Καμία παράταση ως προς την υποχρεωτικότητα εμβολιασμού των υγειονομικών δεν πρόκειται να δοθεί, δήλωσε κατηγορηματικά ο υπουργός Επικρατείας ‘Ακης Σκέρτσος, με την πρόσθετη επισήμανση ότι υπάρχει ακόμη χρόνος να εμβολιαστούν ξεχνώντας ότι κι αν ακόμη κάποιοι αποφασίσουν να εμβολιαστούν σήμερα θα χρειαστεί ένας τουλάχιστον μήνας μέχρι τη δεύτερη δόση (ανάλογα το εμβόλιο) και επιπλέον 14 ημέρες για να θεωρείται πλήρως εμβολιασμένος.
Σε άλλο σημείο της ίδιας συνέντευξης, στην τηλεόραση του Σκάι, με αφορμή και τις συγκεντρώσεις της Κυριακής, έκανε λόγο για «έναν πολύ σκληρό αλλά μειοψηφικό πυρήνα αντιεμβολιαστών, αρνητών της προόδου», με τους οποίους «δεν μπορούμε να συνομιλήσουμε, μπορούμε όμως να συνομιλήσουμε με τους συνανθρώπους μας που δεν έχουν κάνει το εμβόλιο και φοβούνται το εμβόλιο», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Αναλυτικά, «ακούω αυτό που λένε οι υγειονομικοί, ότι πιστεύουν στο εμβόλιο, ότι θέλουν να το κάνουν, εμείς τους λέμε ότι προλαβαίνουν και σήμερα και αύριο όλοι οι ανεμβολίαστοι υγειονομικοί – είναι κάποιες λίγες χιλιάδες ουσιαστικά – προλαβαίνουν να κλείσουν το ραντεβού τους και να πάνε σήμερα ή αύριο να εμβολιαστούν. Εφόσον το πιστεύουν, δεν θα υπάρξει κανένα πρόβλημα ούτε με τις δουλειές τους ούτε με τη λειτουργία του Συστήματος Υγείας», σημείωσε εισαγωγικώς ο υπουργός Επικρατείας ξεκαθαρίζοντας στην επόμενη φράση του ότι, «δεν υπάρχει κανένα ενδεχόμενο για παράταση, κανονικά από 1η του μηνός θα ξεκινήσει η εφαρμογή της υποχρεωτικότητας. Όσοι είναι ανεμβολίαστοι, δυστυχώς θα πρέπει να απομακρυνθούν από τις θέσεις εργασίας τους», διεμήνυσε εξάλλου.
Άλλωστε, συνέχισε, «δεν υπάρχει ατομικό δικαίωμα, το οποίο να στρέφεται κατά της δημόσιας υγείας ή κατά της ζωής των συνανθρώπων μας. Τα ατομικά δικαιώματα αφορούν εμάς τους ίδιους και είναι απολύτως σεβαστά, αλλά πρέπει ταυτόχρονα να μην θέτουν σε κίνδυνο την υγεία των ανθρώπων. Στο νοσοκομείο πηγαίνουμε για να προστατέψουμε την υγεία μας, όχι για να κινδυνεύσουμε από κάποιον που δεν έχει φροντίσει να είναι εμβολιασμένος. Θεωρώ αυτονόητο ότι αυτό αποτελεί κτήμα των υγειονομικών και των συνδικαλιστικών τους οργάνων». Και, συμπεραίνοντας, «είναι στη δουλειά και την αποστολή των συνδικαλιστικών οργάνων να κάνουν αυτήν την εκστρατεία πειθούς προς τα μέλη τους: είναι ζήτημα προστασίας της δικής τους υγείας και κατ’ επέκταση της υγείας των νοσηλευομένων».
Ως εκ τούτου, πρόσθεσε, «προφανώς» από την Τετάρτη θα υπάρξουν αποχωρήσεις «για όσους δεν επιλέξουν να κάνουν το εμβόλιο εγκαίρως». Ενώ στο συναφές ερώτημα για το πώς θα καλυφθούν τα κενά που θα προκληθούν από τις αποχωρήσεις υγειονομικών, ο Α. Σκέρτσος έκανε γνωστό ότι «υπάρχουν σχέδια για το πώς θα καλυφθούν τα κενά, που αφορούν κυρίως σε κάποια περιφερειακά νοσοκομεία». Ωστόσο, διευκρίνισε, «υπάρχει ένα κύμα αυτήν την περίοδο για νέες εγγραφές στον εμβολιασμό. Ενθαρρύνουμε τους υγειονομικούς, δεν θα κάνει πίσω η κυβέρνηση σε αυτό το θέμα, είναι ζήτημα προστασίας των ίδιων και των νοσηλευομένων».
