Στην κρισιμότερη φάση, εδώ και πολλά χρόνια, έχουν εισέλθει οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και έχουν ουσιαστικά μετατραπεί σε “μη-σχέσεις”, καθώς η μεν Άγκυρα έχει ξεδιπλώσει μια στρατηγική προκλήσεων και διεκδικήσεων από τον Έβρο και το Αιγαίο έως και την κύρια εστία του τουρκικού ενδιαφέροντος που είναι η Ν.Α Μεσόγειος, η δε Αθήνα δεν βρίσκει ευήκοα ώτα στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που ακολουθούν την τυπική ρητορική καταγγελίας χωρίς, όμως, να απαιτούν την συμμόρφωση του Ταγίπ Ερντογάν.
Διπλωματικές και στρατιωτικές πηγές κάνουν λόγο για αναβαθμισμένη πιθανότητα να προκληθεί από την Τουρκία θερμό επεισόδιο, με κύριο πεδίο άσκησης μιας τέτοιας τουρκικής κίνησης, την περιοχή που έχει “σημαδέψει” η Άγκυρα με το τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Όπως επισημαίνει σε άρθρο της η “Καθημερινή”, την κατάσταση επιβαρύνει η ουσιαστική έλλειψη διαύλου επικοινωνίας ανάμεσα στην Αθήνα και τον Ερντογάν. Καλά πληροφορημένες πηγές αναφέρουν ότι μέσω των ΗΠΑ υπήρξε μια προσπάθεια έστω δημιουργίας ενός διαύλου σε στρατιωτικό επίπεδο, πλην του διπλωματικού σε επίπεδο πρεσβειών σε Αθήνα και Αγκυρα. Στο Μέγαρο Μαξίμου υπάρχει ισχυρή βούληση για διάλογο με την Αγκυρα, ιδιαίτερα στην παρούσα φάση κατά την οποία ο κ. Μητσοτάκης είναι πολιτικά κυρίαρχος, ωστόσο από την πλευρά της Τουρκίας δεν υπάρχει κανένα τέτοιο σήμα. Τις δυσκολίες ενισχύει το πολύ αρνητικό κλίμα για τον κ. Ερντογάν στο εσωτερικό, ίσως το χειρότερο δυνατό από το 2002. Η διαχείριση της πανδημίας και η κακή οικονομική κατάσταση φαίνεται ότι έχουν πλέον σοβαρές επιπτώσεις στο πολιτικό προφίλ του κ. Ερντογάν, ο οποίος εμφανίζεται να υπολείπεται έναντι του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου. Η καταγραφή της δημοσκοπικής κόπωσης του κ. Ερντογάν τους τελευταίους μήνες φαίνεται, πάντως, ότι λειτουργεί προς όφελος ακόμα και ακροδεξιών, εθνικιστικών κομμάτων όπως το ΙΥΙ της Μεράλ Ακσενέρ.
Χαρακτηριστικό είναι το σημερινό πρωτοσέλιδο της εφημερίδας “Τα Νέα” που μεταφέρει πληροφορίες για πιθανότητα τουρκικών κινήσεων, ακόμα και τον Ιούλιο, κάτι που θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες και σε στρατιωτικό, και σε διπλωματικό αλλά και σε οικονομικό (τουρισμός) επίπεδο, γεγονός που ανησυχεί πολλαπλώς την Αθήνα.
Την ανησυχία του εξέφρασε και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας, με την συνέντευξή του στην “Καθημερινή”, επιμένοντας στην ανάγκη χάραξης νέας στρατηγικής στο πλαίσιο της σύγκλισης Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών, κάτι που ενώ δεν απορρίπτει η κυβέρνηση, δεν το αποφασίζει, προφανώς για να μην αλλοιώσει την εικόνα πολιτικής ηγεμονίας που έχει καλλιεργήσει μετά την επιτυχή διαχείριση του μεταναστευτικού εκβιασμού του Ερντογάν στον Έβρο.
Όμως, ακόμα και στο εσωτερικό της κυβέρνησης και της Ν.Δ ακούγονται φωνές διαφοροποίησης, ενώ πυκνώνουν και οι επιφυλάξεις για τους χειρισμούς στα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας, ενώ επισημαίνεται και η απουσία συντονισμού.
Είναι χαρακτηριστικό πως ο έμπειρος διεθνολόγος (καθηγητής) και βουλευτής της Ν.Δ Άγγελος Συρίγος, με άρθρο του στην “Καθημερινή” ασκεί έμμεσα κριτική στην ασκούμενη εξωτερική πολιτική και αναφέρεται στην ανάγκη νέας στρατηγικής έναντι της Τουρκίας, επισημαίνοντας, μάλιστα πως “η ασάφεια (σ.σ εκ μέρους της Ελλάδας) δημιουργεί προϋποθέσεις θερμού επεισοδίου”.
