• Προσανατολισμένοι στις συνεργασίες μετά από μια εκλογική αναμέτρηση οι σχεδιασμοί του Μαξίμου και της Κουμουνδούρου
• Οι ρυθμιστές των εξελίξεων, το «ιταλικό σενάριο» και τα «ντεσαβαντάζ» του Αλέξη Τσίπρα
Του Σεραφείμ Π. Κοτρώτσου (από την Επένδυση)
Μπορεί στο Μέγαρο Μαξίμου να ελπίζουν πως η βελτίωση του οικονομικού κλίματος μετά τα stress tests των τραπεζών και τις –προσώρας παρασκηνιακές- διαβουλεύσεις για την εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους με επιμήκυνση και μείωση των επιτοκίων αλλά και μέσω μιας προληπτικής γραμμής χρηματοδότησης και της ελεγχόμενης εξόδου στις αγορές θα σμικρύνει την δημοσκοπική διαφορά από τον προπορευόμενο ΣΥΡΙΖΑ, προετοιμάζονται, ωστόσο, για όλα τα ενδεχόμενα.
Ο πρωθυπουργός κ. Αντώνης Σαμαράς θα εξαντλήσει κάθε πιθανότητα να συγκεντρωθούν οι 180 βουλευτές που –κατά την τρίτη ψηφοφορία, όπως προβλέπει το Σύνταγμα- θα υπερψηφίσουν την κυβερνητική υποψηφιότητα για την Προεδρία της Δημοκρατίας, όμως γνωρίζει πως εφόσον αυτό δεν καταστεί εφικτό όλα θα κριθούν στο πεδίο των μετεκλογικών συνεργασιών.
Στο πλαίσιο αυτό, κυβερνητικές πηγές μιλούν για το «ψυχολογικό πλεονέκτημα Σαμαρά» και αναφέρονται, φυσικά, στην δοκιμασμένη συνεργασία της ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου, επισημαίνοντας πως στην altera pars, ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται σε ένα θολό τοπίο και δεν δείχνει έτοιμος να συγκροτήσει μπλοκ κυβερνητικών συμμαχιών.
Αυτό που στις συζητήσεις των επιτελών του Μεγάρου Μαξίμου αναφέρεται ως «ντεσαβαντάζ του Τσίπρα» αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα εφόσον το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν κατορθώσει να εξασφαλίσει αυτοδυναμία. Στα γραφεία της πλατείας Κουμουνδούρου αναγνωρίζουν τις δυσκολίες τέτοιων συνεργασιών, γι’ αυτό άλλωστε και ασκούνται επί χάρτου σε όλα τα δημοσκοπικά και εκλογικά σενάρια που θα εξασφάλιζαν ένα ποσοστό πάνω από 35%, το οποίο ανάλογα με το πόσα κόμματα θα βρεθούν στην επόμενη Βουλή θα διευκόλυνε την αυτοδύναμη διακυβέρνηση.
Κυβερνητικός παράγοντας, εξ αυτών που συνομιλούν «στρατηγικά» με τον πρωθυπουργό, έλεγε στην «Επένδυση» πως υπό τις παρούσες δημοσκοπικές συνθήκες είναι πολύ πιθανό να αποκτήσουν ρυθμιστικό ρόλο το Ποτάμι του κ. Σταύρου Θεοδωράκη και, υπό προϋποθέσεις, ένα νέο πολιτικό σχήμα στον χώρο της κεντροδεξιάς. Το τελευταίο συζητείται εντόνως μεταξύ του πρώην γενικού γραμματέα της κυβέρνησης και στενού φίλου του πρωθυπουργού κ. Τάκη Μπαλτάκου και πολιτικών όπως οι κ.κ Βύρων Πολύδωρας, Χρήστος Ζώης, Βασίλης Καπερνάρος, Γιώργος Νταβρής κ.ά
Στο Μέγαρο Μαξίμου επισημαίνουν με ενδιαφέρον δύο πρόσφατες εξελίξεις:
– Την ματαίωση της συνάντησης του κ. Σταύρου Θεοδωράκη με τον κ. Αλέξη Τσίπρα και την αιφνίδια ψύχρανση των σχέσεων μεταξύ των δύο κομμάτων. Στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού χαμογελούσε ικανοποιημένος, μάλιστα, όταν περιέγραφε σε συνομιλητή του τα επεισόδια της κόντρας του επικεφαλής του Ποταμιού με τον κ. Λάκη Λαζόπουλο. «Όσο ο Λάκης βρίζει τον Σταύρο, τόσο φέρνει τις εκβολές του Ποταμιού πιο κοντά σε εμάς», έλεγε χαρακτηριστικά. Ίσως να μην έχει άδικο. Το Ποτάμι μοιάζει ενίοτε με πολιτική «πλαστελίνη», ικανή να κολλήσει το ίδιο εύκολα με τη ΝΔ όσο και με τον ΣΥΡΙΖΑ.
