Προφορική εντολή για μη έκδοση συντάξεων άνω των 10.000 ευρώ έδωσε ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Γιάννης Βρούτσης, όπως ανέφερε ο ίδιος στον ΣΚΑΪ, με αφορμή δημοσίευμα της εφημερίδας «Το Παρόν» ότι σε ορισμένες περιπτώσεις ασφαλισμένων προκύπτουν συντάξεις από 8.000 έως και 24.000 ευρώ μηνιαίως.
Σύμφωνα με τη ιστοσελίδα του τηλεοπτικού σταθμού, στη συνέντευξη του στον ΣΚΑΙ ο κ. Βρούτσης ανέφερε χαρακτηριστικά: «Ενημερώθηκα ότι ήταν έτοιμες να εκδοθούν αποφάσεις για συντάξεις ύψους 10.000 ευρώ τον μήνα, 12.000 ευρώ, 15.000 ευρώ, 18.000 ευρώ, 20.000, έως και 24.000 ευρώ τον μήνα!».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, τα ποσά αυτά προέκυψαν καθώς ο «νόμος Κατρούγκαλου» δεν ορίζει πλέον κανένα ανώτατο πλαφόν στο ύψος της χορηγούμενης σύνταξης. Ο υπουργός Εργασίας έκανε λόγο για αβλεψία και αστοχία του εν λόγω νόμου και προανήγγειλε την κατάθεση κατεπείγουσας νομοθετικής παρέμβασης.
Όπως αναφέρει η εφημερίδα, πρόκειται για συγκεκριμένες και σχετικά λίγες περιπτώσεις που αφορούν κυρίως ασφαλισμένους του πρώην Ταμείου Νομικών αλλά και ασφαλισμένους προερχόμενους από ΔΕΚΟ.
Η απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ
Σε απάντηση δηλώσεων του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Γιάννη Βρούτση, για το θέμα των συντάξεων -με αφορμή δημοσίευμα της εφημερίδας «Το Παρόν» ότι σε ορισμένες περιπτώσεις ασφαλισμένων προκύπτουν συντάξεις από 8.000 έως και 24.000 ευρώ μηνιαίως-, πηγές του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρουν τα εξής:
«Ο ασφαλιστικός νόμος 4387/2016 εφάρμοσε για πρώτη φορά ενιαίους κανόνες για όλους, τόσο ως προς τις εισφορές, όσο και ως προς τις συντάξεις. Σε πλήρη ανάπτυξη και για όσους έχουν καταβάλει τις υψηλότερες προβλεπόμενες εισφορές δίνει κύρια σύνταξη λίγο κάτω από 3.000 ευρώ (στην οποία προστίθεται, όπου υπάρχει, επικουρική σύνταξη ή, για τους δημοσίους υπαλλήλους, μέρισμα από το Μετοχικό τους Ταμείο).
Επειδή όμως πριν την εφαρμογή του επικρατούσε ένα μωσαϊκό διατάξεων, προβλέφθηκε (άρθρο 30), για λόγους ανταποδοτικότητας, μεταβατικής φύσης ρύθμιση για όσους είχαν καταβάλει στο παρελθόν υψηλότερες εισφορές από αυτές του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, που απετέλεσαν τη βάση υπολογισμού για τις εισφορές του νέου νόμου. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά, θα υπολογίζεται με ετήσιο συντελεστή αναπλήρωσης 0,075% για καθεμία ποσοστιαία μονάδα (1%) εισφοράς επιπλέον αυτής του ΙΚΑ. Η μεταβατική αυτή ρύθμιση για εργαζομένους που είχαν καταβάλει ιδιαίτερα υψηλές εισφορές, ιδίως στον Τομέα των Τραπεζών και του Ταμείου Νομικών μπορεί να καταλήγει σε υψηλότερες από 3.000 Ευρώ συντάξεις, μέχρι την πλήρη εφαρμογή της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης».