Ο Παύλος Ιωαννίδης γεννήθηκε στο Βερολίνο το 1924 και υπήρξε ένας από τους πλέον στενούς συνεργάτες του αείμνηστου Αριστοτέλη Ωνάση. Εργάστηκε στην Ολυμπιακή Αεροπορία διαδοχικά ως αρχιεκπαιδευτής, γενικός αρχιχειριστής, διευθυντής πτητικής εκμετάλλευσης και γενικός διευθυντής.
Με τη διαθήκη του, ο Αριστέλης Ωνάσης τον όρισε ισόβιο μέλος του Δ.Σ. του Ιδρύματος.
Διετέλεσε επίσης πρόεδρος όλων των εταιρειών της Χριστίνας Ωνάση, ένας από τους εκτελεστές της διαθήκης της, καθώς και μέλος της επιτροπής διαχείρισης της περιουσίας της ανήλικης κόρης της, Αθηνάς. Την 1η Ιουλίου 2005 ανακηρύχθηκε επίτιμος αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος Ωνάση και μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Έγραψε τη βιογραφία «Κι αν δεν είσαι… θα γίνεις», για τον Αριστοτέλη Ωνάση (εκδ. Α.Α. Λιβάνης, 2007).
Το 1943 έλαβε μέρος στην Αντίσταση, αρχικά με την ομάδα του «Νικηφόρου» του ΕΛΑΣ και, εν συνεχεία, με τη FΟRCE 133, μια Συμμαχική μονάδα που δρούσε στα βουνά της κατεχόμενης Ελλάδας. Τον Ιούνιο του 1944, κατόπιν εντολής του Συμμαχικού αρχηγείου της Μέσης Ανατολής, διέφυγε από την Ελλάδα μαζί με δύο Άγγλους αξιωματικούς και, μέσω Τουρκίας, έφτασε στο Κάιρο. Τιμήθηκε για ανδρεία κατά τη διάρκεια του πολέμου από τον Βασιλέα της Αγγλίας Γεώργιο ΣΤ ́ με το King’s Medal fοr Cοurage (K.M.C.) της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και με δίπλωμα τιμής από τον Άγγλο Στρατάρχη Lοrd Alexander.
Τις διακρίσεις αυτές επέστρεψε, σε ένδειξη διαμαρτυρίας, στον Charles Peake, Άγγλο Πρέσβη στην ΑΘΗΝΑ, στις 10 Μαΐου 1956, ημέρα απαγχονισμού των Κυπρίων αγωνιστών της ΕΟΚΑ, Καραολή και Δημητρίου, ως στερούμενες οιασδήποτε αξίας δεδομένου ότι και αυτοί πολέμησαν για την απελευθέρωση της πατρίδας τους. Εκπαιδεύτηκε το 1944 ως πιλότος καταδιωκτικών αεροπλάνων στο εκπαιδευτικό κέντρο της RAF στη Νότια Ροδεσία και υπηρέτησε στην Ελληνική Βασιλική Αεροπορία (Ε.Β.Α.) μέχρι το 1947.
Με πληροφορίες από: Καθημερινή