Ανέβηκαν οι τόνοι στη Βουλή κατά τη συζήτηση για τη συνταγματικότητα ή μη τεσσάρων διατάξεων του αναπτυξιακού νομοσχεδίου που αφορούν στα εργασιακά και συγκεκριμένα το δικαίωμα της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία και τις συλλογικές συμβάσεις. Η αντιπολίτευση ήταν “στα κάγκελα”, καταγγέλλοντας ότι ανοίγει η πόρτα για μειώσεις μισθών των εργαζομένων ενώ παράλληλα “καταργείται” η διαιτησία.
Το ζήτημα έθεσε με ένστασή της η αντιπολίτευση και συγκεκριμένα το ΚΙΝΑΛ (άρθρα 53, 55, 56) και ο ΣΥΡΙΖΑ (άρθρο 57) που κατήγγειλε πως με τις επίμαχες διατάξεις αφαιρείται ουσιαστικά το δικαίωμα των εργαζομένων να προσφύγουν μονομερώς στη διαιτησία.
«Ξέρετε καλά η νομολογία για τη παροχή του κοινού νομοθέτη εξουσιοδότησης πρέπει να είναι ειδική, δηλαδή όχι να αναφέρει τον τίτλο ενός θέματος πρέπει να προβαίνει και στο καθορισμό των κριτηρίων», είπε ο Ανδ. Λοβέρδος από το ΚΙΝΑΛ και πρόσθεσε: «Πρέπει να μας πει η κυβέρνηση για τις διατάξεις αυτές και το πότε απωθείται μια συλλογική σύμβαση εξαιτίας των δυσχερών οικονομικών όρων μας επιχείρησης, πότε είναι ζώσα πραγματικότητα. Αν δεν έχουμε τυποποιημένες διαδικασίeς, ο εκάστοτε υπουργός θα το ρυθμίζει κατά βούληση».
Ο κ. Λοβέρδος σημείωσε ακόμα ότι και η επιστημονική υπηρεσία της Βουλής χαρακτήρισε ρευστό το πότε έχει επέλθει η αποτυχία της συλλογικής διαπραγμάτευσης. «Αυτή η αοριστία έχει μια ευχέρεια που είναι αντισυνταγματική», είπε.
Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, η Ε. Αχτσιόγλου αναφέρθηκε σε χτύπημα των συλλογικών συμβάσεων με τρόπο αντίστοιχο εκείνου του δεύτερου μνημονίου. «Είναι δεδηλωμένος ο στόχος του νομοσχεδίου. Δεν χρειάζεται η εμπειρία του 2012 για τις επιχειρησιακές συμβάσεις και το ίδιο το επιστημονικό κείμενο της ΤτΕ λέει ότι έχουμε μηχανισμό που θα οδηγήσει σε μειώσεις μισθών», είπε και πρόσθεσε: «Είναι κατάφορα αντισυνταγματική διάταξη για τη διαιτησία».
«Ένα τέτοιο νομοσχέδιο είναι απαράδεκτο να συζητείται σε δυο μέρες. Η σκοπιμότητα είναι ότι δεν θέλει η κυβέρνηση να μάθει ο λαός ότι πρόκειται για καταιγίδα», είπε ο ΚΕ του ΚΚΕ, Θανάσης Παφίλης σημειώνοντας πως πρόκειται για ένα ταξικά σκληρό νομοσχέδιο.
«Βλέποyμε μια αντιπαράθεση μεταξύ ιδεοληψιών! Νόμος είναι το δίκαιο του αφεντικού από τη μία και του εργάτη από την άλλη. Είναι υποκριτικό να επικαλούνται κάποιοι το ΣτΕ που δεν εφαρμόζονται αποφάσεις του», είπε ο Κ. Βελόπουλος από την Ελ. Λύση, με τον Κλ. Γρηγοριάδη της Μέρα25 να σημειώνει: «Μια νόθα πλειοψηφία αποφασίζει να ερμηνεύει το Σύνταγμα κατά το δοκούν! Όλα τα άρθρα είναι απολύτως αντισυνταγματικά!».
Καμία αντισυνταγματικότητα για την κυβέρνηση
Από την πλευρά της πλειοψηφίας αρχικά τοποθετήθηκε ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της ΝΔ, Σπ. Λιβανός ο οποίος τόνισε πως δεν καταργείται ούτε περιορίζονται οι συλλογικές διαπραγματεύσεις. «Στόχος μας είναι να προστατεύσουμε τις επιχειρήσεις με οικονομικά προβλήματα. Για να μπορέσουμε να αυξήσουμε τους μισθούς, πρέπει να υπάρχουν εργαζόμενοι και επιχειρήσεις. Αν οι επιχειρήσεις κλείσουν δεν θα μπορούν αν υπάρχουν εργαζόμενοι. Δεν στέκουν οι προτάσεις αντισυνταγματικότητας», είπε χαρακτηριστικά.
Θέση στο ζήτημα πάντως πήρε και ο υπουργός Ανάπτυξης, Άδωνις Γεωργιάδης ο οποίος επικαλέστηκε το άρθρο 22 του Συντάγματος προκειμένου να αποδείξει πως ο Συντακτικός επιτρέπει στον κοινό να ρυθμίζει τους κανόνες της διαιτησίας.
«Η απόφαση του ΣτΕ που επικαλείστε σε τι αναφέρεται; Στη καθ’ ολοκληρία κατάργηση της διαιτησίας; Εφόσον το Σύνταγμα προβλέπει τη προσφυγή στη διαιτησία με τους κανόνες που προβλέπει ο νομοθέτης η καθ’ ολοκληρία είναι αντισυνταγματική. Πότε έγινε η κατάργηση αυτή που το ΣτΕ απεφάνθη ότι είναι αντισυνταγματική; Το 2012 με πράξη υπουργικού συμβουλίου. Με συγχωρείτε κ. του ΚΙΝΑΛ δεν ήσασταν υπουργοί στη κυβέρνηση το 12; Υπογράψατε το μείζον ως συνταγματικά ορθό και τώρα σας ενοχλεί το έλασσον; Είναι παράλογο!», είπε και πρόσθεσε αναφερόμενος στην ένσταση του ΣΥΡΙΖΑ: «Η κυβέρνηση υιοθετεί τις συστάσεις του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας! Κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ τον είχατε ανακηρύξει ως κάτοχο παγκόσμιας σοφίας και τώρα σας ενοχλεί ότι υιοθετεί την άποψή του η κυβέρνηση; Η υποκρισία πρέπει να έχει τα όριά της».
Τελικά, το προεδρείο ζήτησε να εγερθούν όσοι είναι υπέρ και όσοι κατά της ένστασης με το αποτέλεσμα προφανώς να είναι σαφές λόγω της υπάρχουσας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.