Στο συγκρουσιακό σκηνικό που διαμορφώθηκε τις τελευταίες εβδομάδες, αλλά και στους όρους και στις προοπτικές ενός διαφαινόμενου, μετά την επιστροφή του «Ορούτς Ρέις» στην Αττάλεια, διαλόγου μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας, αναφέρονται σε άρθρα τους στην «Κ» οι υπουργοί Εξωτερικών της Ελλάδας Νίκος Δένδιας και της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου.
Ηδη ένας νέος διπλωματικός μαραθώνιος βρίσκεται σε εξέλιξη με σκοπό την έναρξη, το ταχύτερο δυνατόν, των διε-ρευνητικών επαφών Ελλάδας – Τουρκίας. Μάλιστα, τις επόμενες ημέρες δεν αποκλείεται μια νέα τριμερής με τη συμμετοχή εκπροσώπου και του Βερολίνου και υπάρχουν εκτιμήσεις πως οι επαφές θα μπορούσαν να αρχίσουν ακόμα και εντός δύο εβδομάδων.
ΝΙΚΟΣ ΔΕΝΔΙΑΣ*
Οι μονομερείς διεκδικήσεις δεν συνιστούν διαφορές
Η ειρήνη και η ασφάλεια για τις επόμενες γενεές, η καλή πίστη και ο διάλογος, είναι και πρέπει να είναι ο κοινός στόχος δύο γειτόνων. Ιδιαίτερα δε, γειτόνων όπως η Ελλάδα και η Τουρκία, με βαρύ ιστορικό παρελθόν και δύσκολο παρόν στις διμερείς τους σχέσεις.
Το ζητούμενο στην περίπτωση της Τουρκίας είναι ο δρόμος που θα μας οδηγήσει εκεί. Είναι ένας δρόμος δύσβατος, αλλά πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι ότι θα τον περπατήσουμε. Η Ελλάδα είναι μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα που παγίως επιλύει τις όποιες διαφορές της με γειτονικά κράτη με ειρηνικά μέσα, με διάλογο και διαβούλευση.
Αντιλαμβάνεται ότι η αμοιβαία επίρριψη ευθυνών είναι η εύκολη λύση. Παράλληλα, ότι τα λόγια περί αμοιβαίου σεβασμού, ειρηνικών μέσων επίλυσης διαφορών, καλής πίστης και διαλόγου είναι ωραία και εύκολα. Ποιος θα μπορούσε να διαφωνήσει;
Τι γίνεται όμως όταν οι πράξεις διαψεύσουν τα λόγια; Οταν οι παραβιάσεις κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο ή στο Αιγαίο μετριούνται σε χιλιάδες, με αυξανόμενους ρυθμούς; Οταν οι παράνομες ενέργειες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα –το δικαίωμα επί της οποίας σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο υφίσταται εξ υπαρχής και δεν γεννήθηκε με κάποια δήλωση– κλιμακώνονται με συνοδεία πολεμικών πλοίων; Οταν η Ελλάδα απειλείται με πόλεμο από την Τουρκία, αν ασκήσει το δικαίωμα της επέκτασης των χωρικών υδάτων της στα 12 ν.μ., κατά παράβαση θεμελιωδών Αρχών του Χάρτη των Η.Ε.;
Η επιμονή όμως της Τουρκίας στην παραβατικότητα και την πολιτική τετελεσμένων δεν δημιουργεί δίκαιο ούτε παράγει έννομα αποτελέσματα. Αντίθετα, υπονομεύει κάθε απόθεμα εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών. Η Ελλάδα το επισημαίνει διαρκώς αυτό προς την πλευρά της Τουρκίας, καλώντας την να προσέλθει σε διάλογο και να σεβαστεί τη διε-θνή νομιμότητα. Ποτέ δεν είναι αυτή η οποία απειλεί ευθέως ή εμμέσως, ποτέ δεν είναι η πλευρά που επιδιώκει την επιβολή διά της προβαλλόμενης ισχύος, δεν παραβιάζει ούτε προσπαθεί να αμφισβητήσει τη διεθνή νομιμότητα και ποτέ δεν είναι αυτή που αναφέρεται με ανοίκειες εκφράσεις σε γειτονικές της χώρες.
Δηλώνει το αυτονόητο. Οτι τα κυριαρχικά δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες δεν είναι ούτε προϊόν ατομικής αντίληψης περί δικαίου ούτε ποικίλλουν αναλόγως συσχετισμού μεγεθών και ισχύος μεταξύ κρατών. Προβλέπονται με σαφήνεια και ισότητα για όλα τα κράτη από το εθιμικό και συμβατικό δίκαιο της θάλασσας. Που είναι δεσμευτικό για όλα τα κράτη. Είτε τους αρέσει είτε όχι.
Κράτη-μέλη του ΟΗΕ και της Ε.Ε. δεν εξαφανίζονται από τον χάρτη αν δεν αναγνωρίζονται από κάποιον. Ολόκληρα νησιά δεν εξαφανίζονται από τον χάρτη για να παραχθούν κατά βούληση καινοφανείς γειτονίες, νομικά εξαμβλώματα και τεχνητές παράνομες συμφωνίες. Ούτε φυσικά τα νόμιμα κυριαρχικά δικαιώματα των νησιών όπως προβλέπονται από το Διεθνές Δίκαιο αποτελούν μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις.
Και βέβαια οι μονομερείς διεκδικήσεις κρατών δεν συνιστούν διακρατικές διαφορές. Μία και μοναδική διαφορά υπάρχει μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Αυτή της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.
Είμαστε έτοιμοι να επανεκκινήσουμε τον διάλογο που θα οδηγήσει σε διαπραγματεύσεις για τη διευθέτηση της διαφοράς αυτής ή στην παραπομπή της στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Θα συνεχίσουμε δηλαδή να πορευόμαστε στον δρόμο της διεθνούς νομιμότητας που έχουν ακολουθήσει και άλλες μεσογειακές χώρες για την επίλυση ανάλογων διαφορών.
Το έχουμε αποδείξει, άλλωστε, και πολύ πρόσφατα, υπογράφοντας συμφωνίες οριοθέτησης ΑΟΖ με την Ιταλία και την Αίγυπτο, μετά μακρές και δύσκολες διαπραγματεύσεις. Το ίδιο θα θέλαμε να επιτύχουμε και με τους υπόλοιπους γείτονές μας. Αυτό περιλαμβάνει και την Τουρκία, με την οποία θα συνεχίσουμε να συνυπάρχουμε.
Μπορούμε να συνυπάρχουμε ειρηνικά, τείνοντας χείρα φιλίας και επιδιώκοντας την αλληλοκατανόηση και τον αλληλοσεβασμό. Οι λαοί μας έχουν πολλά να μας διδάξουν ως προς αυτό. Αλλά αυτό εξαρτάται πρωτίστως από την ίδια την Τουρκία.
* Ο κ. Νίκος Δένδιας είναι υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας.
ΜΕΒΛΟΥΤ ΤΣΑΒΟΥΣΟΓΛΟΥ*
Η προτίμησή μας στην Ανατολική Μεσόγειο είναι διπλωματία χωρίς προϋποθέσεις
Η Μεσόγειος υπήρξε διαχρονικά το λίκνο του πολιτισμού αλλά και μια λεκάνη διαρκών πολιτισμικών και οικονομικών αλληλεπιδράσεων. Σε αυτόν τον γεωγραφικό χώρο το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Η Τουρκία και η Ελλάδα είχαν πάντα δύο επιλογές: είτε να έλθουν σε αντιπαράθεση με έναν τρόπο που θα πλήξει και τις δύο χώρες, είτε να βρουν μια αμοιβαία συνταγή win-win ώστε να καθορίσουν έναν αμοιβαία επωφελή δρόμο προς το μέλλον.
Η λογική του «μόνιμου γείτονα» συνεπάγεται φυσικά τον αμοιβαίο σεβασμό για τα δικαιώματα της κάθε πλευράς. Δυστυχώς, αυτή δεν είναι η περίπτωση για όλα όσα ζούμε στην Τουρκία αυτές τις ημέρες.
Ενας τέτοιος αμοιβαίος σεβασμός θα έπρεπε με τη σειρά του να εκδηλώνεται με μια αίσθηση υποχρέωσης να επιλυθούν όλα τα εκκρεμή ζητήματα ή διαφωνίες μέσω ειρηνικών μέσων και διαλόγου. Με αυτό το πνεύμα, οι γείτονες δεν επιζητούν την κλιμάκωση, αλλά την άμεση διπλωματία και τον διάλογο με καλή πίστη και με στόχο για αυθεντική επίλυση των διαφωνιών.
Πρόσφατα, κυβερνήσεις όπως αυτή της Γαλλίας δείχνουν μια απερίσκεπτη λαχτάρα για το αποικιακό παρελθόν τους. Ξεχάσαμε τόσο γρήγορα ότι η αποικιακή περίοδος δεν έφερε τίποτα παρά τεράστιο πόνο και δεινά για τόσο πολλούς λαούς;
Το μοντέλο της αποδοχής της συμπεριφοράς των μητροπολιτικών αρχόντων που επιβάλλουν τη βούλησή τους στην περιφέρεια τελείωσε. Ο πρόεδρός μας συνηγορεί στην ιδέα ότι ο κόσμος είναι μεγαλύτερος από πέντε (σ.σ. χώρες) και καλεί για μια πιο ισότιμη διεθνή τάξη. Προσδιορίζουμε την εξωτερική πολιτική μας ως δραστήρια και ανθρωπιστική, ώστε να υπογραμμίσουμε τις αξίες που θέλουμε να επικρατήσουν και την ακατάβλητη προσπάθεια και δημιουργικότητά μας στην επίτευξή τους, (σ.σ. κινήσεις) όλες στην υπηρεσία του αποφθέγματος του Κεμάλ Ατατούρκ: «Ειρήνη στην πατρίδα, ειρήνη στον κόσμο» που είχε προταθεί για βραβείο Νομπέλ από τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Γι’ αυτό υπογραμμίζουμε την ανάγκη για αμοιβαίο σεβασμό και ισότιμες λύσεις στα προβλήματα.
Γι’ αυτό η Τουρκία υποστηρίζει την πρωτοβουλία του ΝΑΤΟ προς την αποτροπή συγκρούσεων και την πρωτοβουλία της Γερμανίας για αποκλιμάκωση με απώτερο στόχο την αναβίωση των ήδη υφιστάμενων διμερών μηχανισμών ανάμεσα σε Τουρκία και Ελλάδα. Ελπίζουμε ότι η Αθήνα αντιλαμβάνεται ότι αυτά είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Η Τουρκία σέβεται την Ελλάδα αρκετά ώστε να μη θέλει να διαπραγματευτεί και να συμφωνήσει με άλλα μέρη για θέματα που θα έπρεπε να διευθετηθούν απευθείας ανάμεσα στους δύο γείτονες.
Οι βασικοί στόχοι μας στην Ανατολική Μεσόγειο είναι ξεκάθαροι:
• Δίκαιη και ισότιμη οριοθέτηση των θαλασσίων ορίων.
• Προστασία των δικαιωμάτων στην υφαλοκρηπίδα μας έναντι μαξιμαλιστικών και υπερβολικών διεκδικήσεων θαλασσίων ορίων.
• Προστασία των ισότιμων δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων στους υποθαλάσσιους πόρους του νησιού μέσω της εγκαθίδρυσης ενός μηχανισμού ισότιμου διαμοιρασμού των κερδών.
• Δημιουργία ενός γνήσιου, συμπεριληπτικού, δίκαιου και ισότιμου μηχανισμού ενεργειακής συνεργασίας των υποθαλάσσιων πόρων, με τη συμμετοχή όλων των πλευρών, περιλαμβανομένων των Τουρκοκυπρίων (οι προτάσεις για το θέμα είναι ακόμα στο τραπέζι) στην Ανατολική Μεσόγειο.
Μια σειρά από μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις δεν μπορούν να επιβληθούν στην Τουρκία μέσω της Ε.Ε. η οποία δεν έχει καμία αρμοδιότητα επί ζητημάτων οριοθέτησης θαλάσσιων συνόρων. Δεν μπορεί να αποκοπεί η πρόσβαση της Τουρκίας στην ανοιχτή θάλασσα και στις δικές της θαλάσσιες ζώνες, διεκδικώντας 40.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα υφαλοκρηπίδας για ένα μικρό νησί όπως το Μέις ή Καστελλόριζο που είναι μόνο 2 χιλιόμετρα μακριά από την Τουρκία και 580 από την ελληνική ηπειρωτική χώρα. Κανένας νόμος ή λογική, ούτε μια βασική αίσθηση δικαίου δεν θα επέτρεπε ένα αντίθετο επιχείρημα.
Επιπλέον, απόπειρες προς την κατεύθυνση του αποκλεισμού μιας χώρας όπως η Τουρκία –με τη μεγαλύτερη σχετική ακτογραμμή στην περιοχή, έναν αυξανόμενο πληθυσμό, παραγωγικές δυνατότητες και αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες– από τα πλούτη της ίδιας της της γειτονίας δεν είναι ρεαλιστικές. Οπως το τονίσαμε πολλές φορές, αυτό απλά δεν πρόκειται να συμβεί.
Επομένως, η Τουρκία θα είναι φυσικά αμετακίνητη στο να μην επιτρέψει απόπειρες που θα βλάψουν τα βασικά της συμφέροντα. Διατηρούμε μια ναυτική παρουσία στην περιοχή όχι για επιθετικούς λόγους, αλλά για αυτοάμυνα έναντι παρέμβασης στις δραστηριότητες σεισμικής έρευνας εντός της δικής μας υφαλοκρηπίδας (η οποία, παρεμπιπτόντως, ανακηρύχθηκε σε συμφωνία με το διεθνές δίκαιο πριν από 16 χρόνια!).
Ο διάλογος και οι διαπραγματεύσεις είναι πράγματι το πρώτο και κύριο μέσο επίλυσης των ζητημάτων θαλάσσιας οριοθέτησης στο διεθνές δίκαιο. Ακολούθως, αναμένουμε από την Ελλάδα να ανανεώσει όλα τα κανάλια διαλόγου με την Τουρκία χωρίς καμία προϋπόθεση. Οι προϋποθέσεις γεννούν άλλες «αντι-προϋποθέσεις» (πιστέψετε, μπορούμε να βρούμε αρκετές δικές μας) και, επομένως, αυτός δεν είναι ένας καλός τρόπος να επιδιώκονται συνομιλίες ανάμεσα σε δύο γείτονες.
Κάθε κρίση μπορεί να δημιουργήσει μια ευκαιρία και πρέπει να την αδράξουμε και να προχωρήσουμε ειρηνικά. Είναι προφανές ότι οποιαδήποτε διαδικασία διαπραγμάτευσης πρέπει να περιλαμβάνει μια άσκηση δούναι και λαβείν. Η εναλλακτική είναι να σπρώξεις τα προβλήματα κάτω από το χαλί και να ελπίζεις ότι θα φύγουν ή κάποιος άλλος θα τα λύσει για λογαριασμό σου. Ωστόσο, τα προβλήματα τείνουν να γίνονται ακόμα πιο περίπλοκα όσο περνά ο καιρός, πόσο μάλλον να εξαφανιστούν από μόνα τους.
Χρειαζόμαστε δυνατή, αποτελεσματική και λογική ηγεσία ώστε να παραδώσουμε ειρήνη και ασφάλεια στις μελλοντικές γενιές. Αυτή υπάρχει στην τουρκική πλευρά. Ο,τι κάνουμε σήμερα θα καθορίσει όχι μόνο το παρόν, αλλά και το αύριο και γνωρίζετε πολύ καλά ότι η Τουρκία μπορεί να ακολουθήσει την Ελλάδα σε οποιαδήποτε ατραπό επιλέξει. Η επιλογή δεν ανήκει στην πραγματικότητα ούτε στην Τουρκία ούτε στη Γαλλία, ούτε σε κανέναν άλλο γι’ αυτό το θέμα, αλλά στους σεβαστούς ηγέτες και στον λαό της Ελλάδας.
* Ο κ. Μεβλούτ Τσαβούσογλου είναι υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας.
Aπό την “Καθημερινή”