Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται τα “πογκρόμ” λογοκρισίας επώνυμων και ανώνυμων χρηστών της πλατφόρμας Κοινωνικής Δικτύωσης Facebook στην Ελλάδα. Ανάμεσα στα θύματα γνωστοί δημοσιογράφοι, φωτορεπόρτερ, σκηνοθέτες, εκδοτικοί οίκοι και πλήθος απλών πολιτών. Το πιο πρόσφατο περιστατικό αφορά την “ποινή” που επέβαλε το Facebook στον Παύλο Πολάκη.
Όπως ανέφερε στις 25 Ιουνίου σε μήνυμα του ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Υγείας, ο συγκεκριμένος αποκλεισμός αφορούσε δημοσιεύσεις που είχαν γίνει στο χρονικό διάστημα (14/10/20 – 4/1/21 – 25/6/21), με τον ίδιο να βάλει εναντίον της πλατφόρμας.
“Τελικά μετά από 11 ώρες ανακλήθηκε η ποινή των 7 ημερών αποκλεισμού που μου επιβλήθηκε σήμερα από το Facebook (παραμένει η αρχική 3ήμερη για το δήθεν bullying), πράγμα που σημαίνει ότι αύριο “ανοίγει” ξανά ο λογαριασμός!” ανακοίνωσε στον λογαριασμό του ο Παύλος Πολάκης, στις 26 Ιουνίου.
Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δηλώνει ότι θα προχωρήσει σε νομικές κινήσεις σε βάρος της εταιρείας που συνεργάζεται με το Facebook στην Ελλάδα.
Επίσης, στις 23 Ιουνίου, το Facebook, λογόκρινε για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες τον λογαριασμό της Έλενας Ακρίτα, προχωρώντας σε μπλόκο αδιευκρίνιστης χρονικής διάρκειας, καθώς η δημοσιογράφος και συγγραφέας έλαβε δύο μηνύματα με διαφορετικές “ποινές”.
Είχε προηγηθεί η απαγόρευση 30 ημερών τον περασμένο Μάρτιο, επειδή η Έλενα Ακρίτα είχε απαντήσει σε υβριστικό σχόλιο. Η πρώτη εκείνη απαγόρευση είχε αρθεί τη Μεγάλη Πέμπτη (29 Απριλίου).
Η εταιρεία Facebook για να αιτιολογήσει τότε την κίνησή της, είχε απαντήσει επισήμως το εξής: “Δεν μπορείτε να δημοσιεύσετε ή να σχολιάσετε για 30 ημέρες. Αυτό συμβαίνει επειδή δημοσιεύσατε παλαιότερα κάτι που δεν ακολουθούσε τους Όρους της κοινότητάς μας. Αυτό το σχόλιο παραβιάζει τους όρους μας σε ό,τι αφορά την παρενόχληση και τον εκφοβισμό και γι’ αυτό μπορείτε να το δείτε μόνο εσείς”.
Μέχρι σήμερα ούτε το ίδιο το Facebook ούτε κάποια συνεργαζόμενη με αυτό εταιρεία, πέρα από τις γενικολογίες περί “παραβίασης Ορων”, δεν αναλαμβάνει την ευθύνη για όλα αυτά ακόμη κι όταν εγκαλούνται από θεσμικά όργανα, όπως η ΕΣΗΕΑ ή ακόμη και βουλευτές. Οπως επίσης, κανείς δεν ανέλαβε την ευθύνη και δεν έδωσε εξηγήσεις για τη μεγάλη διαρροή ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων σε δεκάδες χώρες, ανάμεσά τους και στην Ελλάδα.
Ποιοί όμως είναι οι “εγκέφαλοι” πίσω από τα αλλεπάλληλα κρούσματα λογοκρισίας και επιβολής ποινών στους έλληνες χρήστες;
Το ΑΝ δημοσίευσε σχετικό άρθρο με τίτλο “Facebook: Αναζητώντας τους “εγκεφάλους” πίσω από τα “πογκρόμ” λογοκρισίας“, σύμφωνα όμως με νέες πληροφορίες, ένα από τα κέντρα ελέγχου του περιεχομένου στο Facebook βρίσκεται εκτός Ελλάδας και συγκεκριμένα στην Πολωνία.
Τον Μάρτιο του 2016 εγκαταστάθηκε στη Βαρσοβία η διεύθυνση του Facebook με αρμοδιότητα την κεντρική και ανατολική και νοτιοανατολική Ευρώπη και αλλά και τις χώρες της Μέσης Ανατολής (συνολικά 30 χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας). Η διεύθυνση αυτή που στελεχώνεται από δεκάδες υπαλλήλους προερχόμενους από κάθε χώρα, έχει ως βασικό καθήκον τον έλεγχο και την επιβολή των πολιτικών και των κανόνων του Facebook. Στην ουσία, δηλαδή, κάνει το Moderation (διαχείριση) του περιεχομένου.
Πως όμως γίνεται και από ποιούς ο έλεγχος και στην συνέχεια η επιβολή αποκλεισμών ή άλλων ποινών από το Facebook; Το εξηγεί με μία σειρά άρθρων του, ο δημοσιογράφος Ματθαίος Τσιμιτάκης:
“Ο κυβερνοχώρος υπάρχει επειδή έχουμε δραστηριότητα σε αυτόν. Διαφορετικά, η μαύρη οθόνη παραμένει αυτό ακριβώς: μία μαύρη οθόνη. Στον φυσικό κόσμο υπάρχουν ρυθμιστικά συστήματα για την ορθή και δίκαιη κατανομή των κοινών πόρων. Η ρύθμιση γίνεται με τεχνικά μέσα, όπως λόγου χάρη είναι τα φανάρια του δρόμου, οι κάμερες ασφαλείας, οι ταμειακές μηχανές, αλλά και με νόμους που εφαρμόζουμε όλοι και επιτηρεί το κράτος.
Στο διαδίκτυο, ο πρώτος ρυθμιστής του λόγου είναι οι αλγόριθμοι, όπως εξηγήσαμε στα προηγούμενα σημειώματα. Επειτα υπάρχουν οι κανόνες κοινότητας την υποχρεωτική εφαρμογή των οποίων άρχισε να επιτηρεί το Facebook για πρώτη φορά επίσημα το 2018. Οι κανόνες αυτοί αφορουν σε παραβιάσεις που σχετίζονται με τα πνευματικά δικαιώματα, τη βία και την ασφάλεια, διαμαρτυρίες τρίτων, το σεβασμό της αξιοπρέπειας τους κοκ.
Οι κανόνες αυτοί επιτηρούνται τόσο απο αλγορίθμους όσο και απο moderators (ανθρώπους). Όταν λέμε αλγόριθμους εδώ, εννοούμε προγράμματα τα οποία χρησιμοποιούν φίλτρα λέξεων και μικρούς θησαυρούς ονομάτων και όρων, φτιαγμένα για να επιτελούν μία συγκεκριμένη λειτουργία.
Ένα απλό παράδειγμα του πώς λειτουργούν βρίσκει κανείς σε οποιαδήποτε δημόσια προσωπική σελίδα, όπου μπορεί να πάει στις ρυθμίσεις και να απαγορεύσει να εμφανίζονται υβριστικές, ή όποιες άλλες λέξεις δεν επιθυμεί να αναρτώνται.
Οι κανόνες αυτοί που υποβάλλονται σε συνεχείς αναθεωρήσεις και προσθήκες εφαρμόστηκαν και στην περίπτωση Κουφοντίνα.
Για παράδειγμα, το Facebook δεν αποσαφηνίζει με ακρίβεια τον ορισμό των «επικίνδυνων ατόμων και οργανισμών» στις οποίες κατατάσσει τη 17 Νοέμβρη και τον Δημήτρη Κουφοντίνα, παρότι γνωρίζουμε ότι προέρχεται από τον κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων και προσώπων που δημοσιεύει το State Department:
«Απαγορεύουμε τη δημοσίευση συμβόλων τέτοιων οργανώσεων χωρίς σχόλια που τις καταδικάζουν ή συζητούν για αυτές με ουδέτερο τρόπο. Δεν επιτρέπουμε περιεχόμενο που εξυμνεί (praises) τέτοιες οργανώσεις και άτομα. Δεν επιτρέπουμε τον συντονισμό για την υποστήριξη οιουδήποτε οργανισμού ή ατόμου με τα χαρακτηριστικά αυτά ή οποιασδήποτε πράξης που διενεργείται από αυτό».
Αν ξανακοιτάτε τις αναρτήσεις σας και αναρωτιέστε αν εμπίπτετε σε αυτούς τους περιορισμούς και πως έχουν αυτοί προκύψει, έχετε δίκιο: Είναι τόσο ανοιχτοί που χρήζουν ερμηνείας.
Ενώ παλιότερα μπορούσε να τυποποιήσει συστήματα ελέγχου κοινότητας σε δεύτερο βαθμό (flag, report), μετά τις τελευταίες αμερικανικές εκλογές, έχει προχωρήσει σε μια σημαντική μεταβολή. O έλεγχος περιεχομένου γίνεται σε πολλές περιπτώσεις προληπτικά και όχι μόνο κατόπιν καταγγελιών.
Για την ακρίβεια, καθώς η Πράξη για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες (Digital Services Act) και η Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές (Digital Markets Act) που θα ρυθμίσουν τη λειτουργία των εταιρειών διαδικτύου στην Ευρώπη βρίσκονται υπό διαπραγμάτευση, φαίνεται πως είμαστε όλοι μέρος ενός μεγάλου πειράματος που διεξάγει το Facebook, προκειμένου να εφεύρει τους αλγόριθμους εκείνους που θα ρυθμίζουν το λόγο στο δίκτυο του με όσο πιο αυτοματοποιημένο τρόπο γίνεται.
Σύμφωνα με στελέχη του Facebook, αλλά και τον ίδιο τον Mark Zuckerberg το 98% των δημοσιεύσεων που περιέχουν ρητορική μίσους ή αναφέρονται σε καταγεγραμμένες τρομοκρατικές οργανώσεις, ελέγχεται πλέον από μηχανές. Οι αλγόριθμοι, οι οποίοι κάνουν λάθη, όπως στην περίπτωση Κουφοντίνα, υποτίθεται πως εκπαιδεύονται και βελτιώνονται μέρα με τη μέρα, ώστε να διασφαλιστεί η ποιότητα της υπηρεσίας, ισχυρίζονται οι ίδιοι, με τα ορατά σε όλους μας αποτελέσματα. Επιπλέον, ο ισχυρισμός πως είναι οι αλγόριθμοι που ‘λογοκρίνουν’ και όχι υπάλληλοι δεν έχει αποδειχθεί.
Μία προσεκτική ματιά στα παραδείγματα ορισμένων αναρτήσεων πού λογοκρίθηκαν, προσφέρει μία ισχυρή ένδειξη για αυτό. Για παράδειγμα, οι Υovel, ένα black metal συγκρότημα, λογοκρίθηκε για μία καταγγελτική φωτογραφία των Ναζί. Η black metal συχνά έχει σχέση με τους νεοναζί, όχι όμως στην περίπτωση των Yovel.
Δεν φανταζόμαστε ότι υπάρχουν moderators που έχουν συγκεκριμένα μουσικά γούστα και κόβουν όσες μπάντες δεν τους αρέσουν, αλλά ότι υπάρχει ένα σώμα λέξεων και εικόνων, που όταν βρεθούν στα ίδια συμφραζόμενα, προκαλούν συναγερμό.
Εν προκειμένω η φωτογραφία των Ναζί, η φωτογραφία κεράτων και ενδεχομένως κάποιες λέξεις, ώθησαν τον αλγόριθμό να θεωρήσει ότι πρόκειται για εξτρεμιστική ανάρτηση και να κάνει flag ή να την καταργήσει ωσότου τη δει ένας moderator.
Ο moderator που επιθεώρησε την απόφαση άργησε να καταλάβει ότι επρόκειτο για ουδέτερη η αρνητική αναφορά και γι’ αυτό αποκατέστησε την ανάρτηση μια μέρα αργότερα.
Από το ιδιαίτερα κατατοπιστικό ντοκιμαντέρ The Cleaners γνωρίζουμε ότι ακόμα και φωτογραφίες του Χίτλερ ή των Ναζί μπορεί να λογοκριθούν αυτομάτως και ότι οι moderators που κοιτάζουν τις αναρτήσεις έπειτα μπορεί να μην είναι σε θέση να κρίνουν και να αναθεωρήσουν την απόφαση.
Μια ανάρτηση χτυπάει (παίρνει flag) για παραβίαση των όρων κοινότητας, είτε αυτόματα από έναν αλγόριθμο ελέγχου ή μετά από καταγγελία. Σε ένα δεύτερο επίπεδο ένας χειριστής σε κάποια από τις εταιρείες που εξυπηρετούν το Facebook στα ελληνικά σε όλο τον κόσμο θα διαθέσει περίπου 20 με 30 δευτερόλεπτα προκειμένου να καταλάβει αν πρόκειται όντως για αυτό για το οποίο έχει επισημανθεί ή όχι ώστε να αποκαταστήσει την ανάρτηση ή να επιβάλει μεγαλύτερη ποινή.
Βεβαίως η παραπάνω διαδικασία αφήνει πολλά κενά, κυρίως όμως δείχνει ότι αν αυτή η λογική και αυτή η τεχνολογία είχε επικρατήσει σε προηγούμενες δεκαετίες, τότε ίσως τραγούδια ή συγκροτήματα με προκλητικά ονόματα, πιθανόν να περικόπτονταν (π.χ. Dead Kennedys ή Rotting Christ – σήμερα έχουν επισήμανση γνησιότητας γιατί τίποτα το δημοφιλές που μπορεί να προκαλέσει διάδραση δεν εκδιώκεται από το FB εύκολα).
Θρήνος για κάθε πολίτη που εμφορείται από τις αξίες του φιλελευθερισμού και της υπεράσπισης της ελευθερίας του λόγου με κάθε κόστος, όμως κάθε οπαδός του νεοφιλελευθερισμού αντιλαμβάνεται την νομική αναγκαιότητα. Η ειδοποιός διαφορά είναι απλή: Ο πρώτος δεν μπορεί να δεχθεί ότι το αγαθό της ελευθερίας του λόγου θα παραβιαστεί σε μια δημοκρατική κοινωνία ενώ ο δεύτερος το αντιμετωπίζει σαν μια απαραίτητη διαδικασία για την υγιή λειτουργία της αγοράς.
Αυτή ακριβώς η διαφορά κάνει όσους ασχολούνται με την ψηφιακή ηθική να αναρωτιούνται αν θα επιβιώσει η δημοκρατία από τη λαίλαπα του Facebook. Και η κριτική αυτή δεν είναι αριστερή.
Οι ετεροχρονισμοί που παρατηρούνται σήμερα στις δημοσιεύσεις και την αποκατάστασή τους έχουν ακόμη, μια πολιτική ισχύ που δεν μπορεί να περνάει απαρατήρητη.
Ακριβώς επειδή το Facebook είναι Μέσο Μαζικής Επικοινωνίας ο χρόνος δημοσίευσης έχει ιδιαίτερη σημασία. Η είδηση, το σχόλιο, αλλά ακόμα και η αλληλεπίδραση για ιδιωτικά θέματα έχει ένα ζωτικό χρόνο. Το αποτέλεσμα του moderation επηρεάζει την έκβαση συζητήσεων, επομένως, όσο και αν το δίκτυο ισχυρίζεται ότι είναι πολιτικά αγνωστικιστικό, στην πραγματικότητα το Facebook δεν είναι πια ουδέτερο και σίγουρα δεν είναι υπόδειγμα διαφάνειας. Είναι όμως, εξίσου λάθος να αποδίδει ευθεία πολιτική πρόθεση κανείς στο Facebook, το οποίο με όλη την αφέλεια του ιδρυτή του θα ήθελε ίσως ιδανικά να μπορούσε να απαλλαχθεί από την πολιτική και να μας ωθήσει να συζητάμε μόνο για γατάκια και σκυλάκια ει δυνατόν, κάτι που βεβαίως θα ήταν… απάνθρωπο.
Το 2018 λίγο μετά την ακρόαση στο Καπιτώλιο, ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ ήρθε στις Βρυξέλλες προκειμένου να λογοδοτήσει σε επιτροπή του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου (σε απευθείας μετάδοση) και να συναντηθεί με στελέχη της Κομισιόν. Σε αυτές τις συναντήσεις φέρεται να ζήτησε ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που θα του επέτρεπε να μείνει έξω από τις όποιες πολιτικές αντιπαραθέσεις.
Σύμφωνα με στελέχη του ίδιου του Facebook, ένα από αυτά που του ζητήθηκαν ήταν και να δρα προληπτικά σε σχέση με τον κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων της Europol. Ανάμεσα σε αυτές είναι βεβαίως και η 17 Νοέμβρη. Ακόμη, του ζητήθηκε να δώσει καλύτερη πρόσβαση στις υπηρεσίες ασφαλείας. Στελέχη του τομέα κυβερνοασφάλειας επισημαίνουν ότι μέχρι πρόσφατα ήταν ιδιαίτερα εύκολο για τις υπηρεσίες ασφάλειας να ελέγξουν οποιονδήποτε, ακόμα και χωρίς εισαγγελική παραγγελία. Μάλιστα καθώς γράφονται αυτές οι γραμμές η εταιρεία βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με την ΕΕ για το νέο καθεστώς συνεργασίας της με τις υπηρεσίες ασφαλείας που θα έχει τον τίτλο e-privacy.
Ποιους θα φάει ο αλγόριθμος;
Το ορατό Facebook είναι μόνο μια βιτρίνα, από κάτω υπάρχει υποδομή που επιτρέπει την εποπτεία της καλής υπηρεσίας και την εξυπηρέτηση διαφορετικών πελατών. Έτσι, υπάρχουν και λειτουργούν portal για επιμέρους υπηρεσίες, όπως τα δημόσια πρόσωπα, οι πολιτικοί λογαριασμοί, media και δημοσιογράφοι, υπηρεσίες ασφαλείας, διαφημιστές κοκ. Portals και helpdesks λειτουργούν σαν σημεία επαφής με την εταιρεία.
Αν για παράδειγμα υπάρξει οργανωμένη επίθεση από ψεύτικους λογαριασμούς ή bots σε έναν επίσημο λογαριασμό, τότε το δίκτυο έχει τη δυνατότητα να παρέμβει σε πρώτο χρόνο προκειμένου να διασφαλίσει την υπηρεσία του. Το ίδιο συμβαίνει και με τις υπηρεσίες ασφαλείας, κατ’ απαίτησιν μάλιστα των Ευρωπαϊκών αρχών. Επιπροσθέτως από τις 28/4/2021, με την σύμφωνη γνώμη του Ευρωκοινοβουλίου, η πλατφόρμα είναι πλέον υποχρεωμένη να κατεβάζει περιεχόμενο που χαρακτηρίζεται από τις αρχές ως «τρομοκρατικό» εντός μίας ώρας!
Αυτό μπορεί να γίνει μόνο με προσωπική επαφή η με άμεση πρόσβαση των ίδιων των υπηρεσιών. Τι σημαίνει «τρομοκρατικό» στην περίπτωση του Ορμπάν, ή της Λεπέν, αν υποθέσουμε ότι αύριο έρχεται στα πράγματα, δυστυχώς, ίσως το μάθουμε σύντομα. Αυτό που μέχρι πρότινος δεν θεωρούνταν πιθανό, ήταν το Facebook να υπακούσει σε κεντρικές πολιτικές παρεμβάσεις κυβερνήσεων, κάτι που όπως θα δούμε παρακάτω συμβαίνει.
