Το ερώτημα ίσως δεν είναι εάν, και τι μπορεί, να κάνει η κυβέρνηση για να φρενάρει το κύμα της ακρίβειας. Το ερώτημα ίσως είναι εάν θέλει όντως η κυβέρνηση να κάνει ο,τιδήποτε για να ανακόψει το πληθωριστικό σοκ και να διασώσει – ό,τι διασώζεται – από το πραγματικό εισόδημα. ‘Η εάν έχει επιλέξει να αφήσει τις δυνάμεις της αγοράς να αποκαταστήσουν, δια της αυτορρύθμισης, την ισορροπία. ‘Ητοι, να αποφασίσουν αυτοβούλως ποιοι θα είναι οι επιζήσαντες και της νέας κρίσης και ποιοι θα πέσουν υπέρ νεοφιλελεύθερης πίστης και επιχειρηματικής κερδοφορίας.
Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας ο οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης και ο υπουργός Ανάπτυξης Αδωνις Γεωργιάδης, με τον πληθωρισμό να τρέχει στο 6,2% και σε ρεκόρ 25ετίας, έκοψαν κάθε συζήτηση για μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα με το επιχείρημα ότι ουδείς εγγυάται πως θα υπάρξει τελικό όφελος για τους καταναλωτές: Ότι δεν υπάρχει καμία εγγύηση πως οι επιχειρήσεις θα περάσουν τις μειώσεις των φόρων στην λιανική και δεν θα «ρεφάρουν» τα μειωμένα περιθώρια κέρδους τους.
Στην πιο αθώα εκδοχή δηλώνουν και οι τρεις εκ προοιμίου παραίτηση από τον ελάχιστο ελεγκτικό –ούτε καν ρυθμιστικό – ρόλο του κράτους σε συνθήκες οξείας κρίσης διαβίωσης. Στην λιγότερο αθώα εκδοχή δηλώνουν ότι ο νόμος του κέρδους υπερέχει του νόμου της επιβίωσης.
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός δήλωσε στην Βουλή ότι η κυβέρνηση έχει διαθέσει ήδη 2 δις ευρώ για να επιδοτήσει τους ενεργειακούς λογαριασμούς των νοικοκυριών και έκοψε τις προσδοκίες για ριζικές, και φορολογικές παρεμβάσεις ομνύοντας στην δημοσιονομική ορθότητα: «Δεν θα επιστρέψουμε στα ελλείμματα και στην διεθνή αναξιοπιστία» δήλωσε.
Αναλογικά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης κάνει ό,τι έκανε και η Γερμανία. Με τον πληθωρισμό στο 5,1% και τον πληθωρισμό τροφίμων στο 6%, η κυβέρνηση Σολτς η μόνη παρέμβαση που έχει κάνει η κυβέρνηση Σολτς μέχρι τώρα είναι η διάθεση 10 δις ευρώ για να επιδοτηθούν με ένα εφάπαξ βοήθημα οι λογαριασμοί ρεύματος και θέρμανσης των φτωχότερων νοικοκυριών. Το αποτέλεσμα είναι να έχουν εκτοξευτεί, σύμφωνα με το Bloomberg, οι ουρές στα συσσίτια και οι τράπεζες τροφίμων να κάνουν εκκλήσεις σε χορηγούς για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στην ραγδαία αύξηση των αιτημάτων για δωρεάν γεύματα.
Δεν είναι αυτός ο μόνος δρόμος στην Ευρώπη. Η Γαλλία, για παράδειγμα, έκανε πιο προωθημένες παρεμβάσεις. Είτε διότι ο Μακρόν έχει προεκλογικό άγχος εν όψει των προεδρικών εκλογών του Απριλίου, είτε επειδή η διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής τροφοδοτεί ραγδαία τον αντισυστημισμό και τα άκρα, έβαλε πλαφόν 4% στις αυξήσεις που μπορεί να κάνει στα τιμολόγια ρεύματος η EDF, ο κολοσσός της ηλεκτρικής ενέργειας. Η μετοχή της EDF έπεσε στα τάρταρα, αλλά ο πληθωρισμός στην Γαλλία κρατήθηκε τον Ιανουάριο στο 3,3% και σε ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά σε όλη την Ευρώπη.
Η Πολωνία επίσης μηδένισε τον ΦΠΑ στα τρόφιμα, το αέριο και στα λιπάσματα και κατέβασε τον ΦΠΑ των καυσίμων στο 8% και της θέρμανσης στο 5%. Το αποτέλεσμα είναι να έχει καθημερινά ουρές στα σύνορα από Λιθουανούς που τρέχουν να αγοράσουν τρόφιμα και να γεμίσουν τα ρεζερβουάρ γιατί ο πληθωρισμός στην χώρα τους τρέχει πλέον με 12,2% – τον υψηλότερο ρυθμό σε όλη την ευρωζώνη.
Δεν είναι μόνον η Γαλλία και η Πολωνία, το έκαναν κι άλλοι: Η Ισπανία έχει μειώσει τον ΦΠΑ στην ενέργεια από το 21 στο 10%, η Ουγγαρία εβαλε πλαφόν στην τιμή πώλησης του πετρελαίου και του ντίζελ στο 1,3 ευρώ το λίτρο, η Τσεχία εξαίρεσε τους λογαριασμούς ρεύματος και αερίου από το καθεστώς του ΦΠΑ και η Κύπρος μείωσε κάθετα κατά 10% τα τιμολόγια της ηλεκτρικής ενέργειας.
Πριν από εκείνους το είχε κάνει και η ελληνική κυβέρνηση στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Τότε, που ο πληθωρισμός είχε για τελευταία φορά ξεπεράσει το 6% – στο 6,6% το 1997 – η κυβέρνηση Σημίτη είχε ρίξει στην αγορά δύο «βαριά» πακέτα άμεσης αποσυμπίεσης: Μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης στα καύσιμα, μείωση έμμεσων φόρων, διπλή μείωση των τιμολογίων του ΟΤΕ, μείωση των τιμολογίων της ΔΕΗ και παράλληλη μείωση του ΦΠΑ στο ηλεκτρικό ρεύμα.
Και για «να μην κλείσουν επιχειρήσεις», όπως προειδοποιεί δραματικά ο Αδωνις Γεωργιάδης, είχαν κλείσει παράλληλα και «συμφωνίες κυρίων» για συγκρατημένες εισοδηματικές διεκδικήσεις από τους εργαζόμενους και για μηδενικές αυξήσεις προϊόντων και υπηρεσιών από την πλευρά των επιχειρήσεων.
Ισχύει ότι τότε δεν υπήρχε μεταμνημονιακή εποπτεία, δεν υπήρχε δημοσιονομικός γύψος εκ Βρυξελλών και η Ελλάδα είχε ακόμη εθνικό νόμισμα (το οποίο και υποτίμησε έναν χρόνο αργότερα για να μπει στο ευρώ).
Όμως και σήμερα ουδείς, ούτε η Βρυξέλλες ούτε οι αγορές, επέβαλαν στην κυβέρνηση να απαλλάξει από φόρο τις γονικές παροχές των 800 χιλιάδων ευρώ και να μην μειώσει τον ΦΠΑ. Η μείωση του ΕΝΦΙΑ επίσης και η κατάργηση του συμπληρωματικού φόρου ακινήτων αντί μείωσης των ειδικών φόρων κατανάλωσης ήταν πολιτική επιλογή και όχι δημοσιονομικός εξαναγκασμός. Και την δαπάνη 7 δις για Rafale και Belhara την έθεσε ως προτεραιότητα η κυβερνητική πολιτική, και εκλογική ατζέντα, και όχι το μακρύ χέρι των αγορών…