Η Ισπανική γρίπη ήταν πανδημία γρίπης η οποία εκδηλώθηκε το 1918 και είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο 21.640.000 ανθρώπων ή κατ’ άλλους υπολογισμούς 50 έως 100.000.000 ανθρώπων.
Ο ιός μεταπήδησε από τα πτηνά στον άνθρωπο και στη συνέχεια άρχισε να μεταδίδεται μεταξύ των ίδιων των ανθρώπων.
Η ισπανική γρίπη πιθανότατα προήλθε από την Άπω Ανατολή, ονομάστηκε όμως έτσι επειδή οι πρώτες αναφορές για την πανδημία προήλθαν από τον Τύπο της Ισπανίας, η οποία δεν συμμετείχε στον πόλεμο.
«Οι ερευνητές μελέτησαν δείγματα του ιού που είχαν διατηρηθεί σε εργαστήρια ή βρέθηκαν σε πτώματα θαμμένα στο παγωμένο έδαφος της Αλάσκας. Διαπίστωσαν ότι μια μικρή μετάλλαξη του ιού επέτρεψε στις πρωτεΐνες της επιφάνειάς του, που χρησιμοποιούνται για να προσκολληθεί ο ιός στα κύτταρα, να αναγνωρίζουν και τους αντίστοιχους ανθρώπινους υποδοχείς»
«Ο θάνατος επερχόταν από οξύ φλεγμονώδες πνευμονικό οίδημα, αιμορραγική πνευμονίτιδα ή πνευμονία με οξύ αιμορραγικό οίδημα. Παρατηρούνταν κυάνωση του δέρματος ιδιαίτερα γύρω από το πρόσωπο, στο στόμα, στον λαιμό και στα δάκτυλα. Στη νεκροψία οι βάσεις των πνευμόνων ήταν περισσότερο προσβεβλημένες και οι θωρακικές κοιλότητες περιείχαν ανοικτό καφέ ή κίτρινο ως σκούρο κόκκινο υγρό».
Η εξάπλωσή της
Τα πρώτα κρούσματα της εκδηλώθηκαν στη Γαλλία τον Απρίλιο του 1918 ανάμεσα στα βρετανικά συντάγματα που στάθμευαν στη Ρουέν και στο Βιμερέ. Καθώς μετακινούνταν τα στρατεύματα μετακινείτο και η ασθένεια. Έτσι τον Μάιο επεκτάθηκε σε όλη τη Γαλλία και στην Ιταλία, στη Μεγάλη Βρετανία και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στη Γερμανία εισήλθε με τους αιχμαλώτους που είχε συλλάβει.
Τον Ιούνιο η πανδημία έφτασε στις Ινδίες, τον Ιούλιο στη Νέα Ζηλανδία και τον Αύγουστο στη Νότιο Αφρική. Έως τον Ιανουάριο του 1919 η Αυστραλία κατόρθωσε να μην πληγεί λόγω μιας αυστηρής καραντίνας.
Στις 10 Ιουλίου του 1918 160.000 κρούσματα έπληξαν το Βερολίνο. [4] Στη Μεγάλη Βρετανία η γρίπη προκάλεσε τον θάνατο 220.000 ανθρώπων, στις Ηνωμένες Πολιτείες σημειώθηκαν πάνω από 550.000 θάνατοι, ενώ στην Ιαπωνία περί τα 250.000 θύματα και στις Ινδίες τα πέντε εκατομμύρια
Οι επιπτώσεις στην Ελλάδα
Προσπάθησαν με διάφορους τρόπους να επιβιώσουν. Με γαργάρες, κοφτές βεντούζες, αντισηπτικές εισπνοές, τακτική αλλαγή εσωρούχων και συστηματική καθαριότητα των χεριών – αυτές τις μεθόδους συμβούλευσαν οι γιατροί προκειμένου να αντιμετωπίσει ο κόσμος μία από τις μεγαλύτερες πανδημίες που έζησε η ανθρωπότητα.
Κάποιοι την παρομοίασαν με τη Μαύρη Πανώλη του Μεσαίωνα, με τους 75-200 εκατ. νεκρούς, άλλοι τη συνέκριναν με την επιδημία της εποχής μας, το AIDS, που μετρά 35 εκατ. νεκρούς μέσα σε τέσσερις δεκαετίες. Κι όμως, σήμερα, 100 χρόνια μετά, έχει σχεδόν ξεχαστεί. Μιλάμε για την ισπανική γρίπη που σκότωσε 50 ή, σύμφωνα με άλλες πηγές, 100 εκατ. ανθρώπους το διάστημα 1918-1919.
