Για την συνταγματική αναθεώρηση και το κάλεσμα Βενιζέλου προς ΝΔ και ΚΙΝΑΛΛ να μπει φρένο σε συγκεκριμένες τομές, η κ. Καμτσίδου σημείωσε ότι «όλες είναι προς δικαιοκρατική κατεύθυνση και γι’ αυτό πολλές είχαν ευρεία συναίνεση. Να μπει π.χ. φρένο στην ποινική ευθύνη υπουργών, που σήμερα θεωρείται ότι οδηγεί στην ατιμωρησία; Στην πρόταση η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας να μην προκαλεί διάλυση της Βουλής όταν δεν είναι δυνατή η ανάδειξη αρχηγού του κράτους; Στην προστασία θεμελιωδών αγαθών όπως το νερό ή η ενέργεια; … Δυσκολεύομαι να καταλάβω», όπως είπε χαρακτηριστικά, «όλες οι προτάσεις είναι απόρροια επεξεργασιών όχι μόνο στο πλαίσιο της ελληνικής αλλά και της ευρωπαϊκής συνταγματικής συζήτησης».
Αυτά τονίζει η συνταγματολόγος Ιφιγένεια Καμτσίδου μιλώντας “Στο Κόκκινο”. Αναλυτικότερα:
Ωστόσο, ο κίνδυνος να ανατραπεί η διαδικασία της αναθεώρησης είναι υπαρκτός, κατά την ίδια, «εάν η επόμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν θέλει να συνεχίσει την αναθεώρηση του Συντάγματος, μπορεί να απορρίψει τις προτάσεις που έχουν γίνει. Εκεί που έχει διαμορφωθεί απαιτούμενη πλειοψηφία των 180 βουλευτών στην πρώτη αναθεωρητική Βουλή, με 151 ψήφους να διαμορφωθεί νέο περιεχόμενο της διάταξης».
Νωρίτερα η ίδια αναφερόμενη στην ένταση που προκλήθηκε με την επιλογή της νέας ηγεσίας της Δικαιοσύνης, σημείωσε ότι το Σύνταγμα κατά θεμιτή διασταύρωση των εξουσιών αναθέτει στο υπουργικό συμβούλιο την επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, αλλά μέσα από διαδικασία που εξασφαλίζει ότι η επιλογή αυτή συνδέεται με την βούληση του ελληνικού λαού αλλά δεν υποκύπτει σε κομματικά κριτήρια, περιγράφοντας αναλυτικά την διαδικασία και τις δικλίδες ασφαλείας που προβλέπει.
«Πολλοί υποψήφιοι συγκέντρωσαν θετική ψήφο από πολλές πολιτικές δυνάμεις, αυτό ήταν το καινούργιο στην διαδικασία και αυτό ήταν που επέβαλε περίσκεψη στον χειρισμό της υπόθεσης. Αλλά αντί για περίσκεψη και μέριμνα προστασίας της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, την επομένη των εκλογών είχαμε παρέμβαση της αντιπολίτευσης και όχι μόνο της αξιωματικής, καθώς και διάφορων συνταγματολόγων που ξαφνικά, ένα δύσκολο θέμα, το πώς συνεχίζουμε τώρα, το ενέπλεξαν στην κομματική και προεκλογική αντιπαράθεση … με αυτόν τον τρόπο, κομματικοποιήθηκε η επιλογή. Τώρα, αυτοί που επελέγησαν, εμφανίστηκαν ως εκλεκτοί του ΣΥΡΙΖΑ, δικαστικοί με μία πορεία, που έχουν κριθεί πάρα πολλές φορές για να φτάσουν να είναι επιλέξιμοι για την ηγεσία του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας, έχουν αξιολογηθεί πολλές φορές από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. Και ξαφνικά, για μικροκομματικούς λόγους, τους εμφανίζουν ως αρεστούς σε μία παράταξη…».
«Όσο και να θέλει ένα κόμμα να ασκήσει επιρροή, η ελληνική Δικαιοσύνη από τον 19ο αιώνα έχει δώσει αποδείξεις της ανεξαρτησίας της και της διάθεσής της να τηρεί την νομιμότητα και να προστατεύει την πολιτική ελευθερία και τα δικαιώματα του ελληνικού λαού», τόνισε η κ. Καμτσίδου.
Επίσης, η νέα ηγεσία της Δικαιοσύνης που αποτελείται συνολικά από γυναίκες, «είναι μία μικρή “εκδίκηση” για το γυναικείο κίνημα, δεδομένου ότι μία από τις πρώτες αποφάσεις του ΣτΕ ήταν αυτή που απέρριπτε το αίτημα της Αγνής Ρουσοπούλου να δώσει εξετάσεις για να γίνει δικαστής. Με μία πολύ συντηρητική ερμηνεία, το ΣτΕ είχε πει ότι όταν το Σύνταγμα λέει ότι οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου, εννοεί μόνο τους άντρες Έλληνες, όχι τις Ελληνίδες», όπως θύμισε η ίδια.