Ποιός είναι ο δημοσιογράφος που «πετσόκοψε» τον Χάρη Θεοχάρη, όπως άλλωστε κάνει και σε όποιον τολμάει να διαβεί την πόρτα του στούντιο του BBC για να εισέλθει στο πιο δημοφιλές talk show και ταυτόχρονα στην πιο άγρια τηλεοπτική «αρένα» στον κόσμο;
Πρόκειται για τον Stephen Sackur, παρουσιαστή του Hardtalk, ο οποίος «φιλοξενεί» τρία ή τέσσερα πρόσωπα της επικαιρότητας κάθε εβδομάδα, εδώ και 24 ολόκληρα χρόνια.
Οι συνεντεύξεις του προβάλλονται πολλές φορές την ημέρα στο BBC World News, και τις παρακολουθούν πάνω από 85 εκατομμύρια τηλεθεατές από σχεδόν 200 χώρες. Μεταδίδονται επίσης στο ραδιόφωνο BBC World Service, απ’ όπου την ακούν άλλοι 66 εκατομμύρια ακροατές.
Ο Stephen Sackur «εισβάλλει» σε σπίτια, δωμάτια ξενοδοχείου, αίθουσες αναμονής αεροδρομίων, σε ολόκληρο τον πλανήτη, σχεδόν όλο το 24ωρο. «Ο ήλιος δεν δύει ποτέ στο Hardtalk» όπως λέει χαριτολογώντας η Carey Clark, παραγωγός.
Ο Sackur είναι αναμφισβήτητα η πιο γνωστή βρετανική τηλεπερσόνα στον κόσμο μετά τον Jeremy Clarkson. Καθημερινά λαμβάνει αναρίθμητα e-mail από θαυμαστές του αλλά και από ανθρώπους που τον «μισούν» για την «σκληρότητά» του, από όλες τις γωνιές του πλανήτη.
Το Hardtalk αποτελεί πραγματικό case study τηλεοπτικής επιτυχίας, όχι μόνο επειδή ο προϋπολογισμός του μόνο για… παπούτσια ξεπερνάει το 1 εκατομμύριο λίρες το χρόνο, αλλά κυρίως επειδή παραβιάζει κάθε κανόνα μίας «καθώς πρέπει» τηλεοπτικής συνέντευξης.
Πρόκειται για μία 25λεπτη, εξουθενωτική –για όποιον καλεσμένο δεν είναι προετοιμασμένος- μονομαχία. Οι καλεσμένοι του είναι σοβαροί άνθρωποι, επώνυμοι ή και λιγότερο γνωστοί, διεθνούς ακτινοβολίας ή με τοπική μόνο αναγνωρισιμότητα αλλά όχι διάττοντες αστέρες και σταρλετίτσες. Δεν χρησιμοποιεί ποτέ βίντεο κλιπ, εικόνες, βαρύγδουπες μουσικές ή άλλα τεχνάσματα. Ο Sackur έχει χιούμορ και του βγαίνει αλλά τόσο όσο πρέπει. Ο ίδιος είναι ο τελευταίος επιζών από μια θρυλική εποχή τηςβρετανικής τηλεόρασης, την εποχή των Brian Walden, David Frost και Robin Day.
Ανάμεσα στους 4.700 προσκεκλημένους του, από το 1997, συμπεριλαμβάνονται πρόεδροι, προθυπουργοί, δικτάτορες, εξόριστοι ηγέτες, μεγάλοι αστέρες του κινηματογράφου, αλλά και πρόσωπα που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστά. Ο Νέλσον Μαντέλα, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και ο Ντόναλντ Τραμπ, ο Χούγκο Τσάβες, ο Ρότζερ Φέντερερ, ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ και η Γκουίνεθ Πάλτροου, ανάμεσά τους.
Αυτά τα αδυσώπητα 25 λεπτά απαιτούν τρεις ημέρες έντονης προετοιμασίας με τους συνεργάτες του να παρουσιάζουν στον Sackur έναν φάκελο 20 σελίδων με γεγονότα, αποσπάσματα και στατιστικά στοιχεία μια ημέρα πριν από κάθε συνέντευξη.
Ως πρώην ανταποκριτής του BBC στις Βρυξέλλες, την Ουάσινγκτον και τη Μέση Ανατολή, ο Sackur προσθέτει τον δικό του πλούτο γνώσεων και εμπειριών στο ήδη υπάρχον υλικό. «Πηγαίνω στο στούντιο με πολύ βαρύ οπλισμό», λέει.
