Να μιλήσουμε για την Πολωνία; Βεβαίως. Να αναφερθούμε στην Ουγγαρία και την Τσεχία; Φυσικά. Όχι, όμως, άλλη… Ελλάδα. Ας τελειώσουν τα δράματα. Με αυτό το ύφος, η βρετανική Telegraph περιμένει το αποτέλεσμα των εκλογών.
Σε μια προσπάθεια να καταδείξει ότι τα σημαντικά για το μέλλον της Ευρωζώνης περνούν από τις τρεις προαναφερθείσες χώρες και όχι από τη δική μας, σημειώνει ότι η επόμενη εβδομάδα θα είναι και πάλι δραματική, και φυσικά τα έντονα συναισθήματα (σχεδόν αρνητικά) δεν θα μπορούσαν να έρθουν από πουθενά αλλού από τη χώρα που βρίσκεται στο νότιο άκρο της Ευρώπης.
«Μοιάζει να είναι σαν χθες που οι αγορές κρέμονταν από τις ειδήσεις και έψαχναν να δουν τι θα γίνει τελικά με την Ελλάδα. Θα μείνει στο ευρώ; Θα δώσει ένα τέλος στο άθλιο πείραμά να μοιράζεται το ίδιο νόμισμα με τη Γερμανία και τη Γαλλία ή θα παραμείνει έπειτα από ένα συμβιβασμό της τελευταίας στιγμής, τα αποτελέσματα του οποίου θα διαρκέσουν κάποιους μήνες ακόμη;», γράφει χαρακτηριστικά.
Με άκρως δηκτικό ύφος, η Telegraph αναφέρει πως το «τσίρκο» αναμένεται να ξεκινήσει και πάλι λόγω των εκλογών της 20ής Σεπτεμβρίου και λόγω του δεδομένου ότι δεν πρόκειται να υπάρξει «καθαρή» νίκη για κανένα κόμμα. Οι επενδυτές θα αποφασίσουν κάποια στιγμή να ασχολούνται με το «ελληνικό έπος», ενώ όλοι οι υπόλοιποι θα αρχίσουν να ενδιαφέρονται για άλλα θέματα. Όπως αν θα πρέπει να δώσουν 60 λίρες για να αγοράσουν το νέο μολύβι της Apple ή τι θα γίνει στα επόμενα επεισόδια της γνωστής τηλεοπτικής σειράς «Ο Πύργος των Ντάουτον.
Το άρθρο σημειώνει πως πιο σημαντικές είναι οι εκλογές στην Πολωνία παρά στην Ελλάδα. Το αποτέλεσμα των πρώτων θα έχει επίπτωση στην Ευρωζώνη, σε αντίθεση με το αποτέλεσμα των δεύτερων που έχουν μόνο τοπικό ενδιαφέρον. «Η Ελλάδα ήταν πάντα μια μικρή και χαοτική οικονομία που δεν μπορεί να ενδιαφέρει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, την Ευρωζώνη. Τι σχέση έχει η Ελλάδα με τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ που τείνουν να εξελιχθούν σε αναδυόμενες δυνάμεις;»
Η ερώτηση μοιάζει να είναι ρητορική για τον αρθρογράφο της εφημερίδας Μάθιου Λιν. Γράφει στη συνέχεια: «Αυτό που μένει να δούμε στην Ελλάδα είναι το ποιος θα επικρατήσει. Μετά την υποχώρηση έναντι των Γερμανών και της υπόλοιπης Ευρώπης, και μετά την αποδοχή της νέας λιτότητας σε μια οικονομία που έχει συρρικνωθεί περισσότερο από 1/4, ο Τσίπρας βλέπει την υποστήριξη στο πρόσωπό του να χάνεται. Είναι φανερό πως βρίσκεται πολύ μακριά από την αυτοδυναμία και θα χρειαστεί να προχωρήσει σε συμμαχική κυβέρνηση για να προχωρήσει τις μεταρρυθμίσεις – το τίμημα του τελευταίου Μνημονίου».
Κατά τον Λιν, η ελληνική οικονομία ενδέχεται να την αντέξει αυτή τη νέα δοκιμασία. Όπως αναφέρει, έχει ήδη μειωθεί η δύναμή της σε τέτοιο βαθμό που πλέον μπορεί να συγκριθεί με τη Μεγάλη Ύφεση των ΗΠΑ. Τα capital controls και το πολιτικό χάος έχουν εξανεμίσει κάθε ελπίδα ανάπτυξης – κάτι που δεν θα πρέπει να προκαλεί έκπληξη. Η ανεργία έχει ανέβει σε δυσθεώρητα ύψη, ενώ το 50% των νέων βρίσκονται εκτός της αγοράς εργασίας και δεν φαίνεται ότι θα καταφέρουν άμεσα να μπουν σε αυτήν.
Για να καταλήξει: «Όπως και να έχει, η Ελλάδα είναι μια μικρή χώρα με μόλις 11 εκατομμύρια κατοίκους. Το ΑΕΠ της μετράει μόλις 2% στο συνολικό της Ευρωζώνης και φυσικά το μέγεθός της μικραίνει όσο βαθαίνει η κρίση. Αν η Ευρωζώνη καταφέρει, μέσα σε μια χρονιά, να επιδείξει ανάπτυξη, τότε θα μπορούσε κάλλιστα να αντικαταστήσει την Ελλάδα. Η σκληρή πραγματικότητα λέει πως αν η Αθήνα, τελικά, αποχωρήσει από το ευρώ, δεν θα αλλάξει τίποτα για το κοινό νόμισμα».