Στο έλεος του τεράστιου κύματος ακρίβειας στις πρώτες ύλες και στις ζωοτροφές, βρίσκεται ο πρωτογενής τομέας παραγωγής με τους κτηνοτρόφους να τονίζουν ότι τα κοπάδια τους υποσιτίζονται.
Το αποτέλεσμα της πίεσης που δέχονται οι κτηνοτρόφοι, κύμα πωλήσεων κοπαδιών καταγράφεται σε Θεσσαλία, Δυτική Μακεδονία και Ήπειρο, καθώς οι κτηνοτρόφοι αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στην αύξηση του κόστους παραγωγής.
Σημειώνεται ότι το κόστος παραγωγής έχει «βαρύνει» εξαιτίας των αυξήσεων στα τιμολόγια των ζωοτροφών και της ενέργειας, ενώ ανησυχία και τάσεις μείωσης των εκτροφών καταγράφονται και στον κλάδο της πτηνοτροφίας λόγω του αυξημένου κόστους ενέργειας.
Οι αγγελίες πώλησης κοπαδιών γιδιών και προβάτων το τελευταίο διάστημα έχουν αυξηθεί τόσο σε τοπικά και κλαδικά μέσα ενημέρωσης-ιστοσελίδες όσο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με πρόσθετο παράγοντα πρόκλησης του φαινομένου και τις χαμηλές θερμοκρασίες-παγωνιά που δεν επέτρεψαν την ελεύθερη βόσκηση των κοπαδιών, που θα μείωνε το κόστος παραγωγής.
Απόγνωση στην Κρήτη
Κτηνοτρόφοι και παραγωγοί, εμφανίζονται αδύναμοι να αντιμετωπίσουν τις αυξήσεις, με τον πρωτογενή τομέα, σύμφωνα με το neakriti.gr να δέχεται την χειρότερη επίθεση που έχει ποτέ καταγραφεί τις τελευταίες δεκαετίες. Όπως αναφέρεται στο σχετικό δημοσίευμα, το ζωικό κεφάλαιο της Κρήτης κινδυνεύει με αφανισμό.
Σύμφωνα με το ίδιο μέσο, η τιμή σε ορισμένα από τα σκευάσματα έχει αυξηθεί κατά έως και πέντε φορές, την ώρα που οι πρώτες ύλες από την Κίνα ενώ για παράδειγμα κόστιζαν 1.500 ευρώ, η τιμή τους πλέον εκτοξεύθηκε στις 15.000 ευρώ.
Παράλληλα, τα κοπάδια αποδεκατίζονται από την ασιτία καθώς το καλαμπόκι από 170 ευρώ τον τόνο έφτασε στα 400 ευρώ, την ώρα που ακόμη και η σπορά σιτηρών για να ταϊστούν τα ζώα, δεν έγινε λόγω των δυσθεώρητων αυξήσεων σε λιπάσματα και καύσιμα.
Σε κατάσταση απόγνωσης βρίσκονται και οι καλλιεργητές κηπευτικών καθώς οι τιμές στα λιπάσματα, τα φυτοφάρμακα και τα ζιζανιοκτόνα έχουν τριπλασιαστεί.
Το ίδιο απογοητευμένοι είναι και οι αμπελοκαλλιεργητές που λίγο πριν την όψιμη λίπανση, δεν γνωρίζουν αν τελικά αξίζει να καλλιεργήσουν ή όχι.
Aλεξανδρούπολη: Προβληματισμένοι και απογοητευμένοι είναι οι κτηνοτρόφοι
Προβληματισμένοι και απογοητευμένοι από τις αυξήσεις στις τιμές των ζωοτροφών δηλώνουν οι κτηνοτρόφοι της Αλεξανδρούπολης και τονίζουν, πως έτσι όπως κινείται σήμερα η αγορά, δεν μπορούν να επιβιώσουν.
Όπως ανέφερε μιλώντας στην ΕΡΤ Ορεστιάδας ο πρόεδρος του Κτηνοτροφικού Συλλόγου Αλεξανδρούπολης κ. Κώστας Δουνάκης «πέρυσι με φέτος υπάρχει μια αύξηση των τιμών στις ζωοτροφές που αγγίζει περίπου το 80 με 90% . Πέρυσι το καλαμπόκι είχε 25 λεπτά, ενώ σήμερα έχει 40 λεπτά. Το ίδιο και το κριθάρι. Τα δυο βασικά προϊόντα και το τριφύλλι που είναι η μηδική, που είναι απαραίτητα για να παραχθεί το ζώο και να παράγει γάλα και κρέας έχουν αυξηθεί δραματικά».