Συγχρόνως, προς το παρόν δεν υπάρχει ζήτημα επέκτασης της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, ανέφερε, ενώ η κυβέρνηση έχει πει ότι θα παραμείνει ανοιχτή η κοινωνία και η οικονομία, ότι «δεν θα πάμε σε οριζόντια μέτρα. Το 67%-68% είναι εμβολιασμένο, δεν μπορεί μια μειοψηφία να ορίζει πώς θα λειτουργία η κοινωνία, η οικονομία», δήλωσε ο υπουργός. Κατά συνέπεια, η κυβέρνηση θα περιμένει να δει τι αποτελέσματα θα φέρουν τα μέτρα που έχουν ήδη ανακοινωθεί, σε κάθε περίπτωση «υπάρχουν στο τραπέζι προτάσεις για επέκταση της υποχρεωτικότητας, αλλά δεν είναι της παρούσης».
Ταυτοχρόνως ο υπουργός Επικρατείας έκανε το διαχωρισμό ανάμεσα σε ουσιώδεις, συνταγματικά κατοχυρωμένες δραστηριότητες όπως είναι η μετακίνηση ενός ανθρώπου από το σπίτι του προς τη δουλειά του ή οποιοδήποτε άλλο προορισμό, δραστηριότητες στις οποίες «δεν μπορούμε να βάλουμε περιορισμούς, θα ήταν αδιανόητο» και στις ψυχαγωγικές δραστηριότητες, όπως είναι το να πας σε μια καφετέρια ή ένα εστιατόριο. Και, «επειδή τεκμηριωμένα έχουμε δει ότι οι κλειστοί χώροι εστίασης και διασκέδασης λειτουργούν ως υπερμεταδότες, θα προσπαθήσουμε να διαφυλάξουμε τη λειτουργία των χώρων αυτών με την πρόσβαση μόνο σε εμβολιασμένους και σε όσους έχουν νοσήσει».
Για το θέμα της καμπάνιας για τον εμβολιασμό των παιδιών ηλικίας 12 – 17 ετών, απάντησε πως «δεν ξεκινά αργά διότι ούτως ή άλλως ο εμβολιασμός ξαναμπαίνει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος με τη λήξη των διακοπών. Από τις 16 Αυγούστου και μετά βλέπουμε αυξημένο ενδιαφέρον, έχουμε καθημερινά 25.000 – 30.000 ραντεβού από όλες τις ηλικίες. Η δυνατότητα εμβολιασμού των ανηλίκων ξεκίνησε τέλη Ιουλίου – αρχές Αυγούστου, άρα, τώρα, είναι ο κατάλληλος καιρός για να ενημερωθούν οι γονείς των παιδιών – και οι εμβολιασμένοι γονείς των παιδιών – ως προς το αν το εμβόλιο είναι κατάλληλο και για ανηλίκους: είναι κατάλληλο», απάντησε εμφατικά ο Α. Σκέρτσος και πρόσθεσε: «θα τα εξηγήσουμε όλα αυτά επισταμένα, με παραδείγματα, με αναφορές σε όλες τις απορίες από τους επιστήμονες που έχουν επεξεργασθεί τα στοιχεία αυτά. Προτρέπουμε τους γονείς, προκειμένου να έχουμε μια ασφαλή λειτουργία των σχολείων – γιατί ούτε τα σχολεία θα κλείσουν – να εμβολιάσουν τα παιδιά τους», τόνισε στο «δια ταύτα» του θέματος.
Ενώ στη δημοσιογραφική παρατήρηση ότι οι σχολικές/εξωσχολικές δραστηριότητες θα έχουν ήδη ξεκινήσει, αντέτεινε πως «έχουμε αυξημένο πλέγμα εργαλείων στα χέρια μας που δεν τα είχαμε πέρυσι. Για παράδειγμα τα σχολεία θα λειτουργήσουν με δύο τεστ, είναι μια πολύ σημαντική προστασία που παρέχεται μέσα από τη διπλή διάγνωση σε εβδομαδιαία βάση και για τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές». Εξάλλου, «τα self test, από την άνοιξη ως το τέλος της σχολικής χρονιάς πέρυσι, είχαν φέρει πολύ σημαντικά αποτελέσματα. Έχουμε πάνω από 80.000 κρούσματα που εντοπίστηκαν χάρη στα self test. Είναι ένα εργαλείο αξιόπιστο γι’ αυτό και θα το βάλουμε και στη νέα σχολική χρονιά».
