Ο (διόλου) “αστικός μύθος” αναφέρει πως κάποια στιγμή επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, στελέχη του λεγόμενου εκσυγχρονιστικού χώρου, που είχαν αρχίσει να μετακινούνται προς την Κουμουνδούρου στο πλαίσιο της συγκρότησης της Προοδευτικής Συμμαχίας, επισκέφθηκαν τον Αλέξη Τσίπρα στο Μέγαρο Μαξίμου για να του θέσουν –μεταξύ άλλων– το αίτημα για ένα μορατόριουμ ως προς τις επιθετικές δηλώσεις που γίνονταν τότε κατά του Κώστα Σημίτη. Θεωρούσαν πως ήταν μια πληγή που έπρεπε να κλείσει για να σταθεί εφικτή η διεύρυνση που επιδίωκε ο τότε πρωθυπουργός. Το αίτημα βρήκε ευήκοα ώτα, κι αυτό παρά το γεγονός πως ο πρώην πρωθυπουργός δεν εφείσθη ποτέ αρνητικών τοποθετήσεων για την τότε κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ συνολικά ακόμα κι αν συμφωνούσε σιωπηρά με κεντρικές πολιτικές όπως η Συμφωνία των Πρεσπών.
Έκτοτε οι λεγόμενοι “σημιτικοί” έχουν διαλέξει στρατόπεδα. Η πλειονότητά τους δεν κρύβουν την συμπάθεια και την ταύτισή τους με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αρκετά, όμως, προβεβλημένα στελέχη (Μπίστης, Λιάκος, Βαλντέν κ.ά) συμμετέχουν πλέον οργανωτικά στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, κάποιοι εξ αυτών μάλιστα σε κεντρικούς ρόλους.
Η στρατηγική του Αλέξη Τσίπρα για “προοδευτική διακυβέρνηση”, ωστόσο, περνάει πια αναγκαστικά μέσα από τις εξελίξεις στο ΚΙΝ.ΑΛ. Οι πέντε εκ των έξι υποψηφίων στις εσωκομματικές εκλογές της 5ης και της 12ης Δεκεμβρίου δεν πρόκειται να ανοίξουν τα χαρτιά του μέχρι τότε σχετικά με το εάν θα συναινέσουν ή όχι σε μία σύγκλιση με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μετά την πρώτη κάλπη της απλής αναλογικής. Λογικό. Θα ήταν σαν να πυροβολούσαν τα πόδια τους και δη για κάτι που προβάλλει μεν ως ενδεχόμενο αλλά δεν είναι της ώρας. Όποιος κι αν είναι ο επόμενος πρόεδρος στο ΚΙΝ.ΑΛ θα κληθεί να διαπραγματευθεί κάτι τέτοιο υπό συνθήκες που δεν είναι αυτή τη στιγμή ορατές.
Άλλο πράγμα είναι η διαχείριση ενός μικρού ποσοστού πέριξ του 8% που συγκέντρωσε το κόμμα υπό την Φώφη Γεννηματά στις εκλογές του 2019, κι άλλο εφόσον ο νέος πρόεδρος κατορθώσει να αυξήσει έστω και κατάτι αυτό το ποσοστό-πολύ περισσότερο εάν το εκλογικό κοντέρ γράψει διψήφιο ποσοστό.
Μόνο ο Ανδρέας Λοβέρδος έχει ξεκαθαρίσει πως δεν πρόκειται ποτέ να συνεργαστεί με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και περιχαρακώνει το θνήσκον αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Οι υπόλοιποι, όμως, θα έχουν λόγο την επόμενη μέρα, όποιος εξ αυτών κι αν είναι τελικά ο νικητής. Οι πρώτες μετρήσεις δείχνουν πως τις περισσότερες πιθανότητες έχουν οι Νίκος Ανδρουλάκης και Γιώργος Παπανδρέου. Ο πρώτος έχει δηλώσει πως μπορεί να συνεργαστεί και με τη Ν.Δ (άρα προσδοκά και ψήφους που μπορεί να κατευθύνονταν στον Ανδρέα Λοβέρδο) και με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ο δε δεύτερος εικάζεται(…) πως μπορεί να συνομιλήσει εύκολα και άνετα με τον Αλέξη Τσίπρα. Αλλά και οι Χάρης Καστανίδης, Παύλος Γερουλάνος και Παύλος Χρηστίδης είναι βέβαιο πως ακόμα κι αν δεν φτάσουν στον δεύτερο γύρο θα έχουν άποψη και ρόλο στις αποφάσεις που θα ληφθούν σχετικά με την πολιτική ταυτότητα του κόμματος στην μετά την Φώφη Γεννηματά εποχή.
Υπάρχουν, όμως, εκκρεμότητες που πρέπει να διευθετηθούν μέχρι τότε, κι αυτό μόνο εφόσον η Ν.Δ δεν κατορθώσει να επιτύχει μία άνετη νίκη που θα οδηγήσει περίπου νομοτελειακά τα πράγματα στην δεύτερη κάλπη της ενισχυμένης αναλογικής (νέος εκλογικός νόμος με κλιμακωτό μπόνους) και πιθανώς στην επικράτησή της για ακόμα μία φορά. Τολμηρότερος, όλων των υποψηφίων, ο Χάρης Καστανίδης θέτει ήδη μία ενδιαφέρουσα παράμετρο: δεν υπάρχει καμία προϋπόθεση, λέει, συνεργασίας με τη Ν.Δ, απουσιάζει, όμως, προσώρας, εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ εκείνη η αναθεώρηση και αυτοκριτική σχετικά με την στάση που τήρησε έναντι του ΠΑΣΟΚ.