– Τις πρόσφατες δηλώσεις του προέδρου της ΔΗΜΑΡ κ. Φώτη Κουβέλη (στην εκπομπή Επόμενη Μέρα του Action24) ότι «κατηγορηματικά δεν πρόκειται να μετάσχει σε μια κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ εάν συνυπάρχουν εκεί και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες». Μπορεί να φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο να κατορθώσει η ΔΗΜΑΡ να υπερβεί το 3% για να εισέλθει στη Βουλή που θα προκύψει μετά από μία εκλογική αναμέτρηση, τον προσεχή Μάρτιο, το τελεσίγραφο του κ. Κουβέλη, ωστόσο, προς τον κ. Τσίπρα «ή εγώ ή ο Καμμένος», δημιουργεί περαιτέρω αρνητικές εντυπώσεις στην προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να διαθέτει επιλογές μετεκλογικών κυβερνητικών συνεργασιών. Εάν στα παραπάνω προσθέσει κανείς και τις σοβαρές ενστάσεις της Αριστερής Πλατφόρμας του κ. Παναγιώτη Λαφαζάνη σε έναν κυβερνητικό συνασπισμό με τους Ανεξάρτητους Έλληνες του κ. Πάνου Καμμένου, οι πονοκέφαλοι για τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ πολλαπλασιάζονται.
Όλα αυτά είναι, άλλωστε, που οδηγούν στελέχη του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος (λέγεται ότι ο κ. Χρύσανθος Λαζαρίδης είναι μεταξύ αυτών) που δεν κρύβουν ότι υπό προϋποθέσεις μπορεί να προκύψει το «ιταλικό σενάριο», ήτοι μια εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ που θα καταλήξει στην αδυναμία του να συγκροτήσει κυβέρνηση και, τελικά, στη διενέργεια νέων εκλογών. Μόνο που σε μια τέτοια περίπτωση ουδείς μπορεί να προβλέψει εύκολα, αφενός τις επιπτώσεις στην οικονομία και, αφετέρου, στο εάν κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε απαξίωση του κόμματος του κ. Αλέξη Τσίπρα ή, όπως λένε άλλοι, σε περαιτέρω ενίσχυσή του και, ίσως, στην αυτοδυναμία.
Πολλά, βεβαίως, θα κριθούν από τις απαντήσεις που θα δώσουν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ στο δίλλημα της «διαχείρισης μετά το μνημόνιο». Το επόμενο χρονικό διάστημα εκείνο που θα τίθεται ολοένα και εντονότερα ως ερώτημα είναι ποιος μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα την διαπραγμάτευση για το χρέος και την έξοδο από τις μνημονιακές πολιτικές της ύφεσης και της υπερφορολόγησης.
Στο ΠΑΣΟΚ, για παράδειγμα, στελέχη κοντά στον κ. Ευάγγελο Βενιζέλο θεωρούν πως η πλάστιγγα μπορεί να γείρει υπέρ του σημερινού κυβερνητικού σχήματος εάν καταστεί εφικτή η θετική έκβαση μιας διαπραγμάτευσης για την αλλαγή των δεδομένων περί τα πρωτογενή πλεονάσματα που προβλέπει η δανειακή σύμβαση για τα επόμενα χρόνια. Ο στενός σύμβουλος του προέδρου του ΠΑΣΟΚ που μετέχει και στην ομάδα διαπραγμάτευσης κ. Κυριάκος Πιερακάκης δεν κρύβει ότι «χαλάρωση των όρων για τα πρωτογενή πλεονάσματα μπορεί να προκαλέσει σωρευτικά θετικές αλλαγές».
Στο στενό περιβάλλον του κ. Τσίπρα, από την άλλη, πιστεύουν πως η «στροφή προς τον ρεαλισμό» μπορεί να αποτελέσει την πολιτική υπεραξία που θα εδραιώσει την ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ στον λεγόμενο κεντρώο χώρο και να φέρει το κόμμα πιο κοντά στην εκλογική αυτοδυναμία. Και επισημαίνουν πως πολιτικά και οικονομικά κέντρα στο εξωτερικό αποδέχονται, πλέον, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένας ψύχραιμος συνομιλητής που δεν θα προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες.
Λέγεται, μάλιστα, πως οι συζητήσεις του κ. Γιώργου Σταθάκη με στελέχη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας αλλά και με εκπροσώπους ξένων funds, καθώς και η αίσθηση ότι εδραιώνεται η επιρροή του κ. Γιάννη Δραγασάκη (ως η έκφραση της ηπιότητας και της σωφροσύνης), αποτελούν δείγματα γραφής που καθησυχάζουν. Στην Κουμουνδούρου αναφέρουν, μάλιστα, ως ισχυρές ενδείξεις προς την ίδια κατεύθυνση πως και επιχειρηματικά κέντρα στην Αθήνα δεν βλέπουν, πια, με φόβο τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ολοένα και περισσότεροι επιδιώκουν κατ’ ιδίαν επαφές με στενούς συνεργάτες του κ. Τσίπρα.