“Στις συναντήσεις με τους ευρωπαίους ομολόγους μας, οι Ελληνες είμαστε οι μόνοι που συστηνόμαστε” μου έλεγε πρόσφατα πρώην ανώτερο στέλεχος της Πολιτικής Προστασίας και συμπλήρωνε: “Ολοι οι υπόλοιποι ήταν γνωστοί μεταξύ για πάνω από δέκα, συχνά και είκοσι χρόνια”.
Η περιγραφή είναι χαρακτηριστική της λειτουργίας κρίσιμων δομών του ελληνικού κράτους που διαχρονικά αντιμετωπίζονται ως λεία του κάθε κυβερνητικού κόμματος το οποίο αντικαθιστά όχι μόνο τους επικεφαλής αλλά και ολόκληρη την ιεραρχία τους, με δικά του στελέχη. Το αποτέλεσμα είναι καταστροφικό καθώς κάθε φορά όλα ξεκινούν από το “μηδέν” ακυρώνοντας κάθε μεταρρύθμιση είχε γίνει, κάθε όργανο και θεσμό και κάθε καλή (ή κακή) πρακτική είχε καταγραφεί.
Υποτίθεται ότι το περίφημο νομοθέτημα για το λεγόμενο Επιτελικό Κράτος, ένα από τα πρώτα που ψήφισε η σημερινή κυβέρνηση, θα έδινε λύση σε τέτοια και άλλα ζητήματα που αφορούν τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης. Οι πρόσφατες καταστροφικές πυρκαγιές, το χάος που επικράτησε στην κακοκαιρία “Μήδεια” και στον “Ιανό” αλλά και η συνολική διαχείριση της πανδημίας, έδειξαν ότι το πολυδιαφημισμένο Επιτελικό Κράτος είναι εντελώς ανίκανο να αντιμετωπίσει τις κρίσεις και τους κινδύνους που απειλούν τη χώρα.
Ούτε τα πολύχρωμα PowerPoint των επιτελικών στελεχών του Μαξίμου με την αποτύπωση των εναέριων μέσων πυρόσβεσης και της “επένδυσης” στην Πολιτική προστασία ούτε τα καθημερινά ανακοινωθέντα δεν απέτρεψαν τις φλόγες να κατακάψουν 1.200.000 στρέμματα δάσους και χιλιάδες σπίτια. Η έλλειψη προετοιμασίας -παρά τα εκ του αντιθέτου λεγόμενα του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη-, ο ανύπαρκτος σχεδιασμός του τρίπτυχου “Πρόληψη – Αντιμετώπιση – Αποκατάσταση”, δείχνουν με το πλέον τραγικό τρόπο ότι το “Επιτελικό Κράτος” δεν είναι παρά ένα “αδειανό πουκάμισο”.
Το “Επιτελικό Κράτος” που θέλησε να δημιουργήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν καταδικασμένο να αποτύχει διότι από τα θεμέλια του λανθασμένο καθώς στην ουσία δεν ήταν τίποτα παραπάνω από την ενίσχυση της “υπερδομής” της Προεδρίας της Κυβέρνησης (ΠτΚ), με τον Πρωθυπουργό και τους δύο-τρεις στενούς συνεργάτες του να αποκτούν χωρίς κανένα θεσμικό αντίβαρο τον απόλυτο έλεγχο του κράτους.
Αρκετοί αφελώς διερωτώνται γιατί καταργήθηκαν θεσμοί και καλές πρακτικές όπως το Μητρώο Επιτελικών Στελεχών της Δημόσιας Διοίκησης που τηρούνταν από το ΑΣΕΠ και αποτύπωνε την εμπιστοσύνη στα στελέχη της διοίκησης ή το Παρατηρητήριο Δημόσιας Διοίκησης που θα συγκέντρωνε την επιστημονική γνώση και τη θεσμική μνήμη για τη διοικητική μεταρρύθμιση.
Είναι προφανές ότι όταν ψηφίστηκε το νομοθέτημα, οι εμπνευστές του δεν είχαν κατά νου τις κρίσεις που θα ακολουθούσαν -την πανδημία και τις καταστροφικές πυρκαγιές του φετινού καλοκαιριού. Το μόνο που είχαν στο μυαλό τους ήταν ο απόλυτος έλεγχος της πολιτικής δραστηριότητας υπό το «πρόσχημα του συντονισμού» έτσι ώστε να επιβάλουν την ολοκληρωτική τους κυριαρχία στο πολιτικό τοπίο.