Το άρθρο του Άγγελου Συρίγου που δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή της Κυριακής
Σε πρώτο χρόνο, κρίσιμες είναι οι κινήσεις που θα κόψουν τη φορά της Τουρκίας, η οποία οδεύει με ταχύτητα στην υλοποίηση του σχεδιασμού της για την Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό απαιτεί:
α) άσκηση διπλωματικών πιέσεων
β) λήψη σοβαρών αμυντικών μέτρων
γ) καθορισμό των περιοχών όπου θεωρούμε ότι έχουμε κυριαρχικά δικαιώματα και
δ) σαφήνεια ως προς τα όρια ανοχής της ελληνικής πλευράς σε προκλητικές τουρκικές κινήσεις
Η ασάφεια δημιουργεί τις προϋπόθέσεις θερμού επεισοδίου.
Αυτά, όμως, αποτελούν διαχειριστικές κινήσεις. Πολύ πιο σημαντικό είναι ότι έχει καταρρεύσει το μεταπολιτευτικό πρότυπο διαχείρισης των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Χρειαζόμαστε μια νέα στρατηγική (εδώ και χρόνια δεν έχουμε καμία στρατηγική) που θα στοχεύει στην ειρηνική επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών. Στην πράξη αυτό σημαίνει οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο (ενιαία από Έβρο έως Καστελλόριζο) μέσω προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Τα υπόλοιπα ζητήματα που θέτει η Τουρκία θα παραμείνουν εκκρεμή για πολλά χρόνια. Θα έχουν υψηλή συμβολική αλλά μικρή πρακτική σημασία.
Η Τουρκία θα σκεφτεί τη λύση του του δικαστηρίου μόνο εάν καταλάβει ότι η συνέχιση της πολιτικής της θα συνεπάγεται κόστος.
Η νέα στρατηγική θα είναι αντίθετη στη θεώρηση που ξεκίνησε ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1981: ”Η Ελλάδα δεν διεκδικεί τίποτα”. Διεκδικούμε την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου. Καταλήξαμε να το επικαλούμαστε διαρκώς χωρίς να το εφαρμόζουμε. Η νέα στρατηγική θα πρέπει να βασίζεται στη βήμα προς βήμα άσκηση όλων των δικαιωμάτων που μας δίνει το διεθνές δίκαιο, με έμφαση σε δράσεις και μέτρα για τα οποία υπάρχει ευρωπαϊκή θεσμική υποστήριξη.
Σε διπλωματικό επίπεδο, δίπλα στις υπάρχουσες συμμαχίες θα πρέπει να δημιουργήσουμε νέες στρατηγικές συμμαχίες με κράτη της γεωγραφικής περιοχής στη βάση του άξονα Ελλάδος – Κύπρου.
Ο συγκεκριμένος άξονας δημιουργεί μια πολύ πιο ελκυστική και δυναμική εικόνα για όποιον θέλει να συνεργασθεί μαζί μας. Αυτό απαιτεί στενότερη συνεργασία και με την Κύπρο.
Οι καλές σχέσεις με Ισραήλ και Αίγυπτο θέλουν εμβάθυνση.
Θα γίνουν στρατηγικές μόνον εάν αποκτήσουν και αμυντική διάσταση. Παράλληλα, πρέπει να δουλέψουμε πάνω στην ενόχληση που δημιουργεί η τουρκική πολυπραγμοσύνη στα κράτη της περιοχής. Καλούμαστε να ανακαλύψουμε τη γειτονιά μας. Κρίσιμος είναι ο ρόλος των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Σε επίπεδο Ευρώπης, το βάρος πρέπει να δοθεί :
α) στη νέα τελωνειακή ένωση Ε.Ε – Τουρκίας
β) στην μελλοντική ειδική σχέση με την Ε.Ε.
Ανοιχτό το μέτωπο του Έβρου
Η Αθήνα παραμένει, επίσης, σε διαρκή συναγερμό για την πιθανότητα η Αγκυρα να ανοίξει εκ νέου τα σύνορα στον Εβρο και στα νησιά. Όπως αναφέρει η “Καθημερινή”, υπάρχουν ανησυχητικές ενδείξεις, ωστόσο υπάρχει την ίδια στιγμή η υψηλότερη δυνατή ετοιμότητα προκειμένου τα νησιά και ο Εβρος να μη βρεθούν προ δυσάρεστων εκπλήξεων. Σε διπλωματικό επίπεδο, η προτεραιότητα της Αθήνας επικεντρώνεται στη συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια σήμερα με τον Ιταλό ομόλογό του Λουίτζι ντι Μάιο, όπου και αναμένεται ότι θα ολοκληρωθεί η συμφωνία για την οριοθέτηση ΑΟΖ με την Ιταλία. Ουσιαστικά η συμφωνία είναι έτοιμη τον τελευταίο μήνα και λείπουν μόνο οι πολιτικές, εκατέρωθεν, αποφάσεις προκειμένου να κλείσει.