Του Σεραφείμ Π. Κοτρώτσου
‘Οσοι εξ’ αρχής – από την εποχή του πρώτου μνημονίου, δηλαδή– επισήμαιναν πως το δομικό πρόβλημα της χώρας δεν είναι δημοσιονομικό αλλά ακραιφνώς πολιτικό και στρατηγικό, επιβεβαιώνονται, πλέον, καθώς το πολιτικό σύστημα της χώρας βρίσκεται σε πραγματικό αδιέξοδο: από τη μία η αποδεδειγμένα αποτυχημένη συνταγή της τρόϊκας που οδηγεί στην απόλυτη κοινωνική εξαθλίωση και από την άλλη η απουσία ισχυρής πολιτικής βούλησης, ικανής να αντισταθεί στους εκβιασμούς των δανειστών, στα διεθνή κερδοσκοπικά συμφέροντα και την εγχώρια διαπλοκή.Η τελευταία ατιμωτική συμφωνία μεταξύ των υπαλλήλων της τρόϊκας και των τριών αρχηγών υπό τον κ. Λουκά Παπαδήμο θέτει ακόμα εντονότερα αυτό το πολιτικό/στρατηγικό πρόβλημα.Το περιέγραψε και ο υπ. Οικονομικών κ. Ευ. Βενιζέλος, αμέσως μετά τη σύνοδο του τελευταίου Eurogroup…
« Μέχρι την Τετάρτη η χώρα, οι πολιτικοί, οι Έλληνες πολίτες, πρέπει όλοι να κάνουμε μια ιστορική επιλογή. Να αποφασίσουμε εάν θέλουμε να συνεχίσουμε στο δρόμο της Ευρώπης, ή αν θέλουμε να βγούμε από την Ευρωζώνη να το πούμε και να το πράξουμε ευθέως», είπε ο κ. Βενιζέλος, μεταφέρωντας στο εσωτερικό της χώρας το δίλλημμα: « συμφωνία που ισοδυναμεί με υποταγή ή χρεοκοπία και έξοδο από την ευρωζώνη».
Φυσικά, οι κ.κ Παπανδρέου, Σαμαράς και Καρατζαφέρης, αλλά και ο ίδιος ο κ. Παπαδήμος, ουδέποτε έκαναν τον κόπο να εξηγήσουν τι πραγματικά σημαίνει χρεοκοπία ή τι θα σημάνει, από την άλλη, για τη χώρα και, κυρίως, για τους ανθρώπους η συνέχιση της πολιτικής του μνημονίου και πότε θα υπάρξουν εμφανή σημάδια ανάκαμψης.
Οσα δεν λέγονται για το μνημόνιο
Οι υπερασπιστές αυτής της πολιτικής ουδέποτε εξήγησαν αυτό που αποτελεί απορία ακόμα και του τελευταίου Έλληνα που δεν γνωρίζει οικονομικά αλλά μπορεί να κατανοήσει κανόνες απλής αριθμητικής λογικής. Ήτοι, πως είναι δυνατό να εφαρμόζει μία χώρα μία υπερδεκαετή εξοντωτική πολιτική για την μείωση του δημόσιου χρέους με στόχο το 2020 να είναι στο 120% του ΑΕΠ, εκεί, δηλαδή, που το παρέλαβε η κυβέρνηση Παπανδρέου, το 2009.
Γιατί, δηλαδή, το 2009 το δημόσιο χρέος δεν ήταν βιώσιμο και 11 χρόνια μετά, που θα βρίσκεται –κατά τα πιο αισιόδοξα σενάρια– στο ίδιο ποσοστό επί του ΑΕΠ, θα είναι;
Και γιατί επιβαρύνεται η χώρα στο όνομα της ανάπτυξης και των πλεονασματικών προϋπολογισμών όταν από τα 130 δις του νέου δανείου (με βάση τη σύμβαση, μέρος μόνο της οποίας συζητήθηκε χθες στη Βουλή), ούτε ένα ευρώ δεν θα πέσει στην αγορά για την ρευστότητα των επιχειρήσεων, για δημόσιες επενδύσεις και θέσεις εργασίας.
Τέλος, με πιο θράσος παραδίδεται, μέσω του βρετανικού δικαίου, ο εθνικός πλούτος στους δανειστές, αποστερώντας έτσι, ουσιαστικά, τη χώρα από κάθε δυνατότητα μελλοντικής αυτοδύναμης ανάπτυξης;
«Μέσα ή έξω από το ευρώ»
Σοβαροί οικονομολόγοι και αναλυτές στην Ελλάδα και το εξωτερικό, από τον Κρούγκμαν, τον μονεταριστή Ρουμπινί, μέχρι τους εξαιρετικούς δικούς μας επιστήμονες Βαρουφάκη, Σκαπέρδα, Λαπαβίτσα, Κοτζιά, Χιόνη, Καζάκη κ.ά επισημαίνεται –σε διαφορετική ένταση από τον καθένα– το αδιέξοδο. Γιατί δεν τους ακούει κανείς; Γιατί η κυβέρνηση αρνείται επιμόνως να διεξαχθεί μία πραγματική συζήτηση στη δημόσια σφαίρα, ώστε να αντιπαρατεθούν οι «σχολές σκέψεις’.
Το «μέσα ή έξω από το ευρώ» είναι ένας εκβιαστικός λαϊκισμός που χρησιμοποιείται, είναι αλήθεια, και από τις δύο πλευρές. Κυρίως, όμως, αυτό που παρακολουθούμε είναι ο ισοπεδωτικός εκβιασμός περί χρεοκοπίας, η καλλιέργεια του φόβου και η προσπάθεια επηρεασμού της κοινής γνώμης ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση».
Φαίνεται, όμως, πως και εναλλακτικές λύσεις υπάρχουν, και διαπραγματευτικές δυνατότητες. Και όσοι τις εισηγούνται δεν είναι απαραίτητα «οπαδοί της δραχμής», όπως επιχειρούν να προπαγανδίσουν οι ένθερμοι καλβινιστές του μνημονίου και της υποταγής.
Για παράδειγμα,, άπαντες συμφωνούν πως μία ελληνική κατάρρευση θα προκαλέσει ντόμινο καταστροφής σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Είναι τυχαίο ότι ο Μάριο Μόντι έσπευσε να υπερασπιστεί την Ελλάδα – ως μη όφειλε- ενώπιον του Μπάρακ Ομπάμα, λέγοντας πως «το ΔΝΤ πρέπει να είναι πιο επιεικές με την Ελλάδα»;
Προφανώς όχι. Ο κ. Μόντι γνωρίζει πως μια χρεοκοπία στην Ελλάδα θα συμπαρασύρει τις ιταλικές τράπεζες και το σύνολο της ιταλικής οικονομίας που έχει δημόσιο χρέος 1,9 τρις –όταν η Ελλάδα έχει περίπου 350 δις.
Προτάσεις, όπως η στάση πληρωμών ως απόκρουση του εκβιασμού και μετάθεση του διλλήμματος στο Βερολίνο και τις Βρυξέλλες, ουδέποτε εξετάσθηκαν σοβαρά από τους Παπανδρέου και Σαμαρά που μιλούν μονότονα για το «ευρωπαϊκό κεκτημένο», την ώρα που ακόμα και ο τελευταίος πολίτης από τη Βαρσοβία μέχρι τη Λισαβόνα και από το Αμστερνταμ μέχρι τη Σόφια το αμφισβητούν.
Και στο βάθος εκλογές…
Επιστρέφουμε στην εισαγωγική διαπίστωση: το ελληνικό πρόβλημα είναι, κυρίως, πολιτικό. Και είναι πρόβλημα στρατηγικής επιλογής της χώρας. Και είναι, εν κατακλείδι, πρόβλημα ηγεσίας.
Οι πολίτες το έχουν κατανοήσει. Η συνέχιση της συνταγής της κοινωνικής εξόντωσης είναι βέβαιο πως θα προκαλέσει, κάποια στιγμή, κοινωνική εξέγερση. Καλό θα ήταν να αποφευχθεί. Κι αυτό μπορεί να έχει αφετηρία μόνο τις επόμενες εκλογές –που δεν πρέπει να βραδύνουν. Οτιδήποτε άλλο θα είναι εκρηκτικό και ανεξέλεγκτο…