Κλιμακώνοντας τις επιθέσεις της εναντίον θεωριών της κοινωνικής επιστήμης, που υποστηρίζει ότι απειλούν τη Γαλλία, η γαλλική κυβέρνηση ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα ότι θα εξετάσει την ακαδημαϊκή έρευνα που, όπως είπε, τροφοδοτεί «ισλαμοαριστερές» τάσεις που «διαφθείρουν την κοινωνία». Η ανακοίνωση αυτή προκάλεσε φόβους για καταστολή των ακαδημαϊκών ελευθεριών – ιδιαίτερα σε σχέση με σπουδές γύρω από τη φυλή, το φύλο, τις μετα-αποικιακές σπουδές και άλλα πεδία, που η γαλλική κυβέρνηση λέει ότι έχουν εισαχθεί από αμερικανικά πανεπιστήμια και υπονομεύουν τη γαλλική κοινωνία.
των Norimitsu Onishi και Constant Méheut (*)
Παράλληλα με την εξέλιξη αυτή, ψηφίστηκε από τη γαλλική Βουλή νομοσχέδιο κατά του ισλαμισμού, μιας ιδεολογίας που θεωρείται ότι ενθαρρύνει τρομοκρατικές πράξεις. Όλα αυτά εντάσσονται σε μια δεξιά στροφή του Μακρόν, ο οποίος αντιμετωπίζει κρίσιμες προεδρικές εκλογές το 2022.
Η υπουργός ανώτατης εκπαίδευσης Φρεντερίκ Βιντάλ ανακοίνωσε ότι το κρατικό Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Ερευνας θα εξετάσει το σύνολο των ερευνών που γίνονται στη χώρα, με έμφαση στη μετα-αποικιοκρατία. «Ο ισλαμοαριστερισμός διαφθείρει όλη την κοινωνία, περιλαμβανομένων των πανεπιστημίων», είπε σε συνέντευξή της, προσθέτοντας ότι ορισμένοι καθηγητές προωθούν «ριζοσπαστικές» και «ακτιβιστικές» ιδέες.
Η Γαλλία αποτελεί εδώ και έναν αιώνα ένα κοσμικό κράτος που στηρίζεται στην ιδέα ότι όλοι οι πολίτες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου. Η ιδέα αυτή όμως δοκιμάζεται από τις διακρίσεις και την περιθωριοποίηση των μεταναστών, οι περισσότεροι από τους οποίους προέρχονται από παλιές αποικίες. Και το πολιτικό κατεστημένο θεωρεί ότι οι εκκλήσεις κατά των διακρίσεων απειλούν την ταυτότητα και την κοινωνική συνοχή της Γαλλίας.
Με ασυνήθιστα σκληρή γλώσσα, ο ακαδημαϊκός κόσμος απέρριψε τις κατηγορίες της κυβέρνησης. Η Διάσκεψη των Πρυτάνεων χαρακτήρισε τον ισλαμοαριστερισμό «ψευδοέννοια» την οποία χρησιμοποιεί η άκρα Δεξιά. Και ο οργανισμός που επρόκειτο να πραγματοποιήσει την έρευνα που θέλει η κυβέρνηση, και έχει το όνομα «Αθηνά», ανακοίνωσε ότι δεν προτίθεται να την κάνει.
Η μάχη αυτή για τις θεωρίες της κοινωνικής επιστήμης, που τις τελευταίες ημέρες έγινε πρωτοσέλιδο σε τουλάχιστον τρεις μεγάλες γαλλικές εφημερίδες, εντάσσεται σε έναν γενικότερο πολιτισμικό πόλεμο στη Γαλλία που τον τελευταίο χρόνο εκδηλώνεται με μαζικές διαδηλώσεις για τον ρατσισμό και την αστυνομική βία, αντικρουόμενες απόψεις για τον φεμινισμό και εκρηκτικές συζητήσεις για το ισλάμ και τον ισλαμισμό.
Τα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί επίσης μικρές και μεγάλες επιθέσεις ισλαμιστών, από τις οποίες έχουν σκοτωθεί 250 γάλλοι πολίτες.
Αν και ο πολιτισμικός πόλεμος διεξάγεται στα μέσα ενημέρωσης και τη πεδίο της πολιτικής, έχει τις ρίζες του στα γαλλικά πανεπιστήμια. Τα τελευταία χρόνια, μια νέα γενιά κοινωνικών επιστημόνων χρησιμοποιεί καινούργια εργαλεία για να κατανοήσει μια χώρα που ήταν ανέκαθεν απρόθυμη να συζητήσει θέματα όπως ο ρατσισμός.
Η τάση αυτή βρίσκει αντίθετους τους διανοούμενους πιο μεγάλης ηλικίας, που θεωρούν ότι οι θεωρίες αυτές είναι αμερικανόφερτες. Ο ίδιος ο πρόεδρος Μακρόν, που δεν έδειχνε στο παρελθόν ενδιαφέρον γι’αυτά τα πράγματα, έχει κερδίσει πολλούς συντηρητικούς τελευταία με τις επιθέσεις του εναντίον «ορισμένων θεωριών της κοινωνικής επιστήμης που εισάγονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες».
«Η χρήση του όρου `ισλαμοαριστερισμός` έχει γίνει ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους εξουδετέρωσης της ακροδεξιάς», λέει η Κλοέ Μορέν, ειδικός της κοινής γνώμης στο Ιδρυμα Ζαν-Ζορές. Σύμφωνα με τον γάλλο κοινωνιολόγο Μαρουάν Μοχάμεντ, ειδικό για την ισλαμοφοβία, τέτοιοι όροι θα ακούγονται όλο και συχνότερα καθώς πλησιάζουν οι προεδρικές εκλογές, πολύ περισσότερο που εκτρέπουν τη συζήτηση από την κακή διαχείριση της πανδημίας και της οικονομικής κρίσης από την κυβέρνηση.
Ο όρος «ισλαμοαριστερισμός» αναφέρθηκε για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του 2000 από τον γάλλο ιστορικό Πιερ-Αντρέ Ταγκιέφ για να περιγράψει τη συμμαχία μεταξύ ακροαριστερών και ισλαμιστών εναντίον των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Τελευταία χρησιμοποιείται από την ακροδεξιά, αλλά και ορισμένους υπουργούς του Μακρόν, για να κατηγορηθούν όσοι είναι ήπιοι με τον ισλαμισμό και ασχολούνται περισσότερο με την ισλαμοφοβία.
(*) Οι Νοριμίτσου Ονίσι και Κονστάν Μεέ είναι αρθρογράφοι των New York Times
(New York Times)