Ποιος ασχολείται πιά με τη ΔΗΜΑΡ;
Το ερώτημα το διατυπώνουν αρκετοί τις τελευταίες μέρες, βλέποντας την επιμονή των μέσων ενημέρωσης να καταγράφουν τις εσωτερικές εξελίξεις σε ένα κόμμα που προ ημερών κατέγραψε στις ευρωεκλογές ποσοστό 1,2%, και προφανώς δυσανάλογα σε σύγκριση με τους Αν.Ελ του 3,5% ή και με άλλα κόμματα.
Διαφωνώ. Όσα συμβαίνουν και κυρίως όσα θα συμβούν στη ΔΗΜΑΡ έχουν ιδιαίτερη αξία. Και υπό προϋποθέσεις μπορεί να επικαθορίσουν τις πολιτικές εξελίξεις.
Είναι προφανές πως το κόμμα του Φώτη Κουβέλη έχει εισέλθει σε περίοδο βαθιάς κρίσης. Είναι σχεδόν βέβαιο πως δεν θα εξέλθει αλώβητο. Οι αποχωρήσεις των Γρηγόρη Ψαριανού και Βασίλη Οικονόμου “ψήνονται” εδώ και καιρό. Πιθανώς να τους ακολουθήσουν και άλλα στελέχη.
Πάντως, φαίνεται πως η πλειονότητα των ηγετικών στελεχών τάσσεται στο πλευρό του “ηττημένου” Κουβέλη και ομονοούν στη νέα στρατηγική που θέλει ανασύσταση του χώρου της κεντροαριστεράς και κυβερνητική συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι προφανές -και έχουν δίκιο όσοι το επισημαίνουν- πως η συζήτηση αυτή θα μπορούσε να είχε γίνει με καλύτερους όρους όταν η ΔΗΜΑΡ κατέγραφε υψηλότερα δημοσκοπικά ποσοστά και εκκινούσε από το 6,23% του 2012. Δεν έγινε. Και δεν έγινε εξαιτίας κομματικών και προσωπικών εγωϊσμών και μικρομεγαλισμών και στη ΔΗΜΑΡ, και τους “58”, και στο ΠΑΣΟΚ, και στην Ελιά.
Δεν έγινε, όμως και για έναν πρόσθετο λόγο: η αιφνίδια είσοδος του Ποταμιού στο πολιτικό σκηνικό προκάλεσε βίαιη αλλαγή της χωροταξίας του πολιτικού συστήματος.
Για όσους το ξεχνούν το Ποτάμι έφθασε στο 6,6% και το 25% όσων των ψήφισαν είχαν στηρίξει τη ΔΗΜΑΡ το 2012, το 20% είχε ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ και το 8% είχε ψηφίσει ΠΑΣΟΚ. Το κόμμα Θεοδωράκη, δηλαδή, “υπεξαίρεσε” περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες από το κόμμα Κουβέλη και κάτι λιγότερο απ΄ αυτό από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Οι ευρωεκλογές, λοιπόν, προκάλεσαν αναδιάταξη των πολιτικών ισορροπιών. Ακριβέστερα, δεν υπάρχουν, πλέον, ισορροπίες.
Προκύπτει, όμως, τώρα, εκβιαστικά το θέμα των συμμαχιών και των κυβερνητικών συνεργασιών. Κακώς – από τα περισσότερα ΜΜΕ- το θέμα αυτό εστιάζεται στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος μετά τον καταποντισμό και τα εσωτερικά προβλήματα στη ΔΗΜΑΡ και τους Αν.Ελ εμφανίζεται ως “ανάδελφο” κόμμα. Το ίδιο ακριβώς -προοπτικά ίσως αποδειχθεί σοβαρότερο απ΄ ότι του ΣΥΡΙΖΑ- πρόβλημα έχει και η Ν.Δ.
Εκτός, φυσικά, εάν στο ΠΑΣΟΚ έχουν αποφασίσει να δέχονται εσαεί να αθροίζονται τα απισχνασμένα εκλογικά ποσοστά τους με εκείνα της συντηρητικής παράταξης…
ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται ότι θα κινούνται εκλογικά μεταξύ του 22 και του 30%, με εμφανές το προβάδισμα του κόμματος του Αλέξη Τσίπρα. Όπως και να χουν τα πράγματα οι συμμαχίες για τον σχηματισμό κυβερνήσεων είναι αναγκαίες.
Η σημερινή πολυδιάσπαση στον χώρο του κέντρου και της κεντροαριστεράς δεν ευνοεί τον σχηματισμό τέτοιων κυβερνήσεων. Θα παρεισφρέουν εγωϊσμοί και προσωπικές στρατηγικές.
Αντιθέτως, εάν τώρα ξεκινήσουν ειλικρινείς συζητήσεις για την δημιουργία του “τρίτου πόλου”, αυτός ο χώρος θα είναι ο χώρος που θα προσδιορίζει σε μεγάλο βαθμό τις κυβερνήσεις (συμμαχίας) του μέλλοντος.
Ήδη κάποιοι μιλούν για μία πολιτική join venture όπου το ΠΑΣΟΚ, η ΔΗΜΑΡ και το Ποτάμι θα κρατήσουν τις κομματικές επιγραφές ως “θυγατρικές” αλλά θα συμμετέχουν σε ένα τέτοιο σχήμα που θα έχει προγραμματικό πλαίσιο και εκλογική έκφραση. Αυτό το σχήμα μπορεί να καταγράψει ποσοστό από 10-15% και να δώσει κυβερνητικές λύσεις.
Η ΔΗΜΑΡ φαίνεται να καταλήγει ότι τις λύσεις αυτές τις βλέπει προς την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ και μόνο. Στο ΠΑΣΟΚ -αρχικώς μέσω του Γιώργου Παπανδρέου- υπάρχουν φωνές που διατυπώνουν αντίστοιχη άποψη, μένει, ωστόσο, να δούμε εάν ο Ευάγγελος Βενιζέλος κατορθώσει να υπερβεί την (αναγκαστική σε μεγάλο βαθμό) πολιτική του ταύτιση με τον Αντώνη σαμαρά. Το Ποτάμι, τέλος, παραμένει ακόμα θολό αλλά μετά το συνέδριό του θα είναι υποχρεωμένο να τοποθετηθεί.
Και, φυσικά, όλα αυτά πρέπει να τα αξιολογήσει σύντομα και ο ΣΥΡΙΖΑ και να τιθασεύσει την ορμή ορισμένων στελεχών του που για την ” κυβέρνηση της Αριστεράς με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ” κοιτάζουν μόνο προς την πλευρά του ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ΚΚΕ. Αφενός είναι ανέφικτο, αφετέρου είναι γραφικό…
Επιστρέφοντας, λοιπόν, στο αρχικό ερώτημα “ποιος ασχολείται με τη ΔΗΜΑΡ;”, η απάντηση είναι σαφής: η πληγωμένη, ίσως ημιθανής, ΔΗΜΑΡ μπορεί να αποτελέσει τον πυροκροτητή εξελίξεων σ’ αυτόν τον χώρο.