Ο Θάνος Ντόκος, επικεφαλής του ΕΛΙΑΜΕΠ και αναπληρωτής Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του πρωθυπουργού έθεσε δις το τελευταίο διάστημα (ΑΠΕ-ΜΠΕ και “Φιλελεύθερο” της Λευκωσίας) το θέμα μιας πιθανής συνεκμετάλλευσης με την Τουρκία στην ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Την πρώτη φορά η παρέμβαση του μετριοπαθούς αναλυτή διέλαθε της προσοχής της αθηναϊκής πολιτικής και μιντιακής “Ιερουσαλήμ”. Ο σύμβουλος του Κυριάκου Μητσοτάκη επανήλθε, ωστόσο, ίσως διότι κατά βάθος ήθελε να γίνει κοινό κτήμα η άποψή του και να μετρηθούν οι αντιδράσεις.
Όταν, όμως, μετρήθηκαν και ξεσήκωσαν θόρυβο ακόμα και στο εσωτερικό της Ν.Δ, ο κ. Ντόκος ζήτησε δημοσίως συγγνώμη για την “σπουδή” του και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας τον …συγχώρησε -επίσης δημοσίως- δια της γνωστής μεθόδου ότι “οι απόψεις του είναι προσωπικές”.
Ακολούθησε μια ενδιαφέρουσα ημερίδα, την οποία διοργάνωσε το ΕΛΙΑΜΕΠ του κ.Ντόκου (!), με θέμα- ερώτημα “Μας συμφέρει η Χάγη;”, στην οποία κεντρικοί ομιλητές ήταν πολιτικοί από την κεντρική σκηνή. Διόλου τυχαία πρόσωπα, αλλά opinion leaders/makers, όπως λένε οι αγγλοσάξονες: Ντόρα Μπακογιάννη, Γιώργος Παπανδρέου, Γιώργος Κατρούγκαλος, Χρήστος Ροζάκης.
Η αξία της εκδήλωσης συμπυκνώνεται, αναμφίβολα, σε μια αποστροφή της ομιλίας της κ. Μπακογιάννη:
“Πρέπει να αρχίσουμε να λέμε αλήθειες. Κάθε πρόταση για το Κυπριακό ήταν χειρότερη από την προηγούμενη“. Προφανώς η προτροπή της για…αλήθειες δεν αφορά μόνο το Κυπριακό.
Και ο καθηγητής Χρήστος Ροζάκης επιβεβαίωσε εξειδικεύοντας: “Σε περίπτωση στενότητας της θάλασσας η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ κρίνεται στη βάση της μέσης γραμμής. Δεδομένων των συνθηκών ως εκ τούτου δεν μπορούμε να παραβιάσουμε αυτό κάνοντας μονομερείς κινήσεις“.
Η σύμπνοια των ομιλητών συνεχίστηκε και με την παρέμβαση Παπανδρέου:
” Δεν πρέπει να έχουμε φοβική στάση έναντι μιας πιθανούς προσφυγής στο Δικαστήριο της Χάγης“, είπε και απέρριψε μονομερείς κινήσεις από πλευράς Ελλάδας για οριοθέτηση ΑΟΖ ή υφαλοκρηπίδας.
Δεν βρέθηκε μακράν αυτών των απόψεων και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών και αρμόδιος τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Κατρούγκαλος: “Εφόσον η Τουρκία αντιληφθεί, ότι η εμμονή της σε μια τακτική αντίθετη στο διεθνές δίκαιο υποβαθμίζει τη διεθνή διπλωματική θέση της και κινδυνεύει να δημιουργήσει μια κατάσταση στην οποία θα χάσει δικαιώματα, μια κατάσταση στην οποία θα αποκλειστεί από την ενεργειακή εξίσωση της Ανατολικής Μεσογείου, τότε και μόνον θα συμφωνήσει σε μία λύση που θα είναι αμοιβαία επωφελής και για τις δύο πλευρές. Δηλαδή μια λύση που δεν θα βασίζεται στο συσχετισμό δύναμης αλλά στο σεβασμό των κανόνων της διεθνούς νομιμότητα“.