Υπάρχουν ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες που μιλάνε για δυνατότητα άμεσης παρέμβασης της Τουρκικής κυβέρνησης και στο moderation της εταιρείας στα Τουρκικά. Πού γίνεται αυτό; Σε οποιαδήποτε εταιρεία εξυπηρετεί την Τουρκική γλώσσα. Μια από αυτές τις εταιρείες φαίνεται πως είναι και η Teleperformance στην Αθήνα. Δεν μπορούμε να πούμε βεβαίως αν η συγκεκριμένη εταιρεία ενεπλάκη σε αυτή την επιχείρηση και με ποιο τρόπο, όμως το ερώτημα που πλανάται τόσο στην περίπτωση αυτή, όσο και στην περίπτωση της ελληνικής κυβέρνησης, άφορά την κλίμακα των δυνατοτήτων παρέμβασης μιας κυβέρνησης.
Όπως στην περίπτωση της Τουρκικής γλώσσας, έτσι και στην περίπτωση της ελληνικής ομάδα moderation, αυτή λειτουργεί οπουδήποτε υπάρχει εταιρεία που μπορεί να την εξυπηρετήσει, αφού η υπηρεσία είναι 24ωρη. Όταν αυξάνονται πολύ οι αναφορές σε ένα θέμα που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την υπηρεσία, το Facebook παρεμβαίνει ρίχνοντας ανθρώπινους πόρους προκειμένου να την προστατεύσει και αυτό φαίνεται ότι συνέβη στην υπόθεση Κουφοντίνα. Ο όγκος των αναφορών σε συνδυασμό με το γεγονός ότι αυτές αφορούσαν ονόματα προσώπων και μιας οργάνωσης που βρίσκεται στη λίστα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ήταν αρκετά για να κινητοποιήσουν το δίκτυο ώστε να δώσει όλους τους διαθέσιμους πόρους που είχε για να σβήσει τη φωτιά, δηλαδή να κινητοποιήσει όσους ελληνόφωνους είχε σε όλο τον κόσμο.
Πρακτικά όλα τα προηγούμενα σημαίνουν πως ένας υποθετικός George Papadopoulos από τα νότια προάστια του Σικάγο, της Σιγκαπούρης η των Φιλλιπίνων, ο οποίος συνήθως κοιτάζει διαφημίσεις ή (δυστυχώς για την ψυχική του υγεία) περιπτώσεις χοντρών παραβιάσεων των όρων κοινότητας, πιθανότατα κλήθηκε να κρίνει σε περίπου 20 δευτερόλεπτα αν μια ανάρτηση του Θ. Καμπαγιάννη η της Γ. Κούρτοβικ διαφήμιζε και προωθούσε την τρομοκρατία.
Αντίστοιχα, κάποιος ελληνόφωνος στο Δουβλίνο, το Βερολίνο, τη Βουδαπέστη (όλες πόλεις που φιλοξενούν εταιρείες συνεργάτες του Facebook) τη Ρώμη ή τη Βαρσοβία, όπου βρίσκεται μια από τις μεγαλύτερες εγκαταστάσεις της ίδιας της εταιρείας με ελληνόφωνους υπαλλήλους, κλήθηκε κατά τις επίμαχες ημερομηνίες να κρίνει αν ο αλγόριθμος ορθώς έκρινε ότι οι αναρτήσεις όλων αυτών των ακτιβιστών παραβιάζουν τους όρους κοινότητας ή όχι.
Όπως επισημαίνει η ερευνήτρια Νατάσα Χτενά: «Δεν μπορεί να έχεις ανθρώπους με απολυτήριο Λυκείου και χωρίς καμιά προηγούμενη γνώση του θέματος σε βιομηχανική εργασία εποπτείας του λόγου στις πλατφόρμες και να περιμένεις ότι δεν θα γίνουν λάθη». Μάλλον θα ήταν τυχερός κανείς αν τον ήλεγχε κάποιος moderator της Teleperformance με έδρα την Αθήνα, η οποία φαίνεται πως επιστρατεύτηκε κατά την περίοδο της κρίσης, γιατί θα μπορούσε εκτός από το περιεχόμενο να καταλάβει το πλαίσιο και αν δεν ήταν τελείως προκατειλημμένος να αποδώσει κάποιο είδος δικαιοσύνης με αυτή τη μικρή εξουσία που του παρέχει η πλατφόρμα.