Και το χειρότερο; Δυσφημούν την πραγματική ανάγκη ενός επιτελικού κράτους που θα μπορεί να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις σύγχρονες προκλήσεις, εθνικές και παγκόσμιες και όχι κομματικές σκοπιμότητες.
Αξίζει το κόπο να διαβάσει κανείς το βιβλίο του Απόστολου Παπατόλια «Θεωρία και πράξη του επιτελικού κράτους» το οποίο κυκλοφόρησε στις αρχές του καλοκαιριού (εκδ. Σάκκουλα). Πρόκειται για μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αναλυτική μελέτη που συνδυάζει τις θεωρητικές προσεγγίσεις και αναζητήσεις για την έννοια του επιτελικού κράτους με τις διάφορες απόπειρες εφαρμογής του στην Ελλάδα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, προσεγγίζοντας το θέμα «ολιστικά», από νομικής, διοικητικής, λειτουργικής και πολιτικής άποψης.
Ο Απ. Παπατόλιας, με ψύχραιμο και τεκμηριωμένο λόγο αναφέρεται στα θετικά στοιχεία του εγχειρήματος δημιουργίας ενός σύγχρονου επιτελικού κράτους, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την πληθώρα των προβληματικών σημείων του “Επιτελικού Κράτους” της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Κυρίαρχη θέση στην κριτική μελέτη του κατέχει το θέμα των αρμοδιοτήτων. Δεν νοείται επιτελική διακυβέρνηση χωρίς αναλυτική χαρτογράφηση, συστηματικό ξεκαθάρισμα και κυρίως ουσιαστική «αποκέντρωση» αρμοδιοτήτων προς την τοπική αυτοδιοίκηση και τις αποκεντρωμένες υπηρεσίες του κράτους, τονίζει. Και είναι σαν να ακούς τις κραυγές των δημάρχων αλλά και των απλών πολιτών από τις πυρόπληκτες περιοχές που κάνουν λόγο για έλλειψη συντονισμού αλλά και αδυναμία των τοπικών κοινοτήτων και διοικήσεων να αντιμετωπίσουν την καταστροφή.
Είναι σαν να ακούς την αδυναμία του να κόψεις το κλαδί ενός δέντρου χωρίς την άδεια του δασαρχείου ή οποιασδήποτε άλλης υπηρεσίας, τις καταγγελίες για τα καλώδια της ΔΕΗ ανάμεσα στα δέντρα, την έλλειψη δρόμων μέσα στο δάσος αλλά και τις περίπλοκες διαδικασίες για τον καθαρισμό ενός δάσους ή ακόμη και ενός οικοπέδου από την εύφλεκτη βιομάζα…
Είναι σαν να ακούς τον πιλότο του πυροσβεστικού ελικοπτέρου, πάνω από τα Βίλια όταν βλέπει τον Χάρο με τα μάτια του, αντικρύζοντας το ρώσικο μεγαθήριο να έρχεται καταπάνω του.
Είναι σαν να ακούς την κάτοικο που βλέπει το σπίτι της να λέει στα κανάλια: “Μόνο όταν έρχεστε εσείς εμφανίζονται τα αεροπλάνα”.
Και είναι -ας μην ξεχνάμε- το πόρισμα για την καταστροφή στο Μάτι με την μία υπηρεσία να αναιρεί τις εντολές της άλλης και ο καθένας να κάνει του κεφαλιού του και μετά η αστυνομία να κατηγορεί την πυροσβεστική και η τροχαία τον… δήμαρχο.
Οπως τονίζει ο Απ. Παπατόλιας, μια αληθινή «επιτελική διακυβέρνηση» θα έπρεπε σε πρώτη φάση να έχει προβεί στη συστηματική διάκριση των «επιτελικών αρμοδιοτήτων» από τις «εκτελεστικές», με ορθολογικά κριτήρια λειτουργικής αξιολόγησης, ώστε να τις κατανείμει στη συνέχεια στα διάφορα επίπεδα διοίκησης αλλά και εσωτερικά σε επίπεδο πολιτικής ή υπηρεσιακής διοίκησης. Ομως, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, ο συγκεκριμένος νόμος (ν. 4622/2019) «διατηρεί αρκετές όψεις της επιτελικής διακυβέρνησης, ως μεθόδου πολιτικής εισαγωγής και οργανωτικής καθοδήγησης, εγκαταλείποντας όμως τη «summa divisio» μεταξύ στρατηγικών και εκτελεστικών λειτουργιών του κράτους».