Η θανατηφόρος πορεία του ιού δεν καταγράφηκε από τον ευρωπαϊκό Τύπο για να μην επηρεάσει το ηθικό των πολιτών εξαιτίας του Μεγάλου Πολέμου (1914-18), αφήνοντας το τοπίο θολό για την εξάπλωση και τα θύματά της. Εξαίρεση αποτέλεσε η λεπτομερής καταγραφή της νόσου στην ουδέτερη Ισπανία. Εξ ου και ονομάστηκε ισπανική.
Στην Ελλάδα, οι πρώτες αναφορές του Τύπου για την Ισπανική Γρίπη γίνονται το καλοκαίρι του 1918. Ανάμεσα στα ανακοινωθέντα του πολέμου, ανακοινώσεις του υπουργείου Επισιτισμού, και ανέκδοτα, καταγράφονται τα πρώτα χτυπήματα για την επιδημία. Γράφει η εφημερίδα «Ωρα» στις 14 Ιουνίου: «Εάν ακούση κανείς τους συμπολίτες, θα υποθέσει ότι η περίφημος Ισπανική επιδημία ενέσκηψε και εις το Ιοστέφανον Αστυ. Ο κάθε συμπολίτης μόλις αισθανθή υγραινομένους τους ρώθωνάς του από ελαφρόν συνάχι ή του πονέση λίγο το κεφάλι, κολακεύεται να πιστεύει ότι απέκτησε την αξιοπερίεργον αυτή επιδημίαν… Επέπρωτο εν τούτοις εις την αλλοπρόσαλλον εποχή μας να ίδωμεν και αυτό. Επιδημίας της μόδας!».
“Μαύρη πανώλη”
Με τον όρο µαύρη πανώλη ή µαύρος θάνατος αναφέρεται η πανδημία των ετών 1348 – 1353, η οποία ήταν από τις πλέον καταστροφικές στην παγκόσμια ιστορία. Ο συνολικός ανθρώπινος απολογισμός της, υπολογίζεται σε 100 έως 200 εκατομμύρια νεκρούς στην Ευρώπη και στην Ασία. Μάλιστα εκτιμάται ότι μείωσε τότε τον παγκόσμιο πληθυσμό από 450 εκατομμύρια σε 350 – 375 εκατομμύρια.
Οι πρώτες επίσημες καταγραφές της πανδημίας ξεκίνησαν τον Οκτώβριο του 1347, όταν γενοβέζικα εμπορικά πλοία από το λιμάνι της Κάφφας στην Μαύρη Θάλασσα, που προσέγγισαν το λιμάνι της Μεσσήνης στη Σικελία, γεμάτα ετοιμοθάνατους και νεκρούς, μετέφεραν στην Ευρώπη την ασθένεια της πανώλης.
Η ασθένεια αυτή είχε δύο μορφές: τη βουβωνική (ή σηψαιμική) και την πνευμονική. Μεταδιδόταν ακαριαία και βοηθούμενη από τις κακές συνθήκες υγιεινής, την έλλειψη ιατρικών γνώσεων της εποχής και τις επακόλουθες δεισιδαιμονικές προλήψεις, στις αρχές του 1348 είχε ήδη διαδοθεί από την Ιταλία, σε όλη την κεντρική Γαλλία, μέχρι τον χειμώνα του ιδίου έτους στην νότια Αγγλία και στη συνέχεια στις Κάτω Χώρες. Συνέπεια της επιδημίας ήταν να χαθεί σχεδόν το ένα τρίτο του πληθυσμού της Ευρώπης.
Η επιδημία ξαναχτύπησε και στα επόμενα χρόνια του 14ου αιώνα, με μικρά χρονικά διαλείμματα, αναιρώντας έτσι ολοκληρωτικά την δημογραφική αύξηση που είχε σημειωθεί στα μέσα του 13ου αιώνα και ο παγκόσμιος πληθυσμός επανήλθε στα επίπεδα πριν το 1347 μόλις τον 17ο αιώνα.
Φωτό επάνω:Αστυνομικοί με μάσκες στο Σιάτλ, 1918
Πηγή: Καθημερινή, wikipedia