Οι επόμενες ώρες και ημέρες είναι ιδιαίτερα κρίσιμες. Η σχεδόν αποκαρδιωτική και υποκριτική στάση του διευθυντηρίου της Ε.Ε έναντι του τουρκικού εκβιασμού που υφίσταται η Ελλάδα –ως ευρωπαϊκό σύνορο– δεν δημιουργεί βάσιμες ελπίδες πως σ’ αυτή την κλιμάκωση της μεταναστευτικής κρίσης θα βρεθούν ικανές συμμαχίες που να αποτρέψουν τον Ταγίπ Ερντογάν από μια ακόμα πιο δραματική συνέχεια.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Μέχρις ώρας διατυπώθηκαν μόνο “ευχολόγια” από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τον Αυστριακό καγκελάριο. Οι ηγέτες των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών δεν έχουν τοποθετηθεί, ενώ στη διάσκεψη των μόνιμων αντιπροσώπων του ΝΑΤΟ κυριάρχησαν η έκφραση συμπαράστασης στην Τουρκία (για τις απώλειες που είχε στο συριακό μέτωπο) και η απόρριψη του ελληνικού αιτήματος να συμπεριληφθεί στο κείμενο συμπερασμάτων οιαδήποτε αναφορά στην οργανωμένη μετακίνηση μεταναστευτικών ροών προς την ελληνική μεθόριο.
Δυστυχώς, η Ευρώπη και οι ΗΠΑ στηρίζουν τον Ερντογάν ιεραρχώντας ως βασικότερο το γεγονός πως η Τουρκία μετακινείται αναγκαστικά από την συμμαχία με τον Βλαντιμίρ Πούτιν και γίνεται η αιχμή του δυτικού δόρατος κατά του καθεστώτος του Μπασάρ Αλ Άσαντ.
Οι ρωσικοί S-400 μένουν στις αποθήκες και ο Ντόναλντ Τραμπ σκέπτεται σοβαρά να ενισχύσει την Τουρκία με αμερικανικούς Patriot! Η Άγκυρα εκβιάζει την ευρωπαϊκή υποστήριξη στον “κοινό στόχο” και επιδιώκει την δημιουργία “ζωνης ασφαλείας” υπό τουρκικό έλεγχο στα τουρκοσυριακά σύνορα. Θέτει, δε, κάτι τέτοιο ως προαπαιτούμενο για την αναστολή των μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη.
Η Ελλάδα δοκιμάζεται σε πολλά επίπεδα. Η εγκατάσταση δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων στην ευρύτερη περιοχή του Έβρου -από την τουρκική πλευρά- και η προσπάθειά τους να περάσουν το ποτάμι και τον φράχτη δημιουργεί αναμφίβολα ένα τεράστιο πρόβλημα εθνικής ασφάλειας.
Πέραν των όποιων άλλων απόψεων ή δογματισμών είναι σαφές πως τα σύνορα πρέπει να φυλαχθούν. Κάτι τέτοιο εγκυμονεί, βεβαίως, μεγάλους κινδύνους και η υποκριτική ευρωπαϊκή κοινή γνώμη εύκολα μπορεί να στραφεί εναντίον της χώρας μας (ήδη αναφορές στα γερμανικά ΜΜΕ επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο) εάν συμβεί το παραμικρό.
Ο Ερντογάν παίζει με τη φωτιά, τα ευρωπαϊκά γεωπολιτικά συμφέροντα (στη Συρία) του προσφέρουν τα σπίρτα, η Ελλάδα, όμως, κινδυνεύει να καεί...
Η κυβέρνηση εμφανίζεται επιχειρησιακά δραστήρια μεν – στον Έβρο, γιατί στα νησιά τα πράγματα είναι πολύ δυσκολότερα και ίσως κινηθούν ανεξέλεγκτα- , διπλωματικά, όμως, αμήχανη. Ο πρωθυπουργός ζήτησε από την Άγκελα Μέρκελ να αναλάβει πρωτοβουλία για την σύγκληση έκτακτης Συνόδου Κορυφής και εκείνη (για τους λόγους που εξηγήσαμε παραπάνω) το αποφεύγει. Η εντολή στον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια να ζητήσει τη σύγκληση του Συμβουλίου των ομολόγων του είναι, δίχως άλλο, μια κίνηση διπλωματικά υποβαθμισμένη και πιθανότατα ανεπαρκής. Ιδιαίτερα, όταν δεν έχει υπάρξει ακόμα (;) διάφημα διαμαρτυρίας από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών που να επιδοθεί στον Τούρκο πρέσβη στην Αθήνα -γιατί άραγε; Η Ελλάδα βιώνει αυτή τη στιγμή ένα τεράστιο πρόβλημα ασφαλείας και μια εχθρική ενέργεια από την Τουρκία, η Ελλάδα πρέπει, λοιπόν, να αναλάβει τις σχετικές πρωτοβουλίες.
Έχει, στο πλαίσιο αυτό, δύο πολύ σημαντικά επιχειρήματα.
Πρώτον, αντιμετωπίζει κίνδυνο από τις μεταναστευτικές ροές που στέλνει ο Ερντογάν. Ο κίνδυνος αυτός δεν αφορά μόνο την ίδια καθώς τα ελληνικά σύνορα είναι και ευρωπαϊκά. Δεν της αρμόζει να αναλάβει μόνο εκείνη το βάρος της αποτροπής.
Δεύτερον, με την δόλια και οργανωμένη μετακίνηση των μεταναστευτικών ροών, ο Τούρκος πρόεδρος καταργεί μονομερώς και επιθετικά την Κοινή Δήλωση Ε.Ε- Τουρκίας του 2016. Απειλεί και προσβάλλει την ίδια την Ευρώπη και η χώρα μας πληρώνει τα επίχειρα της γεωπολιτικής της θέσης και της μανίας ενός πολιτικά διαταρραγμένου καθεστώτος στην Άγκυρα.
Με αυτά τα επιχειρήματα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης οφείλει να προκαλέσει πάραυτα τη σύγκληση έκτακτης Συνόδου Κορυφής. Παράλληλα, πρέπει να ζητήσει από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να συγκαλέσει Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών και να ζητήσει τη συμφωνία όλων σε μια νέα εθνική στρατηγική.
Να λάβει εξουσιοδότηση όλων των πολιτικών δυνάμεων και να σπεύσει στην Ευρώπη. Ταυτόχρονα, Αλέξης Τσίπρας και Φώφη Γεννηματά πρέπει να κινηθούν προς τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές και την Ευρωπαϊκή Αριστερά, ενώ οι Έλληνες ευρωβουλευτές, όλοι μαζί, να θέσουν άμεσα το θέμα στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Αυτά τα βήματα πρέπει να γίνουν άμεσα. Εάν αφήσουμε την εκρηκτική κατάσταση στα χέρια των αμήχανων και αμφίθυμων Ευρωπαίων είναι πιθανό να οδηγηθούμε σε “μεσοβέζικες” λύσεις και ευχολόγια που δεν θα επιλύσουν το πρόβλημα. Μια νέα Ειδομένη στα ελληνικά σύνορα ισοδυναμεί με βραδυφλεγή βόμβα που είναι θέμα χρόνου να απασφαλιστεί.