Στο βιβλίο του Απ. Παπατόλια γίνεται μνεία στην ανάγκη αποσαφήνισης των αρμοδιοτήτων μεταξύ αυτοδιοίκησης και κεντρικής κυβέρνησης και ενίσχυσης του ρόλου της αυτοδιοίκησης, με αναλυτική παρουσίαση του έργου της «Επιτροπής Κοντιάδη», που είχε συσταθεί ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο. Ωστόσο, όπως επισήμανε ο ίδιος ο πρόεδρος της επιτροπής, Ξ. Κοντιάδης, σε σχετική δήλωσή του, η Επιτροπή δεν κατέληξε σε κάποιο παραδοτέο, τονίζοντας εμφατικά ότι «…η θεσμοθέτηση του επιτελικού κράτους χωρίς τη μετάβαση στην πολυεπίπεδη διακυβέρνηση και τη μεταφορά αρμοδιοτήτων και λειτουργιών από την κεντρική διοίκηση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση παραμένει ένα έργο ημιτελές».
Πώς είναι δυνατόν, λοιπόν, να μιλάμε για επιτελικό κράτος, όταν το θέμα της κατανομής των αρμοδιοτήτων παραμένει ανέγγιχτο; Και πώς είναι δυνατόν να αγνοούνται πλήρως εγχειρήματα του πρόσφατου παρελθόντος που επιχειρούσαν μια τέτοια ανακατανομή, όπως το σχέδιο της «Επιτροπής Σωτηρέλη», το 2011;
Ο συγγραφέας κάνει εκτενή αναφορά στη δικαιολογημένη κριτική που ασκείται για «διοικητική υπερφόρτωση» του Κέντρου Διακυβέρνησης, επαύξηση των αναγκών συντονισμού και δύσκολη διαχείριση των συναρμοδιοτήτων, ενώ τονίζει ότι το εν λόγω νομοθέτημα του επιτελικού κράτους υποβαθμίζει την ουσία του σχεδιασμού και της διαμόρφωσης των δημόσιων πολιτικών.
«…Είναι χαρακτηριστικό ότι ούτε στις γενικές αρχές του Νόμου δεν εντοπίζονται έστω οι γενικές κατευθύνσεις αυτής της επίπονης διεργασίας ανάδειξης των τομεακών πολιτικών με την ενεργό συμμετοχή και αλληλεπίδραση της υπηρεσιακής ραχοκοκαλιάς των υπουργείων και της πολιτικής ηγεσίας τους» γράφει ο Απ. Παπατόλιας.
Ο μύθος του “Επιτελικού Κράτους” της κυβέρνησης Μητσοτάκη κάηκε ολοσχερώς από τις φετινές πυρκαγιές αλλά και την πανδημία, διότι δεν ήταν τίποτα παραπάνω πέρα από επικοινωνιακό σκηνικό στην προσπάθεια πολιτικής κυριαρχίας των εμπνευστών του.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει ανάγκη για ένα σύγχρονο επιτελικό κράτος. Προϋπόθεση όμως για το μετασχηματισμό του κρατικού “Λεβιάθαν” είναι η σε βάθος χαρτογράφηση και ο διαχωρισμός των διοικητικών λειτουργιών, η απλοποίηση των διαδικασιών, κατάργηση των συντονιστών που “συντονίζουν άλλους συντονιστές”… αποσυντονίζοντας τους πάντες και η τήρηση και ο εμπλουτισμός και από τη διεθνή εμπειρία των καλών πρακτικών και πάνω από όλα η γενναία αποκέντρωση αρμοδιοτήτων.
Και βέβαια ένα σύγχρονο επιτελικό κράτος δεν μπορεί να υπηρετηθεί ούτε από απαρχαιωμένα πολιτικά στελέχη ούτε από στελέχη του κομματικού σωλήνα ούτε από θεωρητικούς του καθηγητικού κατεστημένου ή γραφειοκράτες καριέρας. Χρειάζεται νέους καταρτισμένους ανθρώπους, ικανούς “να σπάσουν αυγά”.
Οι καταστροφές που βιώνουμε αλλά και οι απειλές που είναι μπροστά μας δεν επιτρέπουν άλλα επικοινωνιακά παιχνίδια εξουσίας. Κι αυτό θα πρέπει να το συνειδητοποιήσουν και οι νυν και οι επόμενοι κυβερνώντες.