Περιγράφοντας την κατάσταση ο κ. Δουνάκης είπε :«Το κακό με τους κτηνοτρόφους είναι ότι, δεν μπορούν να επιβιώσουν έτσι όπως κινείται σήμερα η αγορά. Θέλω να πω ,ότι δεν διαμορφώνουμε εμείς την τιμή του προϊόντος ,αλλά την διαμορφώνουν οι έμποροι ,η ζήτηση και μετά πάμε εμείς και λέμε πόσο θα πουλήσουν. Εκεί είναι η όλη διαφορά. Δηλαδή θέλουμε να πουλήσουμε κάτι το οποίο θα καλύπτει τα έξοδα μας και έρχεται η αγορά ,ο έμπορος και σου λέει όχι, εγώ δεν το παίρνω τόσο, θα το πληρώσω πολύ λιγότερο και εκεί παθαίνουν την ζημιά οι κτηνοτρόφοι που όλα αυτά τα χρόνια βιώνουν».
Απαντώντας σε ερώτηση εάν είναι ικανοποιημένοι από την μείωση του ΦΠΑ στις ζωοτροφές από το 13% στο 6% που ανακοίνωσε το υπουργείο, ο κ. Δουνάκης είπε: «Δεν μας ικανοποιεί, είναι ένα πάρα πολύ μικρό βοήθημα γιατί δεν υπάρχει καμία μείωση στο κόστος. Το ΦΠΑ είναι κάτι το οποίο εμείς το παίρνουμε και το αποδίδουμε. Δημιουργήθηκε μικρό κεφάλαιο κίνησης για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα, το ΦΠΑ δεν είναι κάτι που μένει στην τσέπη του παραγωγού».
Σχετικά με το πασχαλινό τραπέζι και ποια θα είναι η τιμή φέτος στα αμνοερίφια , ο κ. Δουνάκης εκτίμησε, ότι πέρυσι λόγω κορονοιού δεν πήγαν καλά οι τιμές ,ενώ εξέφρασε την αισιοδοξία ότι αυτό φέτος θα αλλάξει, σε διαφορετική περίπτωση, όπως είπε, οι κτηνοτρόφοι θα πρέπει να πουλήσουν τα κοπάδια τους και να αλλάξουν χώρα.
«Πέρυσι δεν πήγαν καλά οι τιμές λόγω κορονοϊού. Φέτος ευελπιστούμε, ότι οι τιμές θα είναι πιο αυξημένες, γιατί διαφορετικά οι κτηνοτρόφοι θα πρέπει να πουλήσουν τα κοπάδια τους και να αλλάξουν χώρα. Ακούγεται, ότι φέτος η αγορά θα είναι λίγο πιο πάνω. Το ζητούμενο είναι εάν ο καταναλωτής μπορεί να δεχτεί την αύξηση και να αγοράσει, γιατί εάν πούμε, ότι η ζήτηση είναι γύρω στα 4 ευρώ το κατσικάκι και στα 3,70 ευρώ το αρνί θα είναι ακριβό για τον καταναλωτή. Όλη αυτή η κατάσταση θα είναι δύσκολη όχι μόνο για τους κτηνοτρόφους αλλά και για τους καταναλωτές. Το ζητούμενο είναι να υπάρξει μια ισορροπία στην αγορά» κατέληξε ο κ. Δουνάκης.
Η Πολιτεία πρέπει να κινητοποιηθεί άμεσα
«Αν δεν ταΐσουμε τα ζώα, δεν θα παράγουμε γάλα. Οι ζωοτροφές όμως έχουν ανέβει στα ύψη και δεν υπάρχουν χρήματα. Οι λογαριασμοί του ρεύματος αφορούν τρελά ποσά. Από 300 ευρώ τον μήνα πρέπει να πληρώνουμε λ.χ. 700 και 800 ευρώ. Η Πολιτεία πρέπει να κινητοποιηθεί άμεσα», τονίζεται από πλευράς των αιγοπροβατοτρόφων της Μαγνησίας (Θεσσαλία). Ανάλογη είναι η κατάσταση και σε αρκετές περιοχές της περιφερειακής ενότητας Ιωαννίνων και άλλων περιοχών της Ηπείρου, ενώ αγγελίες πώλησης κοπαδιών είναι αναρτημένες και από περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας.
Οι αυξήσεις στις τιμές των ζωοτροφών, όπως αναφέρουν οι κτηνοτρόφοι, είναι πολύ μεγάλες, ενώ μεταξύ άλλων θέτουν και τα ερωτήματα γιατί αυξήθηκαν τόσο αφού αυτές παρήχθησαν με το περσινό κοστολόγιο και σε τι τιμή θα πωλούνται του χρόνου, μετά την αύξηση των τιμών των λιπασμάτων και των σπόρων. Για αυξήσεις άνω του 30% στις ζωοτροφές κάνει λόγο μιλώντας στη «Ν» και η γραμματέας του Κτηνοτροφικού Συλλόγου Περιφέρειας Αττικής, Μάγδα Κοντογιάννη, επισημαίνοντας ότι οι αποθήκες ζωοτροφών δηλώνουν ανεπάρκεια αποθεμάτων, γεγονός που, όπως επισημαίνει, προκαλεί απορίες και προβληματισμό, ενώ διαπιστώνει και η ίδια τάση μείωσης του ζωικού πληθυσμού λόγω των μεγάλων αυξήσεων κόστους. Παράλληλα επισημαίνει την ανάγκη στροφής των ελληνικών καλλιεργειών -εδώ και πολλά χρόνια μάλιστα- σε καλλιέργειες που να είναι σε θέση να διασφαλίζουν την επάρκεια της χώρας σε ζωοτροφές και σε όλα τα αναγκαία άλευρα.
Όπως επισημαίνεται από την Ομοσπονδία Κτηνοτρόφων και Κτηνοτροφικών Συλλόγων Θεσσαλίας, κλονίζεται όλος ο κλάδος -και οι 300.000 πανελλαδικά που ασχολούνται με την αιγοπροβατοτροφία, είτε είναι μεταποιητές, είτε παραγωγοί- και πρέπει να δοθεί άμεσα στήριξη για να καλυφθεί μέρος του κόστους.
Σε δηλώσεις της, επίσης, η πρόεδρος του Συλλόγου αιγοπροβατοτρόφων Αισωνίας (στη Μαγνησία) Χαρούλα Διβάνη, επισημαίνει ότι η επιδότηση που υποσχέθηκε η κυβέρνηση για το 7% επί του τζίρου στους μήνες από Δεκέμβριο μέχρι και Μάρτιο είναι δώρον άδωρον, αφού εκείνη την περίοδο οι κτηνοτρόφοι δεν έχουν κάποια έσοδα και δεν επαρκεί για τους πιο μικρούς κτηνοτρόφους, ούτε όμως και για τις μεγαλύτερες κτηνοτροφικές μονάδες.
Αρχίζει και λείπει το αιγοπρόβειο γάλα από την αγορά
Στα κόκκινα έχει περιέλθει τους τελευταίους μήνες ο κλάδος της κτηνοτροφίας και ειδικότερα εκείνος της αιγοπροβατροφίας, από τον οποίο εξαρτάται και η παραγωγή Φέτας της χώρας και πολλές εξαγωγές. Από το 2015 έως και το 2019 οι αιγοπροβατοτρόφοι λάμβαναν εξευτελιστικές τιμές για το προϊόν, το οποίο συνάμα σε πολλές περιπτώσεις, έμενε στα αζήτητα. Με την αυστηροποίηση των ελέγχων (νόμος Βορίδη), την αύξηση των τιμών διεθνώς στο γάλα και τώρα την απειλή επισιτιστικής κρίσης και τον πόλεμο στην Ουκρανία, η κατάσταση έχει περιπλακεί ακόμα περισσότερο, με αποτέλεσμα να βγαίνουν στην επιφάνεια οι δομικές αδυναμίες του συστήματος, που όλα αυτά τα χρόνια οδήγησαν σε μείωση των κοπαδιών και εν τέλει της παραγωγής.
Προβληματισμένος για την κατάσταση που επικρατεί στην αγορά είναι και ο ιδιοκτήτης – διευθυντής της εταιρείας Ολυμπία Φέτα από το Καπελέτο Ηλείας, κ. Γιάννης Λιανάκης τόνισε στον ΑγροΤύπο τα εξής: «ήδη υπάρχει δυσκολία στους τυροκόμους και γενικά στη μεταποίηση να βρουν πρώτη ύλη. Αυτό οφείλεται στις πολιτικές… κάποιων πριν από λίγα χρόνια, οι οποίες οδήγησαν τους κτηνοτρόφους στο… μη παρέκει και στη μείωση των κοπαδιών. Όταν λίγα χρόνια πριν ο κτηνοτρόφος πληρώνονταν το πρόβειο γάλα μόλις 65 λεπτά το κιλό και το κατσικίσιο πολύ χαμηλότερα, ήταν φυσικό και επόμενο να εγκαταλείψει το επάγγελμα. Αυτό γίνεται και τώρα. Το κόστος παραγωγής έχει ανεβεί τρομακτικά για τον κτηνοτρόφο, αλλά και για μας που παράγουμε το τελικό προϊόν. Λόγω του τσουχτερού κόστους σε ενέργεια, καύσιμα, υλικά συσκευασίας κ.λπ. εμείς δαπανούμε 40% περισσότερα χρήματα για να κάνουμε τυρί. Την ίδια οι συμφωνίες που έχουμε για εξαγωγή, δε μπορεί να ανατραπούν. Δεν υπάρχει περιθώριο στην εξαγωγή για μετακύλιση του κόστους στους καταναλωτές. Σε λίγο θα υπάρχει πρόβλημα με την παραγωγή τυριών. Επιπλέον, οφείλω να πω ότι έχουν αυστηροποιηθεί τα πράγματα με τους ελέγχους και είναι κι αυτός ένας λόγος, που ανεβαίνει η τιμή στο πρόβειο γάλα. Πιστεύω, επίσης, ότι όποιος έκανε εισαγωγή στο παρελθόν, τώρα δεν τον συμφέρει και τόσο να το κάνει γιατί είναι ακριβό το γάλα και στο εξωτερικό. Εκτός από τη μείωση των κοπαδιών και την… έξοδο αρκετών επαγγελματιών του χώρου τα προηγούμενα χρόνια, πιστεύω ότι φέτος έχει επηρεάσει τις αποδόσεις στο γάλα και ο ακραίος καιρός, τόσο το καλοκαίρι με τις υψηλές θερμοκρασίες, όσο και το φθινόπωρο-χειμώνα με τα πολλά κρύα». Σημειωτέον ότι η εταιρεία του κ. Λιανάκη συνεργάζεται με 400 Έλληνες κτηνοτρόφους, δίνοντας τιμές έως και 1,20-1,28 στο πρόβειο γάλα.
Καμπανάκι κινδύνου κρούει από την πλευρά του μιλώντας στον ΑγροΤύπο και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ), κ. Παναγιώτης Πεβερέτος. Όπως σημειώνει με τέτοια ακρίβεια και διπλές τιμές στις τροφές, σίγουρα δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν όλοι οι συνάδελφοί του, ιδιαίτερα δε εκείνοι που δεν ιδιοπαράγουν ζωοτροφές. Όπως λέει ο κ. Πεβερέτος, ο ΣΕΚ έχει καταθέσει τις προτάσεις του στο υπουργείο εγκαίρως, προειδοποιώντας εδώ και μήνες για την δύσκολη κατάσταση της κτηνοτροφίας και τα προβλήματα των παραγωγών, που εν τέλει θα έχει επίπτωση και στα γαλακτοκομικά μας προϊόντα. Σύμφωνα με τον κ. Πεβερέτο, εντύπωση προκαλεί ότι πλέον το ΥπΑΑΤ μιλάει για μια ενίσχυση των κτηνοτρόφων της τάξης των 40 εκατ. ευρώ περίπου, ενώ μέχρι πριν λίγες ημέρες, υπήρχαν διαβεβαιώσεις για ένα ποσό 100 εκατ. ευρώ για όλους τους κλάδους.
Δύσκολα περιγράφει τα πράγματα σε σχέση με το γάλα το πρόβειο και ο κτηνοτρόφος Θωμάς Στεριάτος από το χωριό Καραϊσκάκης Αιτωλοακαρνανίας, ο οποίος τονίζει πως έχουν πέσει στα τάρταρα οι αποδόσεις γάλακτος αρκετών μονάδων. λόγω του καιρού, αλλά και λόγω του ότι δεν ταΐζονται πλέον καλά τα ζώα εξαιτίας της ακρίβειας. Σύμφωνα με τον κ. Στεριάτο, η κατάσταση αυτή σε συνδυασμό με την ακρίβεια στο ράφι, θα έχει επίτπωση και στη μεταποίηση με εκπροσώπους μάλιστα εταρειών που δραστηριοποιούνται στην περιοχή να επισημαίνουν πως δεν είναι και δυνατόν να ανεβαίνει με τέτοιο ρυθμό η τιμή στο γάλα.