Ξεπερνώντας ως άστοχες τις συγκρίσεις ορισμένων σχετικά με την σημαντική πολιτική διαδρομή του αείμνηστου Γιάννου Κρανιδιώτη, η επιλογή του Κυπρίου πρώην επιτρόπου από τον πρωθυπουργό για την θέση του νέου υπουργού Πολιτικής Προστασίας συζητείται ήδη ποικιλοτρόπως. Θα κριθεί, βεβαίως, όπως συμβαίνει πάντοτε σε αυτές τις περιπτώσεις εκ του αποτελέσματος και ουδείς δικαιούται να προεξοφλεί την έκβασή της με θετικό ή αρνητικό τρόπο.
Άστοχη, ωστόσο, είναι και η αναφορά που γίνεται περί “ενιαίου εθνικού χώρου” (Ελλάδα και Κύπρος) για να αιτιολογηθεί -και να δικαιολογηθεί;- η υπουργοποίηση ενός ενεργού Κυπρίου πολιτικού που ουδέποτε είχε εμπλοκή στα ελληνικά πολιτικά πράγματα. Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ανεξάρτητη χώρα, μέλος της Ε.Ε, και ο ενιαίος χώρος καλό θα ήταν να επισημαίνεται και να διασφαλίζεται, όχι με “μεταγραφές” αλλά στα μείζονα της εξωτερικής πολιτικής και άμυνας. Κι αυτό αξίζει να επισημαίνεται κυρίως σε εκείνους που θεωρούν πως “η Κύπρος κείται μακράν”, όταν ομιλούν για την επίλυση του Κυπριακού, ή για την ανάγκη ενιαίου αμυντικού δόγματος, αλλά τον επικαλούνται (τον ενιαίο εθνικό χώρο) όταν πρόκειται για την υπουργοποίηση Στυλιανίδη.
Ο πρωθυπουργός επικοινώνησε, όπως έγινε γνωστό, με τον πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη. Και σωστά έπραξε. Όχι μόνο διότι “φυσά και το γιαούρτι” μετά το κάζο Αποστολάκη, αλλά και διότι ο πρώην επίτροπος είναι ηγετικό στέλεχος του ΔΗΣΥ και, όπως γράφεται στον κυπριακό Τύπο, δεν κρύβει τις φιλοδοξίες του για τις προεδρικές εκλογές του 2023. Φυσικά, το παρασκήνιο τον φέρει σε σύγκρουση με τον κ. Αναστασιάδη εδώ και καιρό, κάτι που επιβεβαιώνεται και από την μη ανανέωση της θητείας του ως επιτρόπου, και την εξ ανάγκης (…) επιλογή του Μαργαρίτη Σχοινά να τον εντάξει ως ειδικό απεσταλμένο στην ομάδα του στην Κομισιόν.
Επίσης, ο Χρίστος Στυλιανίδης θεωρείται άξιος άνθρωπος και η καταγραφή του στην Κομισιόν είναι θετική. Έχει, ως εκ τούτου, ενδιαφέρουσες προδιαγραφές. Το θέμα που προκύπτει αφορά περισσότερο τα καθ΄ημάς αλλά και τον ρόλο (job discription) του νέου υπουργού.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ένοιωσε την ανάγκη να υπουργοποιήσει στην Πολιτική Προστασία ένα ηχηρό όνομα ώστε να αντισταθμίσει τις επικοινωνιακές και πολιτικές απώλειες από τον χειρισμό της περίπτωσης του ναυάρχου Αποστολάκη. Λέγεται πως προσέτρεξε σε πρόθυμα πολιτικά στελέχη του εγχώριου εκσυγχρονιστικού (σημιτικού) αστερισμού, χωρίς, όμως, επιτυχία. Η ατμόσφαιρα είναι βαριά μετά όσα συνέβησαν με τον ανασχηματισμό, και, ιδιαίτερα, μετά το καταστροφικό καλοκαίρι των πυρκαγιών.
Αυτή, όμως, η απροθυμία σημαίνει πολλά. Ακόμα περισσότερα ίσως σημαίνει, ωστόσο, η αδυναμία (;) να αναζητηθεί ένα πολιτικό πρόσωπο από τα ελληνικά πράγματα, ακόμα και με διεθνή εμπειρία. Δεν έχει τέτοια στελέχη η κυβερνώσα παράταξη; Θα ήταν πολιτικά οδυνηρή μια τέτοια ομολογία. Δεν υπάρχουν τέτοια πρόσωπα ευρύτερα στο πολιτικό σύστημα και την ελληνική κοινωνία; Ακόμα πιο οδυνηρό.
Εγείρεται, επιπλέον, το ερώτημα: Μπορεί ένας Κύπριος πολιτικός -όσο ικανός τεχνοκράτης και να είναι- να αναλάβει το τεραστίων διαστάσεων εγχείρημα της Πολιτικής Προστασίας σε μία χώρα που δεν γνωρίζει; Σε μια άλλη γραφειοκρατία, σε μία άλλη κρατική δομή; Εάν ήταν τόσο εύκολο θα μπορούσε να κληθεί ο Γερμανός Γκολντάμερ (το πόρισμα του οποίου μετά το Μάτι παρέμεινε στα συρτάρια), ο ιθύνων νους του επιτυχούς εγχειρήματος στην Πορτογαλία, ή οιοσδήποτε άλλος.
Η κλιματική κρίση, το φυσικό περιβάλλον, η πρόληψη και η δασοπυρόσβεση, ωστόσο, δεν είναι η ελληνική διαιτησία που εγκαλείται για κυκλώματα και διαφθορά ώστε να προσκαλείται ένας “Περέϊρα”.
Μπορεί ο Χρίστος Στυλιανίδης να επιτύχει εκεί που απέτυχαν οι προκάτοχοί του, ή πιθανώς θα αποτύγχανε οιοσδήποτε άλλος. Και το ευχόμαστε. Αρκεί να κρατήσει προσηλωμένο το βλέμμα του στα ελληνικά δάση και όχι στην Λευκωσία και το Τρόοδος εν όψει των προεδρικών του 2023. Η επιλογή του πρωθυπουργού θα κριθεί. Τα ερωτήματα, όμως, παραμένουν…