Η ταινία για την ιστορία του μπασκετικού Παναθηναϊκού και την προσφορά της οικογένειας Γιαννακόπουλου στο σύλλογο ολοκλήρωσε τις πρώιμες προβολές της το διήμερο 27-28 Ιουνίου και πλέον όσοι θέλουν να δουν το έργο ξανά θα πρέπει να περιμένουν τις κινηματογραφικές αίθουσες το φθινόπωρο του 2021.
Ας ξεκινήσουμε με κάτι πολύ βασικό όταν μιλάμε για ταινίες που αφορούν έναν σύλλογο πρέπει ο θεατής πρώτον να βλέπει το έργο χωρίς το φίλαθλο συναίσθημα και σαν μία κανονική ταινία και φυσικά να γνωρίζει την αληθινή ιστορία και το σενάριο για να μπορέσει να το αξιολογήσει μετά το τέλος της.
Ο υπογράφων δεν είναι Παναθηναϊκός, είναι λάτρης του μπάσκετ και εργάζεται για αυτό από τα 20 του, αγαπάει το σινεμά και πραγματικά με το τρέιλερ της ταινίας ενθουσιάστηκε και περίμενε κάτι ανάλογο ή ακόμα καλύτερο του 1968 της ΑΕΚ και του Τάσου Μπουλμέτη που βγήκε στις αίθουσες το 2018.
Τελικά το ταξίδι στα αστέρια δεν ήταν αυτό που περίμενε κανείς. Αν εξαιρεθεί μία μειοψηφία που δεν κοιτάει τίποτα στην ταινία πέρα από τις δύο ώρες ψυχαγωγίας οκ θα πει καλά λόγια, αλλά το έργο είχε σημαντικά προβλήματα και κυρίως ιστορικής φύσεως.
Το πιο σημαντικό πρόβλημα για εμένα του έργου ήταν η ιστορική ασυνέπεια. Το σενάριο είχε αρκετές αλήθειες αλλά και μία πραγματικότητα που δεν αποτυπώνεται από τον ρεαλισμό και τα γεγονότα που συνέβησαν.
Αρχικά ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς τον οποίο υποδύεται εξαιρετικά ο Γιώργος Γάλλος και αν έκλεινες τα μάτια σου θα νόμιζες ότι άκουγες τον Ζοτς, δεν έφυγε μην τηρώντας το λόγο του στον Δημήτρη Γιαννακόπουλο, αλλά για οικονομικούς λόγους και εξαιτίας της πνευματικής κόπωσης.
Επίσης ένα ακόμα στοιχείο που μου “ξίνισε” στη ταινία ήταν στο Φάιναλ Φορ του 2009 όπου ο αείμνηστος Θανάσης Γιαννακόπουλος πετάει στη ταινία χρήματα μετά τον τελικό στους διοικητικούς της Ευρωλίγκα, ενώ το πραγματικό γεγονός αφορά χρήματα που πέταξε στους διαιτητές πριν καν τελειώσει το ματς και πάρει το 5ο ευρωπαϊκό ο Παναθηναϊκός.
Τέλος μία ακόμα ιστορική ανακρίβεια αφορά την σημαντικότητα των τίτλων. Δεν γίνεται να βλέπουμε μπροστά μας το διάλογο πατέρα -Παύλου- και υιού -Δημήτρη- και να λέγεται ότι οι πιο σημαντικοί τίτλοι στην ιστορία του τμήματος δεν είναι τα 6 ευρωπαϊκά, το πρώτο τρόπαιο με τον Γκάλη, ή το πρωτάθλημα στο ΣΕΦ το 1999 αλλά τα δύο πρωταθλήματα το 2013-14.
Με κάτι τέτοια γεγονότα και σκηνές από την ταινία δεν μειώνει το έργο, αλλά κυρίως την ίδια σου την ιστορία και το μέγεθος ως ο μεγαλύτερος μπασκετικός σύλλογος της χώρας και εκ των κορυφαίων της Ευρώπης.
Ακόμα εκτός από την ελλιπέστατη ιστορικά αναδρομή στο έργο και το σενάριο, η ταινία δεν ήξερα σε κάποια σημεία αν είναι ντοκιμαντέρ, κινηματογράφος ή θεατρικό. Γενικό μπέρδεμα στη προσπάθεια αφήγησης μίας σπουδαίας κληρονομίας.
Όμως το Ταξίδι στα Αστέρια δεν είχε μόνο αρνητικά, αλλά και θετικά τα οποία αφορούν τις ερμηνείες οι οποίες όλες ήταν καλές κάτι που περιμέναμε λόγω του εξαιρετικού καστ, ενώ το έργο κατάφερε να σου δημιουργήσει συναίσθημα και συγκίνηση σίγουρα αν είναι φίλαθλος του Παναθηναϊκού και θυμάσαι τα περασμένα μεγαλεία των 6 ευρωπαϊκών.
Ακόμα κάτι που μου άρεσε πολύ ήταν η ιστορία με τα τρόπαια του συλλόγου την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και πως προστατεύτηκαν, ενώ εξαιρετική ήταν και η παρουσίαση της τακτικής του Ομπράντοβιτς στη Μπολόνια στο τρίτο ευρωπαϊκό του 2002.
Συνολικά η ταινία είχε και καλά και λάθος στοιχεία, αν είσαι φίλαθλος απλά του Παναθηναϊκού και όχι… οικογενειών θα συγκινηθείς, αλλά προσωπικά απογοητεύτηκα ως θεατής και γνώστης της παναθηναϊκής πραγματικότητας.
Λόγω του εντυπωσιακού τρέιλερ, περίμενα κάτι πολύ περισσότερο για έναν θρύλο του ελληνικού αθλητισμού όπως στο 1968 της ΑΕΚ στο οποίο ο Μπουλμέτης άφησε το στίγμα του.
Η ταινία προφανώς και θα περάσει στην ιστορία του αθλητικού ελληνικού σινεμά αλλά όχι για τους λόγους που θα έπρεπε. Α, και μία τελευταία κουβέντα πιο διακριτικά οι “μαύρες” διαφημίσεις προϊόντων την επόμενη φορά που θα φτιαχτεί ένα αντίστοιχο έργο…