Η 34χρονη πρωθυπουργός της Φινλανδίας Σάνα Μαρίν έχει φέρει κύματα αισιοδοξίας στη χώρα. Το νεαρό της ηλικίας της αλλά και οι ριζοσπαστικές πολιτικές απόψεις της οδήγησαν τον πεντακομματικό κεντροαριστερό συνασπισμό του οποίου ηγείται στην εξουσία, με τους Φινλανδούς να της εμπιστεύονται με ενθουσιασμό την τύχη της χώρας. Ετσι πλέον μπορεί να εφαρμόσει όσα είχε εξαγγείλει προ των εκλογών.
Επαναστατικό είναι το πρόγραμμα της Σάνα Μαρίν και για τα εργασιακά, αφού η νεότερη πρωθυπουργός του κόσμου θέλει να θεσπίσει εξάωρη εργασία ημερησίως επί τέσσερις ημέρες την εβδομάδα. Οπως δηλώνει η ίδια, πάντοτε την απασχολούσε η ποιότητα ζωής των Φινλανδών, κάτι που συναρτάται από τις ώρες εργασίας τους. Ως εκ τούτου, ζητά λιγότερες και πιο δημιουργικές εργατοώρες και περισσότερο ελεύθερο χρόνο για τους πολίτες.
«Το οκτάωρο δεν είναι η υπέρτατη αλήθεια. Πιστεύω πως οι άνθρωποι μπορούν να εργάζονται λιγότερο προκειμένου να του προσφέρεται η δυνατότητα να έχουν περισσότερο χρόνο τους με τους αγαπημένους τους ή, τέλος πάντων, να κάνουν ό,τι επιθυμούν. Το εξάωρο είναι το επόμενο βήμα στα εργασιακά» υποστηρίζει η Σάνα Μαρίν.
Εν προκειμένω αξίζει να σημειωθεί πως η Μαρίν είναι η τρίτη γυναίκα πρωθυπουργός και η νεότερη στην ιστορία της σκανδιναβικής αυτής χώρας. Μιλάει αγγλικά και σουηδικά, είναι βουλευτής από το 2015 και υπουργός Μεταφορών από τις 6 Ιουνίου 2019.
Το παράδειγμα του Γκέτεμποργκ
Το σουηδικό υπόδειγμα δείχνει τον δρόμο για το πώς μπορεί να εφαρμοστεί το εξάωρο. Συγκεκριμένα, στο Γκέτεμποργκ της Σουηδίας, το 2015, έχει εφαρμοστεί η εξάωρη εργασία για τους μεγαλύτερους ηλικιακά, αλλά και στα νοσοκομεία, χωρίς, βέβαια, αυτό να έχει επιπτώσεις στις απολαβές των υπαλλήλων. Ποιο είναι το αποτέλεσμα δύο ώρες αργότερα; Οι εργαζόμενοι είναι πιο χαρούμενοι, πιο ικανοποιημένοι, υγιείς και περισσότερο παραγωγικοί.
Παράλληλα, τα κόστη παρέμειναν σταθερά και έγιναν περισσότερες προσλήψεις, κάτι που αύξησε τα φορολογικά έσοδα και τις ασφαλιστικές εισφορές συνολικά. Επιπρόσθετα, το σύστημα προνοίας δέχθηκε μικρότερη πίεση, αφού υπήρξαν λιγότεροι ασθενείς, ενώ εξοικονομήθηκαν χρήματα από την παροχή λιγότερων επιδομάτων ανεργίας.