O αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν διακήρυξε χθες ότι «δεν θα χρηματοδοτήσει η Αμερική τον πόλεμο του Πούτιν». Και κήρυξε τον δικό του, ολοκληρωτικό οικονομικό πόλεμο κατά της Μόσχας ανακοινώνοντας εμπάργκο στις ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Τα κίνητρά του μπορεί να είναι ευγενή και ηθικά, αλλά είναι και low budget. Και στο τέλος μπορεί να βγει και κέρδος. Διότι ούτε τον οικονομικό πόλεμο του Μπάιντεν θα τον χρηματοδοτήσει η Αμερική. Τον λογαριασμό τον πληρώνει άλλος – η Ευρώπη, και δη, ακριβά.
Το ρωσικό πετρέλαιο είναι ήσσονος σημασίας για την αμερικανική αγορά εδώ και χρόνια. Και το αυτό ισχύει, σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό, για το ρωσικό φυσικό αέριο καθώς οι ΗΠΑ είναι ανάμεσα στους τρεις μεγαλύτερους παραγωγούς και εξαγωγείς LNG (υγροποιημένου φυσικού αερίου) παγκοσμίως. Η φετινή χρονιά, μάλιστα, θα είναι σύμφωνα με την Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας η χρονιά που θα αναδείξει τις ΗΠΑ ως την κορυφαία εξαγωγέα LNG στον κόσμο και θα εκτοπίσει από τις πρώτες θέσεις το Κατάρ και την Αυστραλία: Οι εξαγωγές του αμερικανικού LNG αναμένεται να φθάσουν στα 11,5 δις κυβικά πόδια ημερησίως – ποσότητα που αντιστοιχεί στο 22% της παγκόσμιας ζήτησης.
Η Ρωσία μπορεί, την ίδια ώρα, να δίνει το 7% της παγκόσμιας προσφοράς πετρελαίου εξάγοντας 7 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, ελάχιστη όμως από αυτή την ποσότητα φθάνει στις ΗΠΑ. Πέρσι οι Ηνωμένες Πολιτείες αγόραζαν από την Ρωσία 209.000 βαρέλια πετρελαίου ημερησίως και 500.000 βαρέλια πετρελαϊκών προϊόντων. Αυτό μεταφράζεται μόλις στο 3% των συνολικών αμερικανικών εισαγωγών πετρελαίου.
Η κύρια πηγή πετρελαϊκών εισαγωγών για τις ΗΠΑ ήταν ο Καναδάς με μερίδιο 61%, στην δεύτερη θέση βρισκόταν το Μεξικό με 10% κα στην τρίτη η Σαουδική Αραβία με 6%.
Στην Ευρώπη όλα είναι αλλιώς. Και όλοι οι ενεργειακοί δρόμοι οδηγούν – ακόμη – στην Μόσχα: Την τελευταία διετία το 27% των εισαγωγών πετρελαίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης προερχόταν από την Ρωσία. Ακολουθούσε το Ιράκ με μερίδιο 9%, η Νιγηρία και η Σαουδική Αραβία με 8% έκαστη, και το Καζαστάν και η Νορβηγία με 7%. Επιπλέον η Ευρώπη εξαρτά το 40% των εισαγωγών της σε φυσικό αέριο από την Ρωσία και ειδικά για την Γερμανία το ποσοστό αυτό ανεβαίνει στο 50%.
Σε αυτά τα μεγέθη είναι προφανές γιατί η Ευρωπαϊκή Ενωση, με γερμανικό βέτο, δεν μπήκε στον σκληρό άξονα των ενεργειακών κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Οσο ηρωϊκά κι εάν ήταν τα κίνητρα, θα ήταν απλώς ο ιδανικός αυτόχειρας.
Οπερ σημαίνει ότι, αντί να γίνει καμικάζι αυτοκτονίας, η Ευρώπη επέλεξε τον τρίτο δρόμο – τον δρόμο της ταχείας μεν, ήπιας δε ενεργειακής απεξάρτησης από την Ρωσία. Το σχέδιο που παρουσίασε χθες η Κομισιόν προβλέπει μείωση της εξάρτησης από τις ρωσικές ενεργειακές προμήθειες κατά τα δύο τρίτα φέτος και πλήρη απεξάρτηση «πολύ πριν από το 2030». Πως θα γίνει αυτό; Βραχυπρόθεσμα και πρωτίστως, με την στροφή στο αμερικανικό LNG. Με βάση το σχέδιο της Επιτροπής, το LNG από τις ΗΠΑ και το Κατάρ μπορεί να αντικαταστήσει φέτος πάνω από το ένα τρίτο – 60 δις κυβικά μέτρα – του αερίου που παίρνει κάθε χρόνο η Ευρώπη από την Ρωσία.
Η αλήθεια είναι πως το project θα κοστίσει λίγο ακριβά. Σύμφωνα με το ινστιτούτο Bruegel μόνον για φέτος, εάν υποτεθεί ότι μειώνονται στο μισό οι προμήθειες φυσικού αερίου από την Ρωσία, το έξτρα κόστος για εισαγωγές του, ακριβότερου, LNG από άλλους προμηθευτές θα είναι 25 δις ευρώ. Το δε «συνολικό βραχυπρόθεσμο κόστος μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία θα φθάσει πιθανώς στα 100 δισεκατομμύρια ευρώ», καθώς απαιτούνται τεράστιες δαπάνες για βελτίωση των υποδομών – διασύνδεσης αγωγών και τερματικών σταθμών – που σήμερα είναι ελλιπείς.
Eν ολίγοις, ο μόνος άμεσος δρόμος που έχει η Ευρώπη για να φύγει από το ματωμένο αέριο του Πούτιν είναι να πάει στο ακριβότερο αέριο του Μπάιντεν. ‘Η άλλως, η απονενοημένη εισβολή στην Ουκρανία έδωσε χώρο στην Ουάσιγκτον να στήσει επί ευρωπαϊκού εδάφους εκείνο που παγίως επιδίωκε – ένα «ενεργειακό ΝΑΤΟ», με πωλητή τις ΗΠΑ και καλύτερο πελάτη την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Στο μεταξύ, οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης μπορούν να κάνουν ασκήσεις επιβίωσης με την τιμή χονδρικής του ρεύματος στα 600 ευρώ η μεγαβατώρα. Και στις Βρυξέλλες μπορούν να συνεχίσουν να οραματίζονται την μεσοπρόθεσμη λύτρωση μέσα από την «πράσινη» μετάβαση. Η οποία, κατά τους Financial Times, έχει ήδη πέσει θύμα πολέμου και, κατά το Reuters, έχει εκτροχιαστεί οριστικά μέσα από το νέο ρεκόρ των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων στην βιομηχανία ορυκτών καυσίμων…