Στο θέμα της μάσκας εξήγησε πως «τα σχολεία θα λειτουργήσουν με μάσκες όπως συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο. Είναι ένα πάρα πολύ ισχυρό εργαλείο αυτοπροστασίας (…) εμβόλια και μάσκες επιτελούν διαφορετική λειτουργία: το εμβόλιο σε θωρακίζει προκειμένου να μην νοσήσεις ή να νοσήσεις ελαφριά, η μάσκα σε προστατεύει από το να μην κολλήσεις τον ιό».
Ενώ με έμφαση σημείωσε ότι «η μάσκα δεν αφαιρέθηκε ποτέ ως ατομικό μέτρο προστασίας, αυτό που έγινε το καλοκαίρι ήταν ότι δώσαμε τη δυνατότητα σε δημόσιους χώρους που δεν υπάρχει συνάθροιση, να μην φοράμε τη μάσκα. Με την υποχώρηση της ζέστης, η μάσκα παραμένει ένα αναγκαίο, κατάλληλο μέσο ατομικής προστασίας και για τους εμβολιασμένους και για τους ανεμβολίαστους. Την έχουμε συνηθίσει και τώρα που κυκλοφορεί ακόμη ο ιός και υπάρχει σημαντικό κομμάτι συμπολιτών μας ανεμβολίαστο, είναι αναγκαίο να την χρησιμοποιούμε».
Ερωτηθείς αν τον προβληματίζουν οι συγκεντρώσεις που πραγματοποιήθηκαν την Κυριακή στην Αθήνα κ.α., ο Α. Σκέρτσος απάντησε: «Με θλίβουν αυτές οι εικόνες διότι υπάρχει, πράγματι, ένας πολύ σκληρός αλλά μειοψηφικός πυρήνας αντιεμβολιαστών, αρνητών της προόδου που έχει κάνει η επιστήμη, η ανθρωπότητα, για να δώσει λύσεις σε αυτό το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε παγκοσμίως. Δυστυχώς με αυτό το τμήμα του πληθυσμού δεν μπορούμε να συνομιλήσουμε, μπορούμε όμως να συνομιλήσουμε με τους συνανθρώπους μας που δεν έχουν κάνει το εμβόλιο και φοβούνται το εμβόλιο», ήταν το, διπλό, μήνυμα του υπουργού Επικρατείας.
Πρέπει δηλαδή, επιχειρηματολόγησε, «να εξηγήσουμε ότι έχουμε στα χέρια μας ένα ασφαλές εμβόλιο. Ότι 2,5 δισεκατομμύρια συνάνθρωποί μας σε όλον τον κόσμο τους τελευταίους οκτώ μήνες έχουν κάνει το εμβόλιο. Οι όποιες παρενέργειες, που είχαν επισημανθεί εξ αρχής, είναι απειροελάχιστες μπροστά στα οφέλη του εμβολιασμού. Αυτή τη στιγμή έχουμε 333 διασωληνωμένους από COVID στα νοσοκομεία μας, εκ των οποίων οι 24 μόνον είναι πλήρως εμβολιασμένοι και οι υπόλοιποι 309, το 93% των διασωληνωμένων δηλαδή, είναι ανεμβολίαστοι. Είναι πραγματικά κρίμα από το Θεό, οι άνθρωποι αυτοί ενώ έχουν τη δυνατότητα να έχουν πρόσβαση σε ένα ασφαλές, δωρεάν εμβόλιο να μην το κάνουν και να μην προστατεύουν την υγεία τους. Όλοι έχουμε στο περιβάλλον μας ανθρώπους που έχουν νοσήσει ή και που έχουν χάσει τη ζωή τους. Ας κάνουμε την προσπάθεια – και όσοι έχουμε εμβολιαστεί, και οι επαγγελματίες από το χώρο της υγείας – να πείσουμε τους ανθρώπους που το σκέπτονται και φοβούνται», ήταν η χαρακτηριστική πρόσκληση του υπουργού Επικρατείας εν κατακλείδι.
Στο τελευταίο ερώτημα, αναφορικά με τη φημολογία περί ανασχηματισμού, ο υπουργός δήλωσε ότι είναι «αποκλειστική αρμοδιότητα του πρωθυπουργού και δεν μπορεί κανένας υπουργός να σχολιάζει τέτοια θέματα», όπως και ότι «φυσικά» και θα γίνει το αυριανό Υπουργικό Συμβούλιο.