Αν και δεν το διευκρινίζει απολύτως, ο Καστανίδης φαίνεται πως αναφέρεται στην επιθετική ρητορική του μικρού ακόμα τότε ΣΥΡΙΖΑ έναντι του ΠΑΣΟΚ και της διακυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου από το 2009 μέχρι το 2011. Με δεδομένο πως ο υποψήφιος για την ηγεσία βουλευτής Θεσσαλονίκης απείχε από τη συγκυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά (2012-15) και την θεωρία “λυδία λίθο” της ιστορικής συρρίκνωσης και απαξίωσης του ΠΑΣΟΚ, είναι περίπου προφανές σε τι αναφέρεται.
Το δίκαιο, βεβαίως, θα ήταν αυτή η αυτοκριτική που εμμέσως πλην σαφώς ζητείται -και όχι μόνο από τον Καστανίδη- από τον Αλέξη Τσίπρα, να περιλαμβάνει και την αυτοκριτική του ΠΑΣΟΚ εκείνης της περιόδου.
Μπορεί, για παράδειγμα, να παρέλαβε ένα έλλειμμα χρεοκοπίας και μια αξεπέραστη δαμόκλειο σπάθη, οι χειρισμοί που έγιναν, ωστόσο, μέχρι την υπαγωγή στο πρώτο μνημόνιο αλλά και αμέσως μετά (όταν, όπως έχει πλέον ομολογηθεί η Ελλάδα υπέκυψε σε ένα σχέδιο διάσωσης που γράφτηκε “στο πόδι” και με κύριο στόχο την διάσωση των γερμανικών και γαλλικών τραπεζών) ήταν καταστροφικοί. Όπως αρνητική για το ΠΑΣΟΚ ήταν και η προσχώρηση στη συγκυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, στην οποία συμμετείχαν αρκετά στελέχη που σήμερα στοιχίζονται πίσω από τους υποψήφιους για την ηγεσία.
Όμως, η Ιστορία είναι συνήθως πολύ πιο απαιτητική από τους έχοντες την πρωτοβουλία των κινήσεων. Και εν προκειμένω, μπροστά στην πιθανότητα μιας σύγκλισης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με το ΚΙΝ.ΑΛ (και πιθανότατα και τρίτο κόμμα), την πρωτοβουλία πρέπει να έχει ο Αλέξης Τσίπρας.
Θα ήταν, ως εκ τούτου, χρήσιμο και αναγκαίο να προβεί κάποια στιγμή (σύντομα) σε έναν απολογισμό σχετικά με όσα ειπώθηκαν εκείνη την εκρηκτική πρώϊμη μνημονιακή περίοδο. Λιγότερο είναι αλήθεια από τον ίδιο και περισσότερο από ορισμένα κεντρικά στελέχη. Θεωρητικά κάτι τέτοιο δεν πρέπει να είναι δύσκολο διότι έχουν παρέλθει οι χρόνοι, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διεκδικεί πια την αθωότητα του αντιπολιτευτικού ακτιβισμού ενός σχετικά μικρού ακόμα κόμματος, έχει υπογράψει και υλοποιήσει το δικό του μνημόνιο και, εν τέλει, η ίδια η στρατηγική της διεύρυνσης που υλοποιεί τα τελευταία χρόνια εμπεριέχει αυτή την αναθεώρηση.
Όταν στους κόλπους του και σε προβεβλημένους ρόλους έχει πια τον Γιάννη Ραγκούση, την Μαριλίζα Ξενογιανακοπούλου, τον Θάνο Μωραϊτη, τον Νίκο Μπίστη κ.ά, κι όταν έχει “αναγκαστικά” συνεργαστεί με τον Πάνο Καμμένο, η επανατοποθέτηση σχετικά με όσα ελέχθησαν εκείνη την περίοδο μόνο συμβολική αξία θα είχαν. Ακόμα κι έτσι, όμως, η αλλαγή σελίδας προϋποθέτει την υπακοή σε τέτοιους συμβολισμούς, ακόμα και σε μικρές υποχωρήσεις και συμβιβασμούς.
Αρκετά, άλλωστε, από τα σκληρά αντι-ΣΥΡΙΖΑ στελέχη του ΠΑΣΟΚ και των μετεξελίξεών του δεν βρίσκονται πια στο ΚΙΝ.ΑΛ (Βενιζέλος, Διαμαντοπούλου, Φλωρίδης κ.ά). Από την άλλη, το νέο ΚΙΝ.ΑΛ είναι σαφές πως πρέπει να βρει κι εκείνο τους τρόπους για να αναιρέσει όσα ακραία έχουν ειπωθεί εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ. Ας μην ξεχνούν, επίσης, οι αιτούντες την αυτοκριτική του Αλέξη Τσίπρα πως μεταξύ των υποψηφίων για την ηγεσία είναι και κάποιος που απείλησε να… τον δείρει σε δημόσια θέα.
Είπαμε, όμως, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ είναι εκείνος που πρέπει να αναλάβει την πρωτοβουλία ώστε να επιβεβαιώσει τον ηγεμονικό του ρόλο στον ευρύτατο χώρο του κέντρου και της κεντροαριστεράς και “να κρεμάσει τα άρματα”. Όταν -ευτυχώς ή δυστυχώς- η ίδια η κοινωνία ξεχνά κι αφήνει πίσω της τις διαχωριστικές γραμμές, όσοι διεκδικούν το αλάθητο, και δεν ζουν μέσα στις μικρές ή μεγάλες “αμαρτίες” τους, καταλήγουν στο μουσείο των θιγμένων αυθεντιών…