευόμενα ρήγματα στον θεσμικό θώρακα της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας είναι, κατά βάθος και κατ΄ ουσία, “ρήγματα” που ξεκινούν από το κράτος δικαίου και την αρχή της νομιμότητας και φθάνουν ως τον πυρήνα των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου. Επειδή δε τα “ρήγματα” αυτά οφείλονται, κατ΄ εξοχήν, στην “αποψίλωση” της δημοκρατικής νομιμοποίησης του κανόνα δικαίου -ο οποίος συνιστά την θεσμική “μονάδα μέτρησης” του οικοδομήματος του κράτους δικαίου και της αρχής της νομιμότητας- κατ΄ αποτέλεσμα μια τέτοια αρνητική εξέλιξη καταλήγει να εξελίσσεται σε μια μορφή υπονόμευσης των θεμελίων της ίδιας της Δημοκρατικής Αρχής… Ο κανόνας δικαίου, ως μέσο δόμησης του κράτους δικαίου και της αρχής της νομιμότητας, πρέπει να διαμορφώνεται από όργανα που διαθέτουν επαρκή δημοκρατική νομιμοποίηση και να προκύπτουν από εξίσου δημοκρατικώς νομιμοποιημένες διαδικασίες, οι οποίες λαμβάνουν αρκούντως υπόψη τις ανάγκες της κοινωνικής και οικονομικής πραγματικότητας που αφορά κάθε κοινωνικό σύνολο. Αυτός ο δημοκρατικώς νομιμοποιημένος κανόνας δικαίου, με πλήρη σεβασμό της ιδιωτικής πρωτοβουλίας που βρίσκεται στον πυρήνα της οικονομικής “ιδεολογίας” της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, μπορεί να διασφαλίζει, με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο, τόσο τα μέσα όσο και τα όρια άσκησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, με στόχο την αρμονική και δημιουργική συνύπαρξη των μελών του οικείου κοινωνικού συνόλου κατά την εξέλιξη της δραστηριότητάς τους, η οποία κατατείνει στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους… Οι στερούμενοι δημοκρατικής νομιμοποίησης κανόνες δικαίου ουδεμία από τις προαναφερόμενες αρχές της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας μπορούν να υπερασπίσουν σύμφωνα με το πνεύμα τους».