Ο καθηγητής Χρήστος Ροζάκης (υφυπουργός εξωτερικών σε κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη και άριστος γνώστης των εθνικών μας θεμάτων με τις γεωπολιτικές αλλά και δικαιϊκές παραμέτρους τους) επανήλθε στο θέμα με συνέντευξή του (μια από τις εξαιρετικά σπάνιες φορές που εμφανίζεται σε μέσα ενημέρωσης) στην δημόσιο ΕΡΤ.
“Θα μπορούσε, ενδεχομένως να βρεθεί μια λύση η οποία να ικανοποιεί εμάς και τους Τούρκους . Πέρα από το θέμα της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ, τα υπόλοιπα που βάζει η Τουρκία, ίσως να μπορούν να λυθούν βαθμιαία μέσα από διερευνητικές επαφές“, τόνισε με νόημα.
Και εξειδίκευσε έτι περαιτέρω το “αφήγημα”: “Δεν μπορούμε να έχουμε τα πάντα με το μέρος μας. Θα πρέπει να δώσουμε και κάτι. Για να πάμε στη Χάγη χρειάζεται συνυποσχετικό . Αν για κάποιους λόγους εμείς δεν συμφωνούμε επί όλων των θεμάτων δεν θα φθάσουμε στην υπογραφή, άρα δεν θα πάμε στο δικαστήριο“.
Όλα αυτά, φυσικά, δεν είναι τυχαία.
Και δεν είναι τυχαία, επειδή η δημόσια συζήτηση για μια προσφυγή στη Χάγη με “παρελκόμενο” την συνεκμετάλλευση σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο διεξάγεται, στη χώρα μας, την ώρα που πυκνώνουν οι παρεμβάσεις της Τουρκίας –και μάλιστα στο ανώτατο επίπεδο– και η επίσημη υποβολή διεκδικήσεων για την “τουρκική” (!!!) μειονότητα της Θράκης, την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου, την κυριαρχία επί ελληνικών θαλασσίων ζωνών νοτίως της Κρήτης και με ένα τουκρολιβυκό σύμφωνο που έχει μεταβάλλει τα γεωπολιτικά δεδομένα στην ευρύτερη περιοχή μας.
Όλα αυτά, δε, τα παρακολουθεί με μια εντυπωσιακή αμφισημία ο αμερικανικός παράγοντας. Αφενός υπόσχεται (Μάϊκ Πομπέο) διαμεσολάβηση για την αποκλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας, η οποία, όμως, καθυστερεί εξωφρενικά να εκδηλωθεί, αφετέρου κρατά προκλητικά “ίσες αποστάσεις” προτρέποντας τις δύο χώρες να μειώσουν την ένταση. Και την Τουρκία που την προκαλεί, και την Ελλάδα που δεν την προκαλεί, όπως εύστοχα παρατήρησε ο γερουσιαστής Μενέντεζ έχοντας απέναντί του τον εκπρόσωπο του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ.
Εύλογα διερωτάται κανείς: γιατί αυτή η σπουδή για μια ολοένα και πιο πυκνή δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα για την προσφυγή στην Χάγη, όταν η Τουρκία κλιμακώνει την επιθετικότητά της και δείχνει να συγκροτεί μια “ολιστική” ατζέντα διεκδικήσεων που εκτείνεται από την Θράκη και φθάνει στην Κύπρο;
Μια λογική απάντηση θα ήταν πως η κυβέρνηση και άλλοι πολιτικοί και μη παράγοντες γνωρίζουν ή προβλέπουν πως αργά ή γρήγορα –μάλλον σχετικά γρήγορα εάν αξιολογήσει κανείς τη “σπουδή”– η Ελλάδα θα βρεθεί ενώπιον πιέσεων να ανοίξει αυτό το θέμα. Πιθανότατα με την υιοθέτηση “μη ευχάριστων λύσεων”, όπως προφητικά (;) έλεγε προ μηνών με άρθρο του στην “Καθημερινή” ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης.