Αν όμως είσαι Ελληνίδα ή Έλληνας δεύτερης η τρίτης γενιάς με πατριωτικά αισθήματα γαλβανισμένα μέσα στο Αμερικανικό αντικομμουνιστικό μένος και μακριά από την ζώσα πραγματικότητα εδώ, πώς βλέπεις την Ελλάδα και τα κινήματα της;
Υπάρχει αντικειμενικός τρόπος να κρίνεις τους όρους κοινότητας; Υπό αυτό το πρίσμα και τα tweets του πρώην πρεσβευτή των ΗΠΑ, Νίκολας Μπερνς, είχαν την (πολιτική) σημασία τους. Ποιος θα μπορούσε να θέλει να ταυτίσει τους διαδηλωτές, τη νέα γενιά με την τρομοκρατία και για ποιο λόγο;
disruption
Η πραγματική πολιτική εξουσία του κοινωνικού δικτύου ασκείται, όχι από το oversight board που αποφασίζει για την αποκατάσταση αναρτήσεων και λογαριασμών (μεταξύ των οποίων και εκείνων του Ντόναλντ Τραμπ) αφού αυτό φαίνεται να αποτελεί ένα όχημα PR περισσότερο, δεδομένης της βραδύτητάς του στην απόκριση σε αιτήματα, κάτι που ήδη εγείρει διαμαρτυρίες.
Ασκείται όμως από τις 11 (μέχρι πρότινος) ομάδες σε όλο τον κόσμο που συμμετέχουν στο Product Policy Forum, το οποίο διεξάγεται κάθε δύο εβδομάδες online προκειμένου να επιθεωρήσει την εφαρμογή των κανόνων κοινότητας, να εντοπίσει ενδεχόμενες απειλές, να πάρει αποφάσεις για κρίσεις που ανακύπτουν σε όλο τον κόσμο και να αναθεωρήσει τους κανόνες λειτουργίας του αν είναι απαραίτητο.
Είναι βέβαιο ότι η μικρή μας κρίση έφτασε σε αυτή την σύσκεψη η οποία όμως είναι αδιαφανής και δημοσιεύει τμήμα μόνο των πρακτικών της μήνες αργότερα εξαιτίας του όγκου των αναφορών.
Αθροίζοντας τα παραπάνω, εύκολα συνάγει κανείς πως υπάρχει πλέον ένα σύστημα τεχνοπολιτικής διακυβέρνησης του δικτύου, που οδεύει σταδιακά προς την ολοκλήρωσή του, καθώς ταυτόχρονα επιμέρους φορείς, όπως κυβερνήσεις, ενώσεις εκδοτών και αστυνομικές αρχές, ζητούν περισσότερες εξουσίες μέσα σε αυτό.
Το δικαίωμα του Μάριου Λώλου ή του Θανάση Καμπαγιάννη ή της Έλενας Ακρίτα να προβαίνει σε πολιτικές δηλώσεις σχετικές με παραβιάσεις δικαιωμάτων, είναι κάτι που ενδιαφέρει το δίκτυο μόνο στον βαθμό που επηρεάζει την εμπορική του πολιτική, απέναντι στην οποία δεν έχει κανείς καμιά ουσιαστική άμυνα, αφού αυτή δεν έχει καν νομοθετηθεί. Αν σας ξενίζουν τα παραπάνω είναι μάλλον γιατί δεν θέλετε να δεχτείτε ότι το πραγματικό disruption που αναφέρεται συχνά στην αργκό των startup, δεν είναι άλλο από εκείνο της αγοράς απέναντι στη δημοκρατία.