Θετικές είναι οι πρώτες εντυπώσεις των θεσμών από τις πρώτες κινήσεις της νέας ελληνικής Κυβέρνησης στο οικονομικό πεδίο αφού όλοι ομολογούν ότι οι εξαγγελίες βρίσκονται προς την σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο , όπως και στο παρελθόν θέλουν πρώτα να δουν κάποια μετρήσιμα αποτελέσματα πριν προχωρήσουν σε κινήσεις χαλάρωσης της ενισχυμένης εποπτείας η οποία μέχρι στιγμής είναι πιο στενή και πιο εντατική από αυτή του 3ου μνημονίου.
Στο δημοσιονομικό πεδίο τα πράγματα πάνε μάλλον καλά αφού η τρύπα των 2,2 δισ. από τα μέτρα του Μαΐου και την ρύθμιση των 120 δόσεων φαίνεται ότι συρρικνώνεται.
Οι ξένοι τεχνοκράτες φαίνεται ότι δέχονται πλέον ότι η ρύθμιση των 120 δόσεων για ταμεία και εφορία δεν θα έχει απώλεια εσόδων ύψους 1,2 δισ. όπως ανέφερε η έκθεση για την 3η αξιολόγηση αλλά μπορεί να έχει από ουδέτερη έως και θετική επίδραση στα έσοδα. Τούτο διότι οι αλλαγές που προωθούνται αφενός θα βοηθήσουν την μεγαλύτερη συμμετοχή στην ρύθμιση και αφετέρου να δίνουν κίνητρα ( πχ το μπόνους επιστροφής τόκων ) για την ολοκλήρωσή της.
Επίσης έχουν αρχίσει να δέχονται στοιχεία με βάση τα οποία η Ελλάδα μπορεί να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα μεγαλύτερο από το 3,5% του ΑΕΠ. Αυτό δίνει περιθώριο να καλυφθεί δημοσιονομικά η μεγαλύτερη δαπάνη για την νέα μείωση ΕΝΦΙΑ που υπολογίζεται πλέον κοντά στα 400 εκατ. ευρώ από 268 εκατ. ευρώ που κόστιζε η μείωση που είχε ψηφίσει η προηγούμενη Κυβέρνηση και πρόκειται να ακυρωθεί.
Αν αυτό επιβεβαιωθεί και στην πράξη τότε τα πράγματα διευκολύνονται και για το 2020 οπότε και η διαπραγμάτευση θα έχει μεγαλύτερο αντικείμενο. Τούτο με δεδομένο ότι τον επόμενο χρόνο θα αρχίσει η υλοποίηση του βασικού κορμού των μειώσεων φόρων για επιχειρήσεις και νοικοκυριά και δεν θα γίνει και η μείωση του αφορολόγητου. Ο δημοσιονομικός χώρος για να υλοποιηθούν και οι δύο αυτές βασικές παρεμβάσεις υπολογίζεται κοντά 3 δισ. ευρώ και θα είναι δύσκολο να καλυφθεί χωρίς παρεμβάσεις στο σκέλος των δαπανών ( κάτι που ετοιμάζει πυρετωδώς το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ) αλλά και την μεθοδολογία αποτύπωσης των στοιχείων από αυτή που ίσχυε στο τρίτο μνημόνιο.
Πιο συγκεκριμένα εξετάζεται πλέον τα έσοδα που θα έχει η Ελλάδα από την επιστροφή των κερδών που θα έχουν η ΕΚΤ και οι άλλες κεντρικές τράπεζες από τα ελληνικά ομόλογα ( ANFA , SNP’s) που εντάχθηκαν στην συμφωνία για το χρέος τον περασμένο Ιούνιο να μην προσμετρώνται στα δημόσια έσοδα όχι μόνο με βάση τον ενιαίο δημοσιονομικό κώδικα (ESA 2010 ) αλλά και σε όρους ενισχυμένης εποπτείας. Σε πιο απλά ελληνικά μια τέτοια αλλαγή όρων θα εξασφαλίζει αυτόματα πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο 1,2 δισ. ( όσο θα είναι τα ετήσια έσοδα ) για την περίοδο 2019 -2022 διευκολύνοντας σημαντικά την άσκηση οικονομικής πολιτικής τα επόμενα χρόνια.
Στην ίδια κατεύθυνση είναι η αλλαγή της μεθοδολογίας στην μέτρηση και των εσόδων αποκρατικοποιήσεις που θα προσμετρώνται όπως και στον προϋπολογισμό κατά ESA μπορούν να δώσουν επιπλέον δημοσιονομικό χώρο από 300 έως και 600 εκατ. ευρώ ανάλογα με τα έσοδα της κάθε χρονιάς.
Οι δύο αυτές παρεμβάσεις έχουν πέσει στο τραπέζι αλλά η αποδοχή του θα είναι κυρίως πολιτική απόφαση. Τούτο διότι ενώ στο δεύτερο μνημόνιο δεν υπήρχαν οι περιορισμοί για κέρδη των ομολόγων και τα έσοδα απαοκρατικοποίησεων αυτοί εντάχθηκαν στο τρίτο μνημόνιο και δεν ακυρώθηκαν ούτε μετά την ολοκλήρωσή.
ΠΗΓΗ: news247.gr