Προσυνεννοήσεις, σκονάκια, έτοιμες ερωτήσεις και συμφωνίες με τους καλεσμένους απαγορεύονται δια ροπάλου. Ο Sackur ξεκαθαρίζει εξ’ αρχής ότι θα ρωτήσει οτιδήποτε όσο κι αν «καίει». Γι ‘αυτό άλλωστε ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Τόνι Μπλερ δεν εμφανίστηκε ποτέ στο σόου.
«Έχουμε το προνόμιο να θέτουμε στους ανθρώπους που έχουν την εξουσία τις ερωτήσεις που θα τους έκαναν οι ίδιοι οι πολίτες και τα Μέσα της χώρας τους εάν τους δινόταν η ευκαιρία αλλά και η ελευθερία να το κάνουν», έχει πει.
Και οι αλήθεια είναι ότι πολλοί δεν το αντέχουν!
Όπως ο πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Αλ Γκορ ο οποίοςκατηγόρησε τον Σάκουρ ότι έχει «προσωπική βεντέτα εναντίον εκείνων που επιδιώκουν να σώσουν τον πλανήτη». Ή ο πρώην πρόεδρος της Νιγηρίας Olusegun Obasanjo, που όταν ρωτήθηκε για τη διαφθορά της οικογένειάς του, κούνησε το χέρι του Sackur λέγοντάς του: «Θα επικοινωνήσουν μαζί σας οι δικηγόροι μου».
Όμως για τον Sackur, το Hardtalk δεν έχει να κάνει με στείρα αντιπαράθεση. «Αυτό που κάνω είναι να προσγειώνω όποιον έχω απέναντί μου στην πραγματικότητα. Να συζητήσουμε για πράγματα που δεν ίσως έχει συζητήσει ποτέ πριν με άλλον άνθρωπο. Που δεν έχει ποτέ του ακούσει τον αντίλογο».
Σε μια ιδιαίτερα συγκινητική συνέντευξη, ο Allen Ault, αξιωματούχος φυλακής που είχε επιβλέψει πολλές εκτελέσεις στην πολιτεία της Τζόρτζια των ΗΠΑ, ομολόγησε ότι ένιωθε πως πρόκειται για προμελετημένες δολοφονίες που χρηματοδοτούνται από το κράτος. «Περίμενα πολύ καιρό να κάνω αυτήν τη συνέντευξη για το βγάλω αυτό από μέσα μου» είπε βουρκωμένος.
Ο Sackur έχει να διηγηθεί πολλές ιστορίες γι αυτά τα 24 χρόνια και τις εκατοντάδες εκπομπές του. Όπως ότι μία φορά είχε ξεχάσει εντελώς το όνομα ενός καλεσμένου και έπρεπε να σταματήσει την ηχογράφηση για να το μάθει. Ή όταν έπιασε τρυφερά το χέρι της Κριστίν Λαγκάρντ όταν εκείνη ομολόγησε ότι ως επικεφαλής του ΔΝΤ πρέπει πολλές φορές να κρύβει «τον ελέφαντα μέσα στη ντουλάπα. Θυμάται όταν ο Χούγκο Τσάβες, ο πρώην πρόεδρος της Βενεζουέλας, του έδειξε το σπαθί του Σίμον Μπολιβάρ κατά τη διάρκεια περιοδείας στο παλάτι του και του είπε ψιθυριστά: «Μην το πεις σε κανέναν, αλλά το πήρα από το μουσείο». Κι όταν η σύζυγος του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς αρνήθηκε να εμφανιστεί ισχυριζόμενη ότι έχει εγκαύματα από τον ήλιο, ο Sackur της έστειλε τρία κιβώτια ελληνικό γιαούρτι στο σπίτι της για να τα απλώσει στο δέρμα της.
Το Hardtalk θα καταφέρει να επιβιώσει και αυτή τη δεκαετία;
Ο Sackur είναι αισιόδοξος. «Υπάρχει ακόμη δίψα για σοβαρή, ερευνητική δημοσιογραφία», λέει. «Σε αυτό το περιβάλλον των ψευτοενημερωτικών εκπομπών και κοινωνικών δικτύων όπου όλα είναι τεμαχίζονται σε κομμάτια των 50 λέξεων και των 30 δευτερολέπτων, αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να μάθουμε να σκάβουμε λίγο από την επιφάνεια».