Το “μας συμφέρει ή όχι η Χάγη;”, ωστόσο δεν είναι ένα ερώτημα που μπορεί να “διευθετείται” μόνο στο πλαίσιο ημερίδων του ΕΛΙΑΜΕΠ και “προωθημένων” προτροπών από τους κ. Ντόκο και Ροζάκη. Ίσως κάποιοι τους θεωρούν χρήσιμους ως “λαγούς” για να διατυπώσουν αντιλήψεις που δεν μπορεί να διατυπώσει ακόμα η επίσημη κυβέρνηση ή και το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του.
Ίσως, ακόμα, να ακούγονται λογικά όλα αυτά εν μέσω της “καλλιέργειας φόβου” από απειλές θερμών επεισοδίων, ή ακόμα και πολεμικής σύρραξης με την Τουρκία, κάτι που διαπιστώνεται σε σειρά δημοσκοπήσεων το τελευταίο διάστημα.
Η Χάγη, ωστόσο, δεν είναι μια ειδυλλιακή εκδρομή Σαββατοκύριακου, ούτε μια άσκηση επί χάρτου. Όταν και εφόσον προκύψει θα αποτελέσει μια διαδικασία συνολικής και πιθανότατα οδυνηρής αναθεώρησης στερεοτύπων και αντιλήψεων της κοινωνίας. Στην Χάγη δεν θα πάνε υπηρεσιακοί παράγοντες του ΥΠΕΞ, διπλωμάτες, υπουργοί και γεωπολιτικοί αναλυτές. Θα πάει ολόκληρη η ελληνική κοινωνία.
Ακόμα και εκείνη η (μεγάλη) μερίδα της κοινωνίας που ολοφυρόταν στις πλατείες και φώναζε πως “η Μακεδονία είναι μια και είναι ελληνική” και “αλήτες, προδότες, πολιτικοί”. Για την ίδια μερίδα της κοινωνίας μιλάμε, η οποία, τώρα, ούτε αντιλαμβάνεται, ούτε θυμώνει, ούτε στέλνει σφαίρες στον Κοτζιά, ούτε αναρτά αφίσσες “προδοτών” στους στύλους της ΔΕΗ.
Και δεν το πράττει (ευτυχώς) επειδή έχουν λουφάξει όλοι εκείνοι που έριχναν βενζίνη στη φωτιά και την χειραγωγούσαν για προφανείς πολιτικές και εκλογικές σκοπιμότητες με το σπέρμα του διχασμού.
Θα ήταν, ωστόσο, τραγικό να φτάσει η ώρα μιας μεγάλης διαπραγμάτευσης που θα εμπεριέχει (αναγκαστικά) και συμβιβασμούς, και υποχωρήσεις, ερήμην αυτής της κοινωνίας. Τα ζητήματα αυτά δεν θα επιλυθούν, ούτε στις ημερίδες του ΕΛΙΑΜΕΠ, ούτε με εμβόλιμες συνεντεύξεις των “λαγών”, ούτε σε μυστικές συσκέψεις στο Μέγαρο Μαξίμου. Εάν και εφόσον η κυβέρνηση θεωρεί πως πρέπει σταδιακά να “μπολιαστούμε” με την ιδέα της Χάγης, αυτό απαιτεί συγκρότηση μιας νέας εθνικής στρατηγικής με το πολιτικό σύστημα αλλά και τους πολίτες κοινωνούς.
Στο πολιτικό μας σύστημα αυτό γίνεται με έναν τρόπο. Καθαρές εξηγήσεις και σχέδιο από την εκλεγμένη κυβέρνηση και σύγκλιση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών όπου άπαντες θα αναλάβουν το μερίδιο της ευθύνης που τους αναλογεί.
Αλλιώς, η πορεία προς τη Χάγη μπορεί να εξελιχθεί σε μια “νέα εποχή τεράτων“, ίδια ή, μάλλον, πολύ πιο φρικώδης από αυτή που ζήσαμε με το Μακεδονικό. Και τότε όσοι με έπαρση δηλώνουν πως “συνέτριψαν την Χρυσή Αυγή”, θα αντιληφθούν πως ο σπόρος της ακροδεξιάς βρίσκεται δίπλα τους…