Ο υπουργός εξωτερικών της Τουρκίας ήρθε στην Ελλάδα με δύο στοχεύσεις.
Την ανάδειξη της εικόνας μίας Τουρκίας που βάζει νερό στο κρασί της και συνδιαλέγεται με την Ελλάδα, μετά από πέντε γεμάτους ένταση μήνες (Ιούλιος 2020-Νοέμβριος 2020), και την επιβεβαίωση της συνάντησης των δύο ηγετών στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ.
Βέβαια, η ιδιωτική επίσκεψη στη Θράκη, που γίνεται με όρους κυρίως εσωτερικής κατανάλωσης, υποκρύπτει και δύο ακόμη διαστάσεις, μία διμερή και μία διεθνή.
Η εσωτερική αφορά στην ικανοποίηση του εθνικιστικού ακροατηρίου, το οποίο θέλει να προσεταιριστεί ο Ερντογάν. Η διμερής πτυχή έχει να κάνει με την πρόθεση της Τουρκίας να αυξήσει την πίεση στην Ελλάδα, αναβαθμίζοντας το μειονοτικό ζήτημα και μάλιστα, θέλοντας να αλλοιώσει την εικόνα μας στο εξωτερικό, τη συνδυάζει με τις καταγγελίες για απωθήσεις και κακομεταχείριση προσφύγων και μεταναστών.
Εμφανίζοντας την Ελλάδα ως κράτος που δεν σέβεται θεμελιώδη δικαιώματα, η Άγκυρα κάνει και ένα αντιπερισπασμό έναντι των ΗΠΑ και της ΕΕ, που την έχουν «στριμώξει» σε ζητήματα δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Στη διεθνή διάσταση, η Τουρκία περιλαμβάνει και τη Θράκη στην προσπάθειά της να παρουσιαστεί ως το μουσουλμανικό κράτος που στέκεται απέναντι σε πάσης φύσεως αδικίες εναντίον των μουσουλμανικών πληθυσμών ώστε να διευρύνει το ακροατήριο της.
Μόλις χθες ο Τσαβούσογλου, με αφορμή τη συμπλήρωση 27 ετών από τη δολοφονία μίας τουρκικής οικογένειας από νεοναζί στη Γερμανία, επισήμανε πως ξενοφοβία και ρατσισμός καταλήγουν σε ισλαμοφοβία στην Ευρώπη.
Βέβαια, αισθανόμενη την πίεση της αμερικανικής διοίκησης και έως ότου ξεκαθαρίσει η κατάσταση με τη συνάντηση Μπάιντεν-Ερντογάν, η Άγκυρα είναι υποχρεωμένη να δείχνει ένα πρόσωπο διαλλακτικής δύναμης, όχι όμως σε φάση αναδίπλωσης, γιατί κάτι τέτοιο θα επιδρούσε αρνητικά στο εσωτερικό.
Το πρόβλημα, ωστόσο, παραμένει από τη στιγμή που η Τουρκία θεωρεί την Ελλάδα και τις σχέσεις της με αυτή ως δυνάμει μοχλό πίεσης έναντι των ΗΠΑ.
Όσο δεν αισθάνεται την πίεση για να αποδεχθεί ένα προσδιορισμένο πλαίσιο διαλόγου με την Ελλάδα για διευθέτηση ή παραπομπή στη Χάγη, με συγκεκριμένο κιόλας χρονοδιάγραμμα, αν δεν αποθρασύνεται, αν μη τι άλλο δεν έχει σοβαρούς λόγους για να στέρξει σε μία τέτοια προοπτική.
Εκτελεστικός Διευθυντής ΙΔΙΣ, Παντείου Πανεπιστημίου & αναλυτής διεθνών θεμάτων του Ant1