Την άμεση απόσυρση του νέου νομοσχεδίου «που χτυπά την Τεχνική και Επαγγελματική Εκπαίδευση», «ιδιαίτερα σ’ αυτή την περίοδο που μαίνεται η πανδημία», ζητεί από το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων η ΟΛΜΕ.
Κάνει λόγο για «αντιεκπαιδευτικά σχέδια του υπουργείου Παιδείας, που υποβαθμίζουν ακόμα περισσότερο τα μορφωτικά και εργασιακά δικαιώματα των μαθητών» και αξιώνει να απορριφθούν στο σύνολό τους οι επιχειρούμενες αναδιαρθρώσεις.
Σύμφωνα με την ομοσπονδία, με το νέο νομοσχέδιο με τίτλο «Εθνικό Σχέδιο Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, Κατάρτισης και Διά Βίου Μάθησης» που προωθεί η κυβέρνηση, «ακολουθώντας, κατά γράμμα σχεδόν, τους βασικούς άξονες της διαβόητης πλέον “έκθεσης Πισσαρίδη” που δημοσιεύτηκε πρόσφατα κι εναρμονίζοντας την ΕΕΚ (επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση) στη χώρα μας με τις συστάσεις των οργανισμών (ΣΕΒ, ΟΟΣΑ, Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αναβάθμιση δεξιοτήτων κ.α.), προτείνονται αλλαγές σε βάρος των μορφωτικών αναγκών της νέας γενιάς και του Δημόσιου Σχολείου συνολικά. Και όλα αυτά ενώ προβλέπεται στο νέο προϋπολογισμό μείωση των δημόσιων δαπανών για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση, και για την εκπαίδευση γενικώς».
Το Δ.Σ. της ΟΛΜΕ απέναντι στο νέο νομοσχέδιο έχει να επισημάνει τα εξής:
«- Με το νομοσχέδιο αυτό εξειδικεύεται η κυρίαρχη στρατηγική επιλογή για την λεγόμενη αυτονομία και αποκέντρωση της εκπαίδευσης. Στα δύο νέα κεντρικά όργανα που ιδρύονται, το Κεντρικό Συμβούλιο Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (Κ.Σ.Ε.Ε.Κ.) και το Συμβούλιο Σύνδεσης με την Παραγωγή και την Αγορά Εργασίας (Σ.Σ.Π.Α.Ε.), καθοριστικό ρόλο και λόγο στο περιεχόμενο των σπουδών θα έχουν οι λεγόμενοι «κοινωνικοί εταίροι» δηλαδή οι επιχειρήσεις, εκπρόσωποι του ΣΕΒ και άλλων επιμελητηρίων, φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, η ΓΣΕΕ κ.α.. Το ΥΠΑΙΘ αναλαμβάνει πλέον το ρόλο του συντονιστή και του εποπτεύοντος. Ανοίγει έτσι ο δρόμος για να προσαρμόζεται και να καθορίζεται η ΤΕΕ και το περιεχόμενο σπουδών της με έναν “ευέλικτο” τρόπο σύμφωνα με τις ανάγκες των επιχειρηματικών συμφερόντων, αγνοώντας και το γεγονός ότι ο επαγγελματικός προσανατολισμός των νέων ανθρώπων δεν πρέπει να οριοθετείται από την προοπτική της ανάπτυξης της οικονομίας σε τοπικό επίπεδο, αλλά λαμβάνοντας υπόψη και την πρόοδο της επιστήμης, και τις τεχνολογικές εξελίξεις και έναν μακροπρόθεσμο προγραμματισμό για τη χώρα και το λαό της.
– Επανέρχονται με άλλη ονομασία οι Επαγγελματικές Σχολές Κατάρτισης (Ε.Σ.Κ.) και διατηρούνται οι Επαγγελματικές Σχολές (ΕΠΑΣ) του ΟΑΕΔ, και οι δύο ως Μεταγυμνασιακή βαθμίδα κατάρτισης ενταγμένη στο τυπικό σύστημα εκπαίδευσης, στο «επίπεδο 3» του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων (ΕΠΠ). Δικαίωμα ίδρυσης ΕΣΚ δίνεται και σε άλλους φορείς του Δημοσίου (ΝΠΔΔ) αλλά και σε ΝΠΙΔ, εργοδοτικούς φορείς και επιχειρήσεις. Στις σχολές αυτές εγγράφονται απόφοιτοι γυμνασίου, διδάσκουν εκπαιδευτές και όχι εκπαιδευτικοί, οι εκπαιδευτές προσλαμβάνονται από άγνωστο μέχρι στιγμής μητρώο εκπαιδευτών ως ωρομίσθιοι και με συμβάσεις έργου, ενώ Διευθυντές τους μπορεί να είναι και μη εκπαιδευτικοί. Τα προγράμματα σπουδών περιλαμβάνουν, έως και μέχρι το ήμισύ τους, μαθητεία χωρίς προβλεπόμενη αμοιβή και ασφαλιστικά δικαιώματα, έχουν καθαρό χαρακτήρα πρόσκαιρης κατάρτισης και δεν περιλαμβάνουν γενική εγκύκλια γνώση, ούτε στέρεες τεχνολογικές γνώσεις. Παράλληλα δίνεται η δυνατότητα να γίνονται οι διαδικασίες στις σχολές αυτές καθ’ ολοκληρίαν μέσω της Εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης.
– Διακηρυγμένος στόχος της κυβέρνησης είναι να εξωθήσει μία μεγάλη μερίδα του μαθητικού πληθυσμού πολύ πρόωρα, μόλις μετά την ολοκλήρωση της εννιάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, προς τα φτηνά και ευέλικτα προγράμματα κατάρτισης και μαθητείας και στην ανήλικη εργασία. Να διαμορφώσει μια στρατιά νέων με χαμηλή μόρφωση που θα έχουν εμπεδώσει από τα πρώιμα χρόνια τους πιο σκληρές και επισφαλείς μορφές εργασίας, χωρίς δικαιώματα, που το μέλλον της θα ανακυκλώνεται αιωνίως ανάμεσα στην κατάρτιση και στην εργασιακή περιπλάνηση σύμφωνα με τις ανάγκες των επιχειρήσεων και των εργοδοτών. Είμαστε αντίθετοι σε ένα τέτοιο εγχείρημα: κανένας ανήλικος δεν πρέπει να οδηγείται σε πρακτική άσκηση/μαθητεία, ιδιαίτερα δε με τις συνθήκες που υπάρχουν σήμερα στη χώρα, χωρίς ελέγχους και φραγμούς στην αυθαιρεσία πολλών εργοδοτών.
– Ιδρύονται “Πρότυπα” ΕΠΑΛ (Π.ΕΠΑΛ), ως πεδίο δοκιμών των πιο σκληρών αντιεκπαιδευτικών πολιτικών, της αξιολόγησης σχολικών μονάδων, εκπαιδευτικών και μαθητών – που θα επιβληθούν όχι μόνο στο σύνολο των ΕΠΑ.Λ, αλλά και σε ολόκληρη την εκπαίδευση αργότερα. Στα Π.ΕΠΑΛ τα διάφορα επιχειρηματικά συμφέροντα θα έχουν τον κυρίαρχο λόγο στη διαμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών και κατ’ επέκταση των τομέων και ειδικοτήτων που θα μεταβάλλονται συχνότατα, συμπαρασύροντας και τις ανάγκες σε εκπαιδευτικό προσωπικό. Είναι επίσης μια πρώτη απόπειρα κατηγοριοποίησης των σχολείων της ΤΕΕ και η αφετηρία για συγχωνεύσεις και καταργήσεις σχολείων της. Προβλέπεται και η δυνατότητα για 6ωρη μη αμειβόμενη πρακτική άσκηση ανηλίκων – μαθητών σε όλες τις τάξεις των ΕΠΑΛ – σε χώρους εργασίας, πράγμα που σημαίνει και αντίστοιχη απώλεια διδακτικών ωρών ενώ για πρώτη φορά ο χώρος εργασίας θα είναι χώρος παροχής τυπικής εκπαίδευσης σε επίπεδο λυκείου. Στόχος επίσης της κυβέρνησης είναι να γενικευθεί το μοντέλο του Π.ΕΠΑΛ σε όλα τα ΕΠΑΛ, ώστε να εφαρμοστούν καθολικά τα παραπάνω, παράλληλα με το μοντέλο της αυστηρής αξιολόγησης μαθητών (Τράπεζα Θεμάτων) και εκπαιδευτικών, όπως σε όλους τους τόνους έχει διατυπωθεί κατά καιρούς από την πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΙΘ.
– Με το παρόν ν/σ και την ένταξη στη τυπική εκπαίδευση της κατάρτισης και των δομών της, ανοίγει επίσης ο δρόμος για το χτύπημα των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών, αφού θεσμοθετούνται και επίσημα κάθε είδους ελαστικές μορφές εργασίας. Επιπλέον ο ρόλος του “εκπαιδευτή” και όχι του εκπαιδευτικού που επιφυλάσσει το σ/ν για τους συναδέλφους της ΤΕΕ, οδηγεί στην υποβάθμιση και την απαξίωσή τους, περιορίζοντας το ρόλο τους σε μια στείρα τεχνική κατάρτιση των μαθητών, αποκομμένη από κάθε παιδαγωγικό χαρακτήρα και περιεχόμενο.
– Το ΥΠΑΙΘ θεσμοθετεί και παγιώνει το καθεστώς της Εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης (ΕξΑΕ), σύγχρονης ή ασύγχρονης, αποκλειστικά ή σε συνδυασμό με τη δια ζώσης, για την παροχή της επαγγελματικής κατάρτισης. Είναι φανερό ότι το ΥΠΑΙΘ αξιοποιεί την ΕξΑΕ ως εργαλείο για την μείωση των δαπανών και την υποστελέχωση και μη ενίσχυση υποδομών και εξοπλισμού Ε.Κ., ενώ παράλληλα κλείνει το μάτι για «φτηνές» ΕΣΚ σε ιδιώτες.
– Ο δίαυλος για την πρόσβαση στα ΑΕΙ, μέσω κατατακτήριων (!) εξετάσεων, των αποφοίτων των Δημοσίων ΙΕΚ και του Μεταλυκειακού έτους -Τάξης Μαθητείας που ανοίγει το ΥΠΑΙΘ, γεννά ακόμα μεγαλύτερες ανισότητες, ενώ παράλληλα εξισώνει βαθμίδες εκπαίδευσης και κατάρτισης, ακόμα και σε διαφορετικά επίπεδα του ΕΠΠ. Δίνει το δικαίωμα στους σχολάρχες των ιδιωτικών ΙΕΚ να θησαυρίσουν “πουλώντας” την ελπίδα της πρόσβασης στο Πανεπιστήμιο για μια σημαντική μερίδα της νέας γενιάς.
– Η κατάργηση των Δημόσιων ΙΕΚ με λιγότερους από 250 σπουδαστές σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, και 100 στην υπόλοιπη Ελλάδα (πλην παραμεθόριων περιοχών) θα οδηγεί τους σπουδαστές τους στα ιδιωτικά ΙΕΚ. Στα ΙΕΚ θα γίνεται σκληρή αξιολόγηση, ενώ παράλληλα δίνεται η δυνατότητα για παροχή εκπαίδευσης εξ αποστάσεως ακόμα και για ολόκληρο το πρόγραμμα σπουδών».
Η ΟΛΜΕ θεωρεί πως το ΥΠΑΙΘ με το νέο νομοσχέδιο «στρώνει το έδαφος ώστε το επόμενο διάστημα να γενικευτεί η πολιτική της “αυτονομίας” σε όλη την έκταση της εκπαίδευσης, που θα οδηγήσει στην κατηγοριοποίηση των σχολείων, των εκπαιδευτικών και των μαθητών, σε μειώσεις δημοσίων δαπανών για την παιδεία, σε νέα συρρίκνωση των δομών της εκπαίδευσης, στις αλλαγές προς το χειρότερο στα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών, στη σκληρή αξιολόγηση των δομών με βάση και την απορρόφηση αποφοίτων στην αγορά εργασίας, σε νέους τρόπους διοίκησης και με ενεργό το ρόλο των τοπικών εργοδοτικών φορέων και επιχειρήσεων σε αυτήν».
Όπως συμπληρώνει, πάγια θέση της και του κλάδου είναι η υπεράσπιση του Δημόσιου Δωρεάν Σχολείου. «Ο κλάδος μας, με τους αγώνες του ενάντια στις αντιεκπαιδευτικές πολιτικές που οξύνουν τις ταξικές αντιθέσεις στην εκπαίδευση, υπερασπίζεται την αδήριτη ανάγκη όλα τα παιδιά ισότιμα να έχουν πρόσβαση στο δημόσιο αγαθό της παιδείας» αναφέρει.
Καλεί δε τις ΕΛΜΕ να πραγματοποιήσουν ανοιχτά Δ.Σ. και συσκέψεις με εκπαιδευτικούς, ιδιαίτερα των ΕΠΑΛ, και να πάρουν αποφάσεις καταδίκης των επιχειρούμενων ανατροπών, να πάρουν πρωτοβουλίες και δράσεις ενάντια στην κατάθεση του νομοσχεδίου. Καλεί, επίσης, τους Συλλόγους Διδασκόντων, ιδιαίτερα των ΕΠΑΛ, να συνεδριάσουν ακόμα και με εξ αποστάσεως διαδικασίες και να συζητήσουν το περιεχόμενο του ν/σ.
Η ΟΛΜΕ δηλώνει πως διεκδικεί:
Ουσιαστική αναβάθμιση της τεχνικής-επαγγελματικής εκπαίδευσης.
Γενναία αύξηση της χρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό, της ΕΕΚ.
Σύγχρονα και επαρκή εργαστήρια, εξοπλισμό και υποδομές, για όλες τις δομές της ΕΕΚ.
Έγκριση όλων των ολιγομελών τμημάτων για να μπορούν οι σπουδαστές να σπουδάζουν στις ειδικότητες που επιθυμούν.
Μαζικές προσλήψεις μονίμων εκπαιδευτικών.
Ριζικές αλλαγές στα αναλυτικά προγράμματα ώστε να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες εξελίξεις της επιστήμης και της τεχνολογίας.
Πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα κατά τη διάρκεια της μαθητείας/πρακτικής άσκησης. Όχι στην ανήλικη μαθητεία.
Πτυχία με επαγγελματικά δικαιώματα, που ανοίγουν τον δρόμο